‘-Γειά σου Τασούλ. Τι χαμπάρια;
-…..
-Τασούλ! Είπα γειά. Δε μ’ ακούς;
-Γειά σου Χάμπο. Συγνώμη, δε σ’ άκουσα την πρώτη φορά. Άκουγα μουσική και δε σ’ άκουσα.
-Ά, μ’ αυτά τ’ ακουστικά που ακούς μουσική απ’ το κινητό ε;
-Ναι Χάμπο. Συ είσαι μοντέρνος άνθρωπος. Μη κάνεις πως δε ξέρεις.
-Όχι βρε Τασουλ. Ξέρω. Πως δε ξέρω. Μη θαρρείς, κάθε γενιά είχε … τις εφευρέσεις της
-Ναι Χάμπο. Ακριβώς. Γιατί είν’ μερικοί που άμα σε δουν ν’ ακούς μουσική απ’ το κινητό κουνάνε το κεφάλι.
-Όχι βρε Τασουλ. Μη μασάς. Να σε πω τι να τους λες αν χρειαστεί. Μεις, ας πούμε, τότε, τα παλιά τα χρόνια, ακούγαμε μουσική απ’ το πικάπ.
-Ά, ναι. Εντάξει Χάμπο, αλλά εκείνο ήταν σταθερό. Έπρεπε να ‘σαι σπίτι σου για να τ’ ακούς.
-Όχι βρε Τασουλ. Σου μιλάω για φορητό πικάπ, με μπαταρίες, που το ‘παιρνες παντού μαζί σου. Σα το κινητό ένα πράμα!
-Α, τώρα που το λες, έβλεπα ψες μιαν ελληνική ταινία με τη Βουγιοκλάκη που έχει ένα τέτοιο στον κήπο της Βίλλας της. Βάζει το μικρό δισκάκια, τραβάει το βραχίωνα και κείνο παίζει. “Χόρευε τουΐστ” θαρρώ!
-Ά γεια σου. Εγώ τότε, πατέρας μου είχε παράδες τότε, με πήρε δώρο ένα phillips που πήρα καλούς βαθμούς στο γυμνασιο. Το 1969 ήταν θαρρώ.
-Και πως ήταν αυτό Χάμπο;
-Πως ήταν; Σα βαλιτσάκι ήταν με χερούλι. Κουμπωτό. Δύο κομμάτια ήτανε. Το ‘να είχε το μεγάφωνο κι ήταν τρυπητό για να τ’ ακούμε.
-Είχε το ηχείο ε;
-Ναι, αυτό! Στο άλλο ήταν το πικάπ.
-Με το βραχίωνα και τη βελόνα ε;
-Ναι. Κι έπαιρνε μπαταρίες. Τις μεγάλες τις στρόγγυλες. Τότε ήταν οι BEREC.
-Αυτονομία δηλαδή!
-Ναι για. Είχε ένα ματζαφλέρ” που το τραβούσες μπρος – πίσω. Κείνο έκανε κρακ – κρακ και ξεκινούσε να γυρίζει το δισκάκι. Τότες, έβαζες προσεκτικά το ματζαφλέρ’ πάνω στο δισκάκι και μετά…κάναμε πάρτι! Χορεύαμε Τασούλ. Τι θάρρησες;
-Τραγδούσατε κι όλας;
-Έ, βέβαια και τραγουδούσαμε.
-Έ, ποια η διαφορά; Τώρα είναι το κινητό με τ’ ακουστικά!
-Να σου πω Τασούλ. Δω που τα λέμε, μια διαφορά την έχει. Τότε ακούγαμε, τραγουδούσαμε, χορεύαμε, κάναμε πάρτι παρέα. Τώρα…
-Τώρα ο καθένας μόνος του ε Χάμπο;
-Ναι Τασούλ. Τώρα, καθένας με το πικάπ του…