Η κυβέρνηση παίζει τα τελευταία της χαρτιά ποντάροντας στα τόσα χρόνια καλλιεργημένα αντιδυτικά-αντιεπιχειρηματικά αντανακλαστικά της εκλογικής της πελατείας. Η πρόσφατη τροπολογία που καθιστά μίασμα την επιχειρηματική δραστηριότητα εκτός συνόρων και ως εκ τεκμηρίου ανήθικη για πολιτικούς και τις οικογένειές τους είναι τόσο προϊόν κουτοπονηριάς όσο και σύμπτωμα ενός βαθέως, μέχρι το μεδούλι, συγγενούς λαϊκισμού.
Ο δημαγωγικός λαϊκισμός δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Είναι τόσο παλαιό όσο και η δημοκρατία. Θα μπορούσε να λεχθεί ότι είναι ένα από τα συστατικά της, ένα συμβιωτικό μικρόβιο απαραίτητο στην υγιή ισορροπία του οργανισμού. Ωστόσο, όταν ο οργανισμός εξασθενεί αυτό το άκακο κατά τα άλλα μικρόβιο μετατρέπεται σε θανάσιμο εχθρό, απειλή για τον ίδιο τον ξενιστή του.
Ιστορικά, εξάρσεις λαϊκιστικών κινημάτων παρατηρούνται σε περιόδους οικονομικής ύφεσης ενώ όσο πιο βαθιά η ύφεση τόσο ευνοϊκότερες οι συνθήκες ευδοκίμησης του φαινομένου. Δεν θα πρέπει να ξεχνιέται ότι όλα τα ολοκληρωτικά καθεστώτα βασίστηκαν στο λαϊκιστικό κολεκτιβιστικό αφήγημα, το οποίο εν ολίγοις, θέλει τον λαό -αυτή την απροσδιόριστη σοφή κατά τεκμήριο και άμοιρη ευθύνης συλλογικότητα- θύμα σκοτεινών δυνάμεων, των ντόπιων εκπρόσωπών του ή κάποιων άλλων εχθρών εσωτερικών ή εξωτερικών που απειλούν την αγνότητά του.
Το τέλειο κυνήγι μαγισσών δηλαδή. Συνάμα, ερμηνεύει τις λειτουργίες της ελεύθερης οικονομίας ως ένα παιγνίδι εξ ορισμού εκμετάλλευσης, στο οποίο οι φτωχοί γίνονται πάντα φτωχότεροι και οι πλούσιοι, πάντα πλουσιότεροι. Κύρια όμως απευθύνεται από πονηρούς πολιτικούς στο θυμικό των απογοητευμένων από τις συνθήκες πολιτών δελεάζοντάς τους με την μαγική λέξη που μας άφησε κληρονομιά ο κυρίαρχος κρατικοσοσιαλισμός: αναδιανομή.
Η αναδιανομή του πλούτου είναι κάτι πολύ βαθύτερο από την απλή συλλογή φόρων προς επίτευξη πολλαπλασιαστικών συλλογικών ωφελειών που δεν μπορεί εύκολα να πραγματώσει η κοινωνία σε κυτταρικό επίπεδο χωρίς κρατική οργάνωση· όπως είναι η άμυνα, η ασφάλεια ή η οδική σήμανση για παράδειγμα. Είναι η λέξη που κλίνει το μάτι στον όχλο, είναι η υπόσχεση του παραδείσου, είναι η επιστροφή της κλεμμένης από τους πλουτοκράτες υπεραξίας της εργασίας (sic) κατά το μαρξιστικό μάντρα.
Ως εκ τούτου, το πρόβλημα με την υπό κρατική μέριμνα συνολική αναδιανομή του κοινού εισοδήματος ως πυρήνα της οικονομικής θεωρίας του αριστερού (κυρίως) και δεξιού (λιγότερο) κρατισμού είναι ότι θεωρεί το σύνολο του παραγόμενου πλούτου κοινή, συνεπώς υπό κρατική αίρεση, ιδιοκτησία. Ακολούθως, το ιδιωτικό κέρδος χάνει το ηθικό του έρεισμα, είναι το μιαρό προϊόν του ατομικού συμφέροντος το οποίο όμως μπορεί και πρέπει να εξαγνιστεί μέσω της φορολογίας. Εκεί το κέρδος καθάρεται και αμόλυντο ρέει άφθονο θρέφοντας το πελατειακό κράτος.
Περεταίρω, η αναδιανομή ως πολιτική πρόταση καθιστά τους πολίτες ευεπίφορους στον ολισθηρό κατήφορο του λαϊκισμού των δικαιωματικών παροχών εισάγοντας έτσι τον καταναλωτισμό ως πολιτική συμπεριφορά ενώ ταυτόχρονα απαξιώνει την ιδιωτική εργασία. Οι πολίτες μετατρέπονται σε καταναλωτές κομμάτων σε μια συνεχή πλειοδοσία παροχών και υποσχέσεων. Βέβαια, αυτό που συμβαίνει πάντοτε με καθεστώτα που στηρίχθηκαν στο εθνικολαϊκό αφήγημα του περιούσιου λαού-θύματος είναι ότι σύντομα καταρρέουν παρασύροντας στη φτώχεια τον λαό του οποίου υποτίθεται ήταν υπηρέτες.
Στις μέρες μας, παρατηρώντας κανείς την άνοδο του αριστερού και δεξιού λαϊκισμού συνέπεια της οικονομικής κρίσης και εν μέρει απότοκο της απομάκρυνσης μέρους των πολιτών από τις δημοκρατικές διεργασίες ή ακόμη την ισοπεδωτική απαξίωση στο σύνολό της της πολιτικής τάξης, διαπιστώνει πως η Δυτική Φιλελεύθερη Δημοκρατία, παρά τον παγκόσμιο θρίαμβό της, τελικά έκρυβε μέσα στην επιτυχία της τον σπόρο της απογοήτευσης. Και τούτο γιατί είναι ίσως το πιο δύσκολο και απαιτητικό πολίτευμα. Απαιτητικό υπό την έννοια ότι η εύρυθμη λειτουργία της ζητά την ενεργή συμμετοχή δραστήριων, σχετικά καλλιεργημένων και σωστά ενημερωμένων πολιτών.
Η αλήθεια είναι πως δεν είναι εύκολο να ζει κάποιος δημοκρατικά. Προϋποθέτει συμβιβασμούς γιατί σίγουρα δεν είναι το τέλειο πολίτευμα· πως μπορεί άλλωστε να είναι τέλειο ένα ανθρώπινο επινόημα; Μπορεί ποτέ το δημιούργημα να είναι τελειότερο του δημιουργού του; Είναι φορτωμένο με όλες τις ανθρώπινες αδυναμίες, φόβους και πάθη. Για αυτόν τον λόγο, στην πραγματικότητα η Δημοκρατία ποτέ δεν τελειώνεται , μονίμως εξελίσσεται και διαρκώς προσαρμόζεται στα καινά δεδομένα και για τον ίδιο ακριβώς λόγο μπορεί να απογοητεύσει.
Εντούτοις, το μέγεθος της ευμάρειας και συλλογικής ευδαιμονίας που επέτυχε ο μέσος δυτικός πολίτης δεν έχει προηγούμενο ούτε σύγχρονο παράλληλο, κι αυτό είναι κατάκτηση τόσο της ανοικτής κοινωνίας όσο και της ελεύθερης οικονομίας, δηλαδή της αγοράς. Δεν είναι άλλωστε τυχαία η αρχαία ταύτιση της λέξης «αγορά» τόσο με την δημοκρατία όσο και με την οικονομία. Η αγορά έκανε τον μέσο άνθρωπο από κομπάρσο πρωταγωνιστή στο κέντρο της οικονομικής και πολιτικής διαδικασίας ενώ τον ανέστησε από το σκοτάδι της αμάθειας και την αιώνια φτώχεια. Ψιλά γράμματα για τους κυβερνώντες. Φευ!
Ο Δημήτρης Σιόλιος είναι Εκπαιδευτικός και Επιχειρηματίας, μέλος της Δ.Ε της Δράσης