Ένοχο για ανθρωποκτονία από αμέλεια έκρινε το εφετείο Δυτικής Μακεδονίας τον 30χρονο αστυνομικό, τον οποίο καταδίκασε σε φυλάκιση 12 μηνών με τριετή αναστολή για την υπόθεση του εμπρησμού και θανάτου κρατουμένου στα κρατητήρια του Τμήματος Ασφάλειας Πτολεμαΐδας τον Ιούνιο του 2005.
Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο μείωσε την πρωτόδικη ποινή, κατά έξι μήνες, καθώς πριν από δυόμιση χρόνια το τριμελές πλημμελειοδικείο Κοζάνης είχε επιβάλει ποινή φυλάκισης 18 μηνών με τριετή αναστολή. Η ακροαματική διαδικασία στο εφετείο άρχισε προχτές και ολοκληρώθηκε χτες, με την έκδοση της απόφασης, για την υπόθεση του τραγικού θανάτου του 36χρονου Βασίλη Καραλευθέρη, ο οποίος τη νύχτα της 26ης Ιουνίου 2005 κάηκε ζωντανός μέσα στα κρατητήρια του Τμήματος Ασφάλειας Πτολεμαΐδας. Ο κατηγορούμενος που κάθισε για δεύτερη φορά στο εδώλιο είναι ένας αστυνομικός που είχε βάρδια εκείνο το μοιραίο βράδυ. Πρόκειται για μια υπόθεση που τον Ιούνιο του 2005 συγκλόνισε το νομό Κοζάνης και ολόκληρο το πανελλήνιο. Ο 36χρονος είχε συλληφθεί στις 26 Ιουνίου μαζί με ένα άλλο άτομο, επειδή στο αυτοκίνητο που επέβαιναν βρέθηκε μικροποσότητα κάνναβης. Οι δύο συλληφθέντες οδηγήθηκαν στο Τμήμα Ασφάλειας Πτολεμαΐδας. Ο ένας αφέθηκε ελεύθερος, ενώ ο Β. Καραλευτέρης οδηγήθηκε στα κρατητήρια, δεμένος πισθάγκωνα. Μέσα στο κελί του κρατητηρίου βρέθηκε νεκρός από τις αναθυμιάσεις που προκλήθηκαν από φωτιά που εκδηλώθηκε στο κρατητήριο. Τη φωτιά, σύμφωνα με την δικογραφία είχε βάλει ο κρατούμενος στα κλινοσκεπάσματα και τα στρώματα του κρατητηρίου του Τμήματος Ασφαλείας στο οποίο και κρατούνταν.
Οι μάρτυρες κατηγορίας και η πολιτική αγωγή επέρριψαν ευθύνες στον κατηγορούμενο για πλημμελή έλεγχο του κρατουμένου πριν τον εγκλείσουν στο κελί, με αποτέλεσμα να περάσει μέσα αναπτήρα, με τον οποίο έβαλε φωτιά στα στρώματα. Η φωτιά επεκτάθηκε με αποτέλεσμα ο 36χρονος να καεί ζωντανός, χωρίς να μπορέσει να τον βοηθήσει κανείς. Ο συνήγορος και οι αστυνομικοί μάρτυρες υπεράσπισης, υποστήριξαν ότι ο κατηγορούμενος έκανε ότι ήταν ανθρωπίνως δυνατόν, καθώς ήταν μόνος του και ο κατηγορούμενος ήταν ιδιαιτέρως βίαιος. Μάλιστα, ο συνήγορος υπεράσπισης υποστήριξε ότι υπάρχουν ευθύνες στη διοίκηση του Τμήματος Ασφάλειας και όχι στον πελάτη του, ο οποίος εκείνο το βράδυ είχε υπηρεσία «εποχούμενης περιπολίας» και επομένως δεν ήταν υπεύθυνος για τον έλεγχο των κρατουμένων. Ο ίδιος ο κατηγορούμενος δήλωσε ότι «δεν αποδέχομαι την κατηγορία» και υποστήριξε ότι «το συγκεκριμένο περιστατικό δεν θα μπορούσε να προβλεφθεί από κανέναν ευσυνείδητο αστυνομικό». Στο δικαστήριο κατέθεσαν συνολικά δώδεκα μάρτυρες των δύο αντίδικων πλευρών.
Ο εισαγγελέας της έδρας πρότεινε την αθώωση του κατηγορουμένου, υπογραμμίζοντας ότι «ο κατηγορούμενος δεν θα μπορούσε να είχε προβλέψει το τραγικό συμβάν». Τελικά, το δικαστήριο επέβαλε ομοφώνως την ποινή φυλάκισης 12 μηνών με τριετή αναστολή, κρίνοντας ένοχο τον αστυνομικό για πλημμελή άσκηση των καθηκόντων του. Η υπεράσπιση του κατηγορουμένου επιφυλάχτηκε να καταθέσει αίτηση αναίρεσης στον Άρειο Πάγο, με προφανή σκοπό την αθώωση του 30χρονου αστυνομικού.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΒΗΤΤΑΣ