Στα 1975 γνώρισα τον συμπορευτή της ζωής μου και μαζί του γνώρισα και τη Βλάστη. Στη Βλάστη βρήκα ν΄ ακουμπήσω την ψυχή μου. Αγάπησα πολύ το χωριό του άνδρα μου. Η εντύπωση του όμορφου αυτού τόπου με συνεπήρε με κυριαρχική δύναμη δανεισμένη από τη συγκίνηση σχετικών αναμνήσεων.
‘ Ενοιωσα, κατάλαβα, προσπάθησα να ερμηνεύσω το θαύμα της Βλάστης και το κατάφερα μέσα από τις σελίδες των βιβλίων του Ιωαν. Βασδραβέλη, του Μιχ. Καλινδέρη, του Ζίκου Τσίρου, του Γιάννη Βαρβαρούση, του Γιάννη Τζαφέτα, του Χρήστου Λόλα, της Ελένης Γκίνου, της Αγγελικής Σταμπαρίδου …
Και ήταν αυτά τα βιβλία που με έκαναν από την πρώτη στιγμή να αφεθώ σ΄ ένα ταξίδι που με γέμιζε υπερηφάνεια και νοσταλγία για όσα πέρασαν και ελπίδα για όσα θα έλθουν. ΄Εζησα την καθημερινότητα των Βλατσιωτών, γιόρτασα τις γιορτές τους, καμάρωσα τα στολίδια τους, πένθησα τις λύπες τους, ξενιτεύτηκα με τα όνειρά τους, λύγισα με το μόχθο τους, τραγούδησα και χόρεψα με τα τραγούδια τους. Κι όλα αυτά μέσα από τις σελίδες των βιβλίων. Βιβλίων που με τις φωτογραφίες από το πλούσιο ιστορικό αρχείο του Γιάννη Βαρβαρούση αλλά και από το νεότερο φωτογραφικό υλικό του Κώστα Τζιώλα, ζωντανεύουν τα γραφόμενα με τρόπο θαυμαστό. Μέσα από τις σελίδες τους υπάρχει ένα αέναο γίγνεσθαι που πυροδότησε αισθήματα και σκέψεις, που ξεκαθάρισε αξίες και αρχές. Οι ξενιτεμένοι Βλατσιώτες χάρισαν στον κόσμο ανθρώπους που πλουτίζουν τη ζωή ψυχικά και πνευματικά. Τα βιβλία αυτά με βοήθησαν να δω αυτό τον τόπο με μάτια αγνά και καθαρά, ανοιχτά και φωτεινά.
Κι όσο πιο πολύ γνώριζα τη Βλάστη, τόσο με κυρίευε ο έρωτάς της, όσο την ανακάλυπτα , τόσο αυτή ψήλωνε, βάθαινε και με πλούτιζε. Η γνωριμία μου με τη Βλάστη γρήγορα έγινε μια σχέση βιωματική.
Η προσωπική μου φιλοσοφία είναι πως αν δεν εξετάζεις το παρελθόν, τότε αγνοείς και το παρόν και είσαι καταδικασμένος στην άγνοια. Το παν είναι η γνώση. Γνωρίζοντας την ιστορία και έχοντας επίγνωση αυτής της ιστορικής διαδρομής, έχουμε χρέος να σώσουμε όσα οι χιλιετηρίδες μας παρέδωσαν. Πεντακόσια χρόνια αδιάκοπης ιστορίας βαραίνουν το χωριό. Το παρελθόν ζει μέσα μας, οι πρόγονοί μας, η πατρίδα μας, εκεί όπου ανήκουμε.
Κάθε φορά που βρισκόμουνα στη Βλάστη και σαν έπεφτε το σούρουπο στους δρόμους της, έβλεπα με τη φαντασία μου πρόσωπα βγαλμένα από το «πάνθεον» της ιστορίας, των γραμμάτων και των τεχνών, αλλά και άλλα με ξεχωριστό συμβολισμό ιστορικό ή κοινωνικό που εμφανίζονταν σαν σκιές στις γωνιές των δρόμων. Κι ενώ περπατούσα ένοιωθα δίπλα μου να με συντροφεύουν οι αέρινες οπτασίες τους από το παρελθόν που γίνονταν κομμάτι της μνήμης και της ιστορίας. Κι ενώ περπατούσα, ένοιωθα τα βήματά μου να μετρούν ιστορία, θρύλους και παραδόσεις ενώ ο βλέμμα της ιστορίας που με πήρε το κατόπι δεν με άφηνε να ανασάνω.
Οι άνθρωποι, ο τόπος, έκαναν τη σκέψη μου να χαθεί στα δαιδαλώδη μονοπάτια του παρελθόντος, τότε που η Βλάστη έσφυζε από ζωή και βροντερά ονόματα όπως οι Φαρμακαίοι, οι Μπέλλιου, οι Σίνα, οι Δουμπαίοι, οι Θωμαϊδηδες, οι Γερμάνηδες, οι Βρανάκηδες, οι Μουσίκοι, οι Γαλάνοι, οι Κεραμόπουλοι, οι Κούντουρα, οι Μπουμπαρά, οι Αργυράκοι δέσποζαν στο χωριό.
Αφουγκράστηκα τη φωνή της Βλάστης, τους θρύλους αλλά και το μεγαλείο της. Ακροάστηκα τα μυστικά μηνύματα της Βλατσιώτικης γης. Αναζήτησα τη μυστική γοητεία του λαϊκού της πολιτισμού, με ευαισθησία απέναντι στην πνευματική δημιουργία. Κι όταν βρισκόμουνα και πάλι κυκλωμένη από τη σύγχρονη πεζότητα αγωνιζόμουνα κλείνοντας σφιχτά τα μάτια να φτερουγίσω με τη φαντασία μου πίσω, στον κόσμο εκείνο, των ηρώων, των ευεργετών, των Μακεδονομάχων, σ΄έναν κόσμο ιδεών ανεπανάληπτο. Στη Βλάστη που γνώρισε ένδοξες εποχές οικονομικής και πολιτιστικής ακμής, που γέννησε μεγάλους ανθρώπους που άφησαν το αποτύπωμά τους σε ηρωισμό, σε κτίρια, βιβλία, μαρτυρίες και ευεργετήματα. Στη Βλάστη που χάρη σ΄ αυτούς τους σπουδαίους ανθρώπους, σε δύσκολα χρόνια του Ελληνισμού κατάφερε να ακουστεί στα μεγάλα κέντρα της εποχής εκείνης, όπως η Βιέννη, η Βουδαπέστη, η Κωνσταντινούπολη, το Βουκουρέστι κ.α. Κι εμείς σήμερα μπορούμε να είμαστε περήφανοι γι αυτό το ένδοξο παρελθόν.
Ταξιδεύοντας από τη Λάρισα για τη Βλάστη, διαβαίνουμε το Σαραντάπορο, διασχίζουμε τον Κοζανίτικο κάμπο και φθάνουμε στην ΠτολεμαΪδα. Την ώρα που αφήνουμε την Πτολεμαΐδα ανηφορίζοντας το δρόμο για τη Βλάστη, κάθε φορά, ένα δέος με καταλαμβάνει κι ένα συγκινητικό κρακ νοιώθω εντός μου. Το ζωντανό πράσινο της Οξυάς κατακλύζει τα πάντα. Η Βλάστη χωμένη στην αγκαλιά του Σινιάτσικου, γαλήνια και ειδυλλιακή.
Μεγαλόπρεπος και επιβλητικός ο Σινιάτσικος, ( ΄Ασκαιον όρος) άγρια η ομορφιά του, απότομη η κορυφή του, γλυκαίνει και σβήνει ο όγκος του κοντά στα σπίτια δίνοντας μια μυθική διάσταση. ΄Όταν προσπάθησα να ανεβώ στην κορυφή του, αισθάνθηκα τη μοναδικότητα να βρεθώ τόσο ψηλά, μεταξύ ουρανού και γης, τόσο κοντά στο Δημιουργό. Εκεί ψηλά εκστασιάζεσαι. Το υψόμετρο, η θέα, η τραχιά ομορφιά της ορεινής φύσης δημιουργούνε συναισθήματα που μόνο όσοι έχουν ανέβει μέχρι εκεί πάνω τα καταλαβαίνουν. Υπάρχει κάτι σαν μαγική επίδραση που σε αποζημιώνει με το παραπάνω για τον ιδρώτα και τον κόπο.
Με δέος αντικρίζεις , σαν ζωντανό πίνακα , τη θέα της Βλάστης ψηλά από τον ΄Αγιο Παντελεήμονα. Μια απίστευτη ποικιλία πανίδας και χλωρίδας. Από δω ψηλά απολαμβάνεις τις έμφορτες από δόξα και ιστορία κορυφές των γύρω βουνών, του Γράμμου και του Βίτσι, του Σινιάτσικου και του Μπούρινου. Τα περάσματα της φύσης που δημιουργεί ο ποταμός Μύριχος. Πλαγιές καταπράσινες, λιβάδια δρόμοι και μονοπάτια, δένδρα πανύψηλα ριζοβολημένα από αιώνες, βρύσες με κρύα νερά που ξεδίψασαν τους Μακεδονομάχους, έχουν πολλά να μας πούνε για τους ανθρώπους που πέρασαν απ΄ αυτόν τον τόπο. Μνήμες που ριζώνουν για πάντα και που οι Βλατσιώτες κληροδοτούν αθόρυβα κι αβίαστα στα παιδιά τους. Τα χρώματα γύρω σου εναλλάσσονται σαν σε μαγευτικό σκηνικό , η θεά φύση φρόντισε να τα μοιράσει με τέχνη κι απλοχεριά. Τα σπίτια με τις κόκκινες κεραμοσκεπές μοιάζουν να αποτελούν αρμονική συνέχεια της φύσης, φύσης πανέμορφης. Αυτό που νοιώθεις εκεί δεν αφήνει περιθώριο για πεζές σκέψεις.
Ο γερο -πλάτανος στην πλατεία μας υποδέχεται μαζί με το γάργαρο νερό από τη βρύση της «αρκούδας». Είναι το χαμόγελο της Βλάστης που συνεχίζει στη σημερινή εποχή τη διαδρομή της στηριγμένη στις γερές παλιές της ρίζες.
Οι πράσινοι όγκοι των βουνών, που γίνονται μολυβένιοι τη νύχτα, ορίζουν ένα σύμπαν ανοιχτό και απροσπέλαστο. Αγαπημένα βουνά. Η επιτομή της μυρωμένης γλυκιάς Ελλάδας στα ριζά του Μουρικιού και του Σινιάτσικου. Νοιώθεις το άρωμα του πεύκου ακούς το θρόισμα της λεύκας, ακούς το ρολόι το βράδυ να μετράει το χρόνο.
Διώροφα σπίτια με κλειστά παραθυρόφυλλα που το καλοκαίρι ανοίγουν διάπλατα και παίρνουν ζωή. Μια πόρτα γερμένη από το χρόνο, η αίσθηση της φθοράς… Καινούργια σπίτια αλλά και παλιά που αντιστέκονται στη φθορά του χρόνου και στην εγκατάλειψη των ανθρώπων. Κάποια παλιά μεγαλόπρεπα αρχοντικά που διασώζουν τη μνήμη του παλιού πλούτου των ταξιδεμένων Βλατσιωτών, έμειναν να μας θυμίζουν «τι είχαμε, τι χάσαμε, τι μας απομένει» Αρχοντικά που ιστορούν τα περασμένα με τη σιωπή τους. ΄Όμως σαν σκύψεις με αγάπη πάνω τους, θα ακούσεις την ιστορία τους, τις χαρές, τις λύπες, τις λαχτάρες τους, τις προσδοκίες, τις βεγγέρες, τα ξεφαντώματα , τους χτύπους της καρδιάς. Αν δεν ακούσουμε τα όσα έχουν να μας πουν θα βουβαθούν μια μέρα και θα τα σκεπάσει η τέφρα της λησμονιάς.
Το αρχοντικό Βαρβαρούση, το οποίο δεσπόζει απέναντι από τον Αϊ-Μάρκο , «μιλάει» για την παλιά χρυσή εποχή που η Βλάστη γνώριζε ευημερία. Στο αρχοντικό Τσικρίκη, οι ιδιοκτήτες του προσπαθούν να διατηρήσουν ακέραια την προγονική τους κληρονομιά. ΄Ετσι με πολύ αγάπη και φροντίδα, επέμεναν στη λεπτομέρεια και διατήρησαν στο απόλυτο το ιστορικό ύφος του κτηρίου, προσθέτοντας με εντυπωσιακή ευαισθησία τις καλύτερες δυνατές ανέσεις και τη ζεστή φιλοξενία.
Ο ΄Αγιος Μάρκος, ο Αϊ Νικόλας, με το ξυλόγλυπτο τέμπλο το φερμένο από τη Μοσχόπολη, από τον παπα-Γιώργη Σίνα, το Θωμαΐδειο αρρεναγωγείο, το Μουσίκειο Παρθεναγωγείο, το Βρανάκειο Δημοτικό Σχολείο, όμορφα κι απέριττα αποπνέουν ιστορία και παράδοση. Γύρω τους προτομές και μνημεία επιφανών ανδρών και ηρώων, τέκνων της Βλάστης, ιστορούν παλιά μεγαλεία και αγώνες. Οι προτομές του παπα-Γιώργη Σίνα, του Εθνικού Ευεργέτη βαρόνου Κων/νου Βέλλιου, του Εθνικού Ευεργέτη Στέργιου Δούμπα και του γιού του Νικολάου Δούμπα, Μαικήνα των τεχνών τη Βιέννης, του Κων/νου Θωμαΐδη, Προέδρου της Μακεδονικής Φιλεκπαιδευτικής Αδελφότητας Κων/πόλεως, του Οικουμενικού Ευεργέτη Χριστόδουλου Γαλάνου, του σπουδαίου αρχαιολόγου Αντ. Κεραμόπουλου, που συνέδεσε το όνομά του με το Λιμναίο οικισμό της Καστοριάς και με το βασίλειο του Κάδμου στη Θήβα αλλά και με τις ανασκαφές στις Μυκήνες, των Μακεδονομάχων Αργυράκου, Μπουμπαρά και Κούντουρα. Καθένας με την αλκή του, την αρετή του και το φρόνημά του το «εύψυχον και ελεύθερον» . Αν σιωπήσεις κι αφουγκραστείς, θα αισθανθείς ότι είναι ζωντανοί. Θ΄ ακούσεις ήχους και απόηχους από κάθε μεριά, μηνύματα γύρωθε, συνθήματα, βολές, κλαγγές. Σμίγουν με τους καημούς της καρδιάς του Γιάννη Φαρμάκη που δεσπόζει στον ορειχάλκινο ανδριάντα του, σε βάθρο πέτρινο, για να μας θυμίζει ότι «Ελευθερία και ‘ Ελλην ζυμώθηκαν μαζί».
Αυτός ο τόπος , ο δικός μας τόπος, της όμορφης φύσης, με τις φυσικές εναλλαγές, τις δασωμένες πλαγιές , τις εκκλησιές και τα ξωκλήσια, τα παραδοσιακά Μακεδονίτικα σπίτια, ο τόπος ο φορτωμένος με ιστορικές μνήμες και σύμβολα, οδηγεί την ψυχή του ανθρώπου στην ανάτασή του προς τους ουρανούς. Οι εικόνες που ζωγραφίζει αυτός ο τόπος με τα χρώματα και τους ήχους στην ψυχή μας είναι ανεπανάληπτες και μένουν για πάντα στην πινακοθήκη της καρδιάς μας.
Είναι όλα αυτά τα «μεγάλα θαύματα» που σε κάνουν να αγαπάς αυτή τη γωνιά της γης. Είναι η ιστορία, οι εικόνες, οι ήχοι, τα ακούσματα, οι συναντήσεις στη γενέτειρα, εκεί που με όλα αυτά γαλουχήθηκαν οι Βλατσιώτες από τα νηπιακά τους χρόνια. Είναι οι αφοσιωμένοι φίλοι, οι αγαπημένοι συγγενείς, η ανεκτικότητα του χωριού, η απλότητα, η αρχοντιά και η μεγαλοπρέπεια συνάμα που σε κάνουν να πιστεύεις ότι η ομορφιά του κόσμου υπάρχει, αν θέλει κανείς να τη δει.
Στη Βλάστη όμως είναι και οι παρέες. Αγαπημένοι συγγενείς και αγαπημένοι φίλοι, που έρχονται από παντού κάθε Δεκαπενταύγουστο. ΄Ερχονται στη Βλάστη των προγόνων, έρχονται στου τάφους των ηρώων, των Μακεδονομάχων, να πάρουν μνήμη και ευλογία. Έρχονται στα ξωκλήσια , στο τραγούδι του κλαρίνου και στους ήχους των χάλκινων.΄Ερχονται στα βουνά, στα ηλιοβασιλέματα και στις ανατολές. Οι ρίζες τους τους βοήθησαν να βγάλουν κλαδιά, κι εκείνοι ποτέ τους δεν έπαψαν να επιστρέφουν σ΄αυτές .Επιστρέφουν στις ρίζες τους, φέρνοντας μαζί και φίλους, που έμαθαν κι αυτοί να αγαπούν τον τόπο και τους ανθρώπους του, που ανοίγουν την καρδιά τους όπως τα σπίτια τους.
΄Ερχονται στο Πανηγύρι της Παναγιάς, μια γιορτή λατρευτική μα και πανηγύρι χαράς, ξέσπασμα κεφιού, αντάμωμα. Είναι όλοι εκεί φίλοι, συγγενείς, συμπέθεροι. Κι είναι όλοι ένα. Με το μυρωδάτο ψητό, το λαχανάτο να μοσχομυρίζει, το μανούρι, το κρασί και όταν ακουστούν τα χάλκινα, το κλαρίνο και τα βιολιά, όλοι μονιάζουν, χορεύουν, ανταλλάσσουν ευχές, αγκαλιάζονται, οι νότες δονούν το μυαλό και το σώμα. Στο μαγευτικό ξέσπασμα μετέχουν και όλοι οι άλλοι που καμαρώνουν απ΄ έξω από το χορό τα νιάτα. Κι όλοι έχουν έναν κοινό τόπο, την αγάπη για το ιστορικό χωριό τους.
Οι ιριδισμοί της φύσης κατακλύζουν τα καταπράσινα λιβάδια. Κι ο τρανός χορός, έθιμο πανάρχαιο με τραγούδια ιστορικά, μεγαλόπρεπα. Τραγούδια που διατηρούνται σε πείσμα των καιρών. Τα βήματα αργά, συρτά, ρυθμικά. Ο χορός σοβαρός. Οι φωνές στεντόρειες φθάνουν στις λαγκαδιές του Σινιάτσικου, το δάσος του Αϊ –Λιά αντιβουίζει. Κι είναι η μέρα «λιόκαλη» κι ο ουρανός γελάει και όλοι χαίρονται και αλληλο- χαιρετιούνται. Ξεδιπλώνεται η χαρά, παραμερίζονται οι πίκρες και καημοί και θύμισες παλιές χορεύουν μέσα τους. Στα πρόσωπα όλων καθρεφτίζεται ένα αίσθημα χαράς. Ζωντανές παραμένουν οι συνήθειες και τα έθιμα. Κανείς και τίποτα μέχρι σήμερα δεν μπόρεσαν να εξαφανίσουν ή να καταστείλουν τη διάθεση, την παράδοση, το πάθος και τη γιορτάσιμη μεγαλοπρέπεια, που διατηρούσαν και διατηρούν οι άνθρωποι της Βλάστης. Μέρος της ίδιας της παράδοσης είναι ο τόπος ολόκληρος.
Στη Βλάστη είναι οι αγαπημένοι συγγενείς, είναι οι αγαπημένοι φίλοι, είναι οι παρέες….
Κάθε φορά που σμίγουμε κάτι καινούργιο, κάτι ζωντανό μπορεί να γεννηθεί μέσα από το παλιό. Στους περιπάτους σε δρόμους, μονοπάτια και γύρω από τα λιβάδια, αναβλύζουν ιδέες μέσα στη μοναξιά της φύσης.
Βλάστη! Τόπος που φέρει το φωτοστέφανο των μεγάλων αναμνήσεων που η ιστορία και η παράδοση κάνουν να ακτινοβολούν ζηλευτά πάνω από το όνομά της. Τόπος για περισυλλογή και υπερηφάνεια.
Στη Βλάστη βρίσκω τις απαντήσεις που η πόλη δεν μου προσφέρει. Το «γιατί» των πραγμάτων είναι τόσο πιο κοντά σου, αρκεί να το δεις, να το μυρίσεις, να το αναπνεύσεις, να το αγγίξεις, να το ακούσεις. Οι αισθήσεις «ανοίγουν». Ο ύπνος είναι και πάλι ένα ταξίδι στη νύχτα, τα όνειρα επανέρχονται καθαρά, εμβαπτισμένα στο μαγικό νερό των ενύπνιων συνειρμών. Το σώμα ζώντας ξανά στις συνθήκες για τις οποίες είναι φτιαγμένο, ηρεμεί, το πνεύμα καθαρίζει.
΄Όμως κάποια στιγμή φεύγεις , κλείνεις πίσω σου την πόρτα, και καθώς παίρνεις τη στροφή στου Λάμπα και η Βλάστη χάνεται από τα μάτια σου, παίρνεις μαζί σου ένα κομμάτι από την ομορφιά της. Η επιστροφή από τη Βλάστη μου φέρνει εκτός από νοσταλγία και ψυχοσωματικές αντιδράσεις. Η πόλη, για αρκετές ημέρες μου μοιάζει απάνθρωπη , οι ήχοι με αποσυντονίζουν με επαναφέρουν σκληρά σε μια καθημερινότητα στερημένη από χυμούς.
Του χρόνου πάλι, στο «μέτρο» και στη Βλάστη, για να γεμίσω ξανά τις μπαταρίες μου. Η Βλάστη θα είναι πάντοτε εκεί, να προσμένει αυτούς που την αγαπούν.
ΝΕΛΛΗ ΒΑΣΒΑΤΕΚΗ