Με επιτόκιο παρόμοιο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) δανείστηκε η Ελλάδα από τις αγορές πριν από λίγες ημέρες, αποδεικνύοντας ότι το κόστος δανεισμού όχι μόνο δεν ήταν υπερβολικό, αλλά διαμορφώθηκε σε φυσιολογικά πλαίσια δεδομένων των συνθηκών. Μια συνήθης παρανόηση που επικρατεί στη δημόσια συζήτηση είναι ότι όλα τα δάνεια από τον Μηχανισμό Στήριξης έχουν κόστος περίπου 2%. Ωστόσο, αυτό δεν είναι ακριβές για το σύνολο των δανείων που προέρχονται από τον επίσημο τομέα. Τα δάνεια που παρέχει το ΔΝΤ έχουν τρέχον κόστος σχεδόν 4% (χωρίς να υπολογίζεται σε αυτό το κόστος αντιστάθμισης συναλλαγματικού κινδύνου ύψους 0,50%), ενώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα επιτόκια του ΔΝΤ είναι κυμαινόμενα. Την ίδια ώρα, το επιτόκιο (ετήσιο κουπόνι) με το οποίο άντλησε η Ελλάδα 3 δισ. ευρώ μέσω των νέων 5ετών ομολόγων που εξέδωσε την προηγούμενη εβδομάδα ήταν 4,75%.
Με αυτό το δεδομένο προκύπτει ότι το κόστος με το οποίο η Ελλάδα δανείστηκε από τις αγορές πριν από λίγες μέρες είναι συγκρίσιμο με αυτό του ΔΝΤ, για το οποίο ήδη η χώρα πληρώνει τους αντίστοιχους τόκους. Και αυτό επειδή η συμφωνία με το ΔΝΤ προβλέπει ότι για τα δάνεια που λαμβάνει τώρα η χώρα, εφόσον έχει περάσει τριετία και για το σύνολο των ποσών που έχουν εκταμιευτεί καλείται να καταβάλει επιτόκιο SDR συν 3%, συν διοικητικά κόστη. Το SDR είναι ένα κυμαινόμενο επιτόκιο που χρησιμοποιεί το Ταμείο, στα πρότυπα του Εuribor και κινείται σχεδόν στα ίδια επίπεδα με το Euribor (περίπου 0,2-0,3%).
Ετσι, σε περίπτωση ανόδου των επιτοκίων μέσα στα επόμενα 5 χρόνια το SDR θα ανέβει ανάλογα. Αν για παράδειγμα τα (προς το παρόν ιστορικά χαμηλά) επιτόκια μέσα στην επόμενη 5ετία ανέλθουν στο 1% (υπόθεση πολύ πιθανή για το δολάριο), τότε το κόστος από 4% θα περάσει περίπου στο 4,70 – 4,80%.
Ομως ο δανεισμός από το Ταμείο έχει κι άλλα κόστη. Ειδικότερα, η σύμβαση με το ΔΝΤ προβλέπει:
1. Το ΔΝΤ χρεώνει ένα ποσό τον χρόνο περίπου ίσο με το 0,30% επί των κεφαλαίων που είναι προγραμματισμένο να δανείσει στη χώρα τους επόμενους 12 μήνες. Εφόσον, εκταμιεύσει το σύνολο των προγραμματισμένων δανείων, τότε επιστρέφει στη χώρα το ποσό που χρέωσε αρχικώς. Εάν, όμως, δεν τα διαθέσει, τότε παρακρατεί την αρχική προμήθεια. Δεδομένου του πώς έχει εξελιχθεί μέχρι τώρα το πρόγραμμα εκταμιεύσεων του ΔΝΤ προς την Ελλάδα, το 2012 και το 2013 το ΔΝΤ παρακράτησε το σχετικό ποσό καθώς δεν διέθεσε όλες τις δόσεις όπως είχε προγραμματιστεί.
2. Τα δάνεια του ΔΝΤ δεν είναι όλα σε ευρώ, αφού τα κεφάλαια του Ταμείου είναι και σε άλλα νομίσματα. Γι’ αυτό έχει δημιουργηθεί η μονάδα «SDR». Ωστόσο, η Ελλάδα όταν λαμβάνει ένα δάνειο από το ΔΝΤ σε μονάδες SDR, καλείται να το μετατρέψει σε ευρώ. Κάτι το οποίο έχει συναλλαγματικό κίνδυνο και κατ’ επέκταση επιπλέον κόστος κατά περίπτωση. Υπό τις παρούσες συνθήκες πιστοληπτικής αξιολόγησης της χώρας, το κόστος αντιστάθμισης του συναλλαγματικού κινδύνου ανέρχεται σε περίπου 0,50%, το οποίο πρέπει να προστεθεί στο τρέχον 3,90% διαμορφώνοντας το συνολικό κόστος δανεισμού στα επίπεδα του 4,5%. Είναι ξεκάθαρο το επιτόκιο 4,75% με το οποίο δανείστηκε η Ελλάδα μέσω των 5ετών ομολόγων από τις αγορές, μπορεί υπό ορισμένες συνθήκες να είναι καλύτερο από αυτό με το οποίο δανείζεται η χώρα από το ΔΝΤ. Και ταυτόχρονα, το επιτόκιο των νέων ομολόγων είναι σταθερό και δεν είναι ευάλωτο στους κινδύνους των κυμαινόμενων επιτοκίων. Παράλληλα, υπενθυμίζεται ότι με τη νέα ομολογιακή έκδοση έχει ήδη συμπιεστεί (και αναμένεται να μειωθεί κι άλλο τους επόμενους μήνες) το κόστος δανεισμού των εντόκων γραμματίων δημιουργώντας οφέλη για τον κρατικό προϋπολογισμό και το κονδύλι για την αποπληρωμή τόκων. Στο οικονομικό επιτελείο εκτιμούν ότι το καθαρό όφελος του προϋπολογισμού εξαιτίας αυτής της εξέλιξης είναι περίπου 300 εκατ. ευρώ ετησίως.
Πέραν αυτών, αξίζει να σημειωθεί ότι η απόδοση των νέων 5ετών ομολόγων υποχώρησε χθες σε επίπεδα χαμηλότερα εκείνης που εκδόθηκε, αναδεικνύοντας το έντονο ενδιαφέρον των επενδυτών –ακόμα και μέσα στο Πάσχα– να αποκτήσουν τους νέους ελληνικούς τίτλους. Η απόδοση των 5ετών ομολόγων όταν εκδόθηκαν ήταν 4,95%, ενώ χθες στη δευτερογενή αγορά υποχώρησε στο 4,83%. Αντιστοίχως, αυξήθηκε και η τιμή τους από το 99,133% την ημέρα της έκδοσης στο 99,633% χθες. Οι διαφορές δεν είναι μεγάλες, αλλά είναι σαφές ότι η εμπιστοσύνη των επενδυτών επιστρέφει σταδιακά στην ελληνική οικονομία.
Πηγή: kathimerini.gr