Η 17η Νοεμβρίου 1973 συμβολική αλλά συνάμα και τραγική επέτειος αποτελεί την έναρξη σημαντικών διεργασιών ορόσημο στις μετέπειτα εξελίξεις στο εσωτερικό και διεθνές περιβάλλον.
Τα αίτια τα οποία κατά την άποψή μας οδήγησαν στην εκρηκτική ατμόσφαιρα του 1973 που ξεκίνησαν από τον Ιούλιο του 1965 με τα Ιουλιανά και οδήγησαν στην επιβολή ενός ανελεύθερου σκληροπυρηνικού στρατιωτικού καθεστώτος το οποίο ανέστειλε όλες τις ελευθερίες και δημοκρατικές διαδικασίες στο εσωτερικό της λειτουργίας της χώρας. Αυτό σε συνδυασμό με τις έξωθεν παρεμβάσεις Νατοϊκού και Αμερικανικού χαρακτήρα καθώς και με την ένταση των ελληνοτουρκικών σχέσεων εξαιτίας του Κυπριακού ζητήματος είχε ως αποτέλεσμα να πυροδοτήσει εξελίξεις και να οδηγήσει στην φοιτητική- νεανική έκρηξη του τριημέρου του Νοεμβρίου του 1973.
Έκτοτε τα γεγονότα αυτά ήταν καταιγιστικά και οδήγησαν σε χιονοστιβάδα εξελίξεων οι οποίες σε συνδυασμό και με την επέμβαση των δικτατόρων στην Κύπρο με σκοπό την ανατροπή του Προέδρου Μακαρίου οδήγησαν με μαθηματική ακρίβεια στην πτώση του στρατιωτικού καθεστώτος και στο άνοιγμα των πυλών της ελευθερίας και της δημοκρατίας στην Ελλάδα.
Όσον αφορά στο εσωτερικό περιβάλλον οι εξελίξεις είναι γνωστές και δε θα επιμείνουμε περαιτέρω αφού είναι ήδη γνωστό ότι επηρεάστηκε άμεσα το μέλλον του πολιτειακού ζητήματος στη χώρα το οποίο και βιώνουμε μέχρι και σήμερα με τις γνωστές του επιπτώσεις.
Οι εξωτερικές σχέσεις αποτέλεσαν επί της ουσίας μια σκληρή, τη σκληρότερη ίσως, δοκιμασία του Νατοϊκού στρατιωτικού οικοδομήματος από της ιδρύσεως του Βορείου Ατλαντικού Συμφώνου του 1952 και της ταυτόχρονης προσχωρήσεως Ελλάδας και Τουρκίας με κοινή συνεννόηση και κυβέρνηση Κέντρου στην Ελλάδα με Πρωθυπουργό τον Νικόλαο Πλαστήρα και με μετριοπαθή κυβέρνηση στην Άγκυρα του Αντνάν Μεντερές .
Ενώ φαινομενικά οι δυο χώρες έφτασαν στον ύψιστο βαθμό συνεννόησης μέσα στο ίδιο στρατιωτικό σκέλος ως σύμμαχες χώρες από τη Μικρασιατική τραγωδία, η ενέργεια των Ελλήνων δικτατόρων της περιόδου 1967 – 1974, κινδύνεψε να δυναμιτίσει την ειρήνη στην ευπαθή λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου με την πυροδότηση ενός Ελληνοτουρκικού πολέμου.
Η απόφαση στη συνέχεια των Τούρκων στρατιωτικών υπό την κυβέρνηση του Μπουλέντ Ιντζεβίτ να αποτολμήσουν το απονενοημένο εγχείρημα εισβάλλοντας στην Κυπριακή Δημοκρατία, της οποίας σημειωτέον ήταν συνεγγυητές βάσει της Συνθήκης της Ζυρίχης του 1960, οδήγησε τις δυο σύμμαχες χώρες στα πρόθυρα εμπόλεμης σύρραξης.
Η σοφή πρόνοια του Άρθρου 6 του Καταστατικού του Βορειοατλαντικού Συμφώνου που δεν επιτρέπει εμπόλεμη σύγκρουση μεταξύ συμμάχων – μελών αλλά και η καθοριστική παρέμβαση των ΗΠΑ απεσόβησε πόλεμο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Κάτι τέτοιο θα απέβαινε καταστροφικό για την ίδια τη συμμαχία και θα κλόνιζε την ισορροπία των Δυνάμεων υπέρ του Συμφώνου της Βαρσοβίας.
Η συνετή πολιτική που ακολούθησαν στη συνέχεια οι προκύψασες μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας κυβερνήσεις υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και τον Σουλεϊμάν Ντεμιρέ απέτρεψαν τα χειρότερα.
Ωστόσο δεν παύει αυτή η αιματηρή πληγή να παραμένει ακόμα ανοιχτή 47 ολόκληρα χρόνια μετά το φρικιαστικό αυτό εγχείρημα ακρωτηριασμού που προσβάλλει βάναυσα την εδαφική ακεραιότητα καθώς και την ανεξαρτησία μιας κυρίαρχης χώρας μέλους του ΟΗΕ κατά παράβαση κάθε έννοιας των αρχών του καταστατικού της Χάρτη και των βασικών αρχών του Διεθνούς Δικαίου.
Αυτή θα λέγαμε ήταν η βασικότερη αιματηρή πληγή που κληροδότησε η κατάληξη των γεγονότων του Πολυτεχνείου, ο απόηχος της οποίας εξακολουθεί να φτάνει ακόμα και στις μέρες μας ανοίγοντας συχνά πυκνά τους ασκούς του Αιόλου σε θέματα διμερών σχέσεων όπως το Αιγαίο με ό,τι αυτό συνεπάγεται στα χωρικά ύδατα και τον εναέριο χώρο, τις βραχονησίδες ελληνικής κυριαρχίας, την αποκλειστική οικονομική ζώνη (ΑΟΖ), την εκμετάλλευση υδρογονανθράκων και ενεργειακών χώρων, την ανάληψη επιχειρήσεων διάσωσης ναυαγών και τέλος τη μεταναστευτική λαίλαπα, η οποία έχει ως σημείο αφετηρίας τις τουρκικές ακτές του Αιγαίου καθώς και την παραμεθόριο γραμμή του ρου του ποταμού Έβρου.
Με απλά λόγια, τα γεγονότα του Πολυτεχνείου και οι μετέπειτα εξελίξεις τους, τα οποία πυροδότησαν την Κυπριακή κρίση, εξακολουθούν και σήμερα ακόμα να ζώνουν με απειλητικά μηνύματα το ευπαθές πλαίσιο των ευαίσθητων ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Η επίλυσή τους είναι, αν μη τι άλλο, αναγκαία και κυρίως αυτή του Κυπριακού εάν οι δυο χώρες θα επιθυμούσαν να εξομαλύνουν τις τεταμένες κατά καιρούς σχέσεις τους προς όφελος της ευημερίας των λαών τους και της ειρήνευσης με ό,τι αυτό συνεπάγεται στην Ανατολική Μεσόγειο.
Κλεοπάτρα Τριανταφυλλίδου
Πολιτικός Επιστήμων