Η Στρατηγική «Από το αγρόκτημα στο πιάτο»
Τυποποίηση των αγροτικών προϊόντων
Αυτό, όμως που μπορεί να προσθέσει περισσότερη αξία στην αλυσίδα παραγωγής είναι η τυποποίηση των αγροτικών προϊόντων, δηλαδή, μέσα από τη σήμανση ότι είναι προϊόντα, για παράδειγμα, που έχουν παραχθεί χρησιμοποιώντας ενέργεια μόνο από ανανεώσιμες πηγές.
Εάν, δε, αυτή η σήμανση πιστοποιηθεί στο χωράφι και πιστοποιείται στα διάφορα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας, τότε, μπορεί να φτάσει στο ράφι του σουπερμάρκετ, του μανάβικού ή στους πάγκους της λαϊκής και τελικά στο πιάτο του καταναλωτή, στο εστιατόριο ή στο ξενοδοχείο, ένα προϊόν που έχει παραχθεί με καλές γεωργικές πρακτικές και συμβάλλει στην προστασία του περιβάλλοντος.
Η μετεξέλιξη του Έλληνα αγρότη από παραγωγό και από εργάτη γης σε μεταποιητή, σε τυποποιητή και σε επαγγελματία που αξιοποιεί το σύνολο της προστιθέμενης αξίας των αγροτικών προϊόντων αποτελεί μείζονος σημασίας στόχο .
Τα διαρθρωτικά προγράμματα μπορούν να αξιοποιηθούν με αναπτυξιακό πρόσημο μέσα από τη διαδικασία απολαβής του συνόλου της προστιθέμενης αξίας των αγροτικών προϊόντων, και μη εξαγωγής αυτών χωρίς επεξεργασία και εισαγωγής τους εν συνεχεία, επεξεργασμένων – τυποποιημένων σε πολλαπλάσια τιμή.
Τράπεζα σπόρων
Επιπρόσθετα, η βιοποικιλότητα, σήμερα, τείνει να είναι πια κομμάτι της ιδιοκτησίας σπόρων από μεγάλες πολυεθνικές. Όλο το γενετικό υλικό έχει «απαλλοτριωθεί» από σύγχρονες μεγάλες εταιρείες σποροπαραγωγής, μέσω, κυρίως, των υβριδίων και της γενετικής τροποποίησης.
Ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής βιοποικιλότητας διατηρείται στην Τράπεζα Γενετικού Υλικού. Η τράπεζα σπόρων στον ΕΛΓΟ – ΔΗΜΗΤΡΑ, έχει ως στόχο τη συλλογή, τη διατήρηση, τον χαρακτηρισμό και την αξιοποίηση των σπόρων. Επιπλέον, σχεδιάζεται περαιτέρω δυνατότητα αξιοποίησης, ένταξης αυτών στους καταλόγους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και για περαιτέρω, στη συνέχεια, αξιοποίησή τους, προς όφελος της ελληνικής οικονομίας.
IV. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Η Ελλάδα οφείλει να συνδράμει στην υλοποίηση των πολιτικών που προτείνονται από την Ε.Ε. και αφορούν νέες μεθόδους παραγωγής, που θα είναι φιλικές στο περιβάλλον, στο πλαίσιο του μοντέλου της «πράσινης» βιώσιμης ανάπτυξης.
Με τις δύο βασικές στρατηγικές, βιοποικιλότητα και «από το αγρόκτημα στο πιάτο», οι αγρότες μπορούν να πετύχουν και στόχους εκσυγχρονισμού και ανταγωνιστικότητας, αλλά και στόχους προστασίας του περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας.
Η ανθρώπινη δραστηριότητα – παρέμβαση επιβάλλεται να συμμορφώνεται με τις πολιτικές προστασίας του περιβάλλοντος. Η πλούσια βιοποικιλότητα αποτελεί ζητούμενο όλων.
Αυτή η κρίση, η υγειονομική αναδεικνύει την αναγκαιότητα επένδυσης και σε άλλες μορφές οικονομίας και πυλώνες ανάπτυξης που μπορούν να συνεισφέρουν στη χώρα μας, και μια τέτοια οικονομική δραστηριότητα είναι ο πρωτογενής τομέας.
Όμως, η υγειονομική κρίση με τα προβλήματα που προκάλεσε στην εφοδιαστική αλυσίδα, κατέδειξε πως δύναται να επηρεάσει και την διατροφική επάρκεια της χώρας μας. Ως εκ τούτου, καλό είναι, να υπάρξει εκ των προτέρων και σχεδιασμός με σκοπό τη διασφάλιση της προσφοράς τροφίμων και την επισιτιστική ασφάλεια.
Ο αγροτικός τομέας της χώρας, μέσα από την οργάνωση σε συνεργατικά σχήματα – συνεταιρισμούς που θα λειτουργούν σωστά για τους συνεταιριστές, και στα οποία συνεταιριστής και συνεταιριζόμενος, θα μερίζονται ισότιμα, μπορεί να αναπτυχθεί και να ανταποκριθεί στις σύγχρονες προκλήσεις.
Η ανάπτυξη του αγροτικού μας τομέα, θα συνεπάγεται την προσφορά ποιοτικών, πιστοποιημένων τροφίμων, «από το χωράφι στο πιάτο», παραγόμενα με σεβασμό προς το περιβάλλον και τη βιοποικιλότητα.