Του Μιχάλη Πιτένη
“Ο μεγαλύτερος κίνδυνος σήμερα είναι η διάσταση που υπάρχει ανάμεσα διανοητικού και ηθικού ανθρώπου. Ο διανοητικός άνθρωπος έχει φθάσει στο μαγικό, στο υπεράνθρωπο, ενώ ηθικά είναι ανάπηρος”. Πέρασε πάνω από μισός αιώνας που ο Νίκος Καζαντζάκης έλεγε αυτά τα λόγια σε συνέντευξη που παραχώρησε στη Γιολάντα Τερέντσιο (σ. σ. αρχές του 1957), αλλά η διαπίστωση του παραμένει τραγικά επίκαιρη. Ίσως μάλιστα περισσότερο από ποτέ άλλοτε.
Μ.Κ.Ο., πάσης φύσεως μίζες και λαθρεμπόριο, παράνομες επιδοτήσεις, συντάξεις και επιδόματα μαϊμού, και τόσα άλλα, είναι αποτελέσματα του διανοητικού ανθρώπου που βρίσκει τον τρόπο να παρακάμπτει, να ξεγελά, να εξαπατά. Ο μεγάλος αριθμός, όμως, και η έκταση αυτών των αποτελεσμάτων οφείλεται στην έλλειψη ηθικής. Στην ηθική που λείπει απ΄ όσους θεσπίζουν τους νόμους αλλά δεν τους εφαρμόζουν, ή είναι οι πρώτοι που τους παραβιάζουν, και από εκείνους που πιέζουν τους πρώτους να παραβούν τους νόμους, ή να κάνουν τα στραβά μάτια, για να ωφεληθούν τελικά όλοι.
Όλοι; Όχι βέβαια. Πάντοτε υπάρχουν χαμένοι σ΄ αυτές τις περιπτώσεις, αλλά δεν είναι αυτοί το πρόβλημα. Το πρόβλημα είναι πως η μεγάλη χαμένη είναι η κοινωνία μας. Χρόνια τώρα πορεύονταν ως μια κοινωνία που δεν έδινε χώρο στους ικανούς και σ΄ όσους δούλευαν πραγματικά σε ό,τι κι αν έκαναν. Από την επιχειρηματικότητα μέχρι την πολιτική και από τον πολιτισμό μέχρι τον αθλητισμό, όποιος «δεν είχε μπάρμπα στην Κορώνη» όφειλε να αρκείται μόνο στην προσπάθεια, την ώρα που «τα ανίψια του μπάρμπα» περνούσαν ζωή και κότα.
Διαφθορά υπάρχει βεβαίως σε όλες τις κοινωνίες, ακόμα και στις πιο ανεπτυγμένες που διαθέτουν τους πιο εξελιγμένους και αποτελεσματικούς θεσμούς. Σε μας βέβαια παρά ήταν εξαπλωμένη και είτε υποψιαζόμασταν, είτε γνωρίζαμε, ούτε κάναμε κάτι, ούτε πιέσαμε αυτούς που έπρεπε και είχαν την ευθύνη να το κάνουν.
Κάπως έτσι δημιουργήθηκε και καλλιεργήθηκε η καχυποψία που λειτουργούσε σαν το σαράκι, κατατρώγοντας λίγο λίγο τον συνδετικό αρμό της κοινωνίας μας, τον οποίο ουσιαστικά συγκρατούσε η πλάνη, όπως αποδείχτηκε, της ευημερίας μας. Με αυτή την οπτική μπορεί να εξηγηθεί το ότι αυτός ο αρμός έσπασε πολύ εύκολα σε πολλά σημεία του, με αποτέλεσμα χθεσινοί φίλοι σήμερα να έχουν γίνει εχθροί και ο ένας να ζητά την κεφαλή του άλλου επί πίνακι.
Ήταν όντως πολλά τα αποστήματα που υπήρχαν στην κοινωνία μας και καλώς έσπασαν. Κάποια απ΄ αυτά, δυστυχώς, άργησαν και κακοφόρμισαν, αλλά κάλλιο αργά παρά ποτέ.
Θα τα θεραπεύσουμε όμως τώρα, ή απλώς θα αφήσουμε το δηλητήριο που βγήκε από μέσα τους να μολύνει και άλλο το σώμα της κοινωνίας μας;
Για να θεραπευτούν πραγματικά ο διανοητικός άνθρωπος του Καζαντζάκη θα πρέπει να λειτουργήσει, επιτέλους, και με την ηθική. Τρόπους να θεραπεύσει τα αποστήματα υπάρχουν και θα τους βρει. Θα πρέπει όμως πάση θυσία να αποφύγει τη γενίκευση και την ισοπέδωση, κάτι που επιτάσσει η ηθική. Όχι μόνο γιατί δεν είναι όλοι το ίδιο και δεν ευθύνονται όλοι για όλα, αλλά, κυρίως, επειδή κάτι τέτοιο αφενός θα επιτρέψει πάλι σε κάποιους, πραγματικά ένοχους, να ξεγλιστρίσουν και αφετέρου δεν θα μας απαλλάξει απ΄ την καχυποψία. Κι αυτό, αν είναι απλώς επιζήμιο στο παρόν, θα είναι σίγουρα καταστροφικό για το μέλλον μας, όταν αργά ή γρήγορα θα πρέπει να οικοδομήσουμε μια κοινωνία απαλλαγμένη απ΄ τις παθογένειες του παρελθόντος μας.