Ο τίτλος του βιβλίου του Αύγουστου Κορτώ θα μπορούσε να παραπέμπει σαφώς σε ιδιοκτησία. Και μπορεί πράγματι έτσι να είναι τα πράγματα,αφενόςεπειδή μας προβληματίζει για τον βαθμό στον οποίο η γενική κτητική μιας μάνας μπορεί να καλύψει ολόκληρη την ύπαρξη του παιδιού της κι αφετέρουγιατί πρόκειται για ένα βιβλίο που ανήκει στην μητέρα του, θα μπορούσε να είναι γραμμένο από την ίδια. Ωστόσο την αποστολή αυτή αναλαμβάνει να φέρει εις πέρας ο γιός της σε μια προσπάθεια βίωσης του πένθους τού αυτοπροκαλούμενου θανάτου της μητέρας του. Και πρόκειται για ένα πένθος με μνημειώδες ύφος.
Η Κατερίνα, μητέρα του συγγραφέα, βασανίζεται εφ’ όρους ζωής τόσο από την ψυχική αρρώστια που την κάνει να ζει μια ζωή παράξενη ή εκκεντρική για τους πολλούς όσο και από την αδιαπραγμάτευτη αγάπη προς το μοναχογιό της, που την καθιστά απαράμιλλα στοργική κι ευαίσθητη αλλά ταυτόχρονα και με το δεσποτικό, παρεμβατικό κι επηρμένο χαρακτήρα μιας μάνας. «Τον φαντάζομαι καθηγητή πανεπιστημίου, πρωθυπουργό, νομπελίστα, λήμμα πολυσέλιδο στις εγκυκλοπαίδειες».
Το δίπολο τόσο της φύσης της ασθένειας όσο και της φύσης της αγάπης την οδηγεί τελικά στην ψυχική της απογύμνωση και την έσχατη λύτρωση. Η Κατερίνα αποφασίζει το 2002 να αυτοκτονήσει καταπίνοντας περίπου τετρακόσια χάπια. Και δεν είναι μόνο η αυτοχειρία που κάνει τον αναγνώστη να συμπάσχει στο πένθος του Κορτώ αλλά περισσότερο το γεγονός ότι ο ίδιος ο γιος της είναι αυτός που πρώτος την αντικρίζει, σκεπάζει το γυμνό της σώμα κι αναρωτιέται αν θα πρέπει να αφήσει το παράθυρο ανοιχτό για να μπορέσει η ψυχή της ανεμπόδιστα να ελευθερωθεί.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο η Κατερίνα γίνεται το πρώτο πρόσωπο μιας μεταθανάτιας αφήγησης οικογενειακών παθών, κρυμμένων μυστικών και δριμύτατων συναισθημάτων, που πολλές φορές δικάζουν και πλανεύουν τις μνήμες όλων των εμπλεκομένων. Αλλά εδώ ο μέγιστος εμπλεκόμενος είναι ο ίδιος ο γιός της και αυτή η οδυνηρή εμπλοκή μεταξύ της αυτόχειρος μητέρας και του μονάκριβού της γιου δίνεται μέσα από μια γλωσσική περιδίνηση, που καθιστά τη συμβολή του αναγνώστη παρείσακτη, αμελητέα κι επουσιώδη. Εδώ η γλώσσα είναι η γλώσσα της μνήμης και της ψυχανάλυσης, απλή και κοφτερή, και δεν περιδινείται για την εξακρίβωση των πραγμάτων μπροστά στα μάτια του αναγνώστη· η μνήμη και η ψυχανάλυση είναι προσωπικά ζητήματα, ανήκουν στον ίδιο τον Κορτώ, κι επομένως ο αναγνώστης απλώς παρακολουθεί, συμπάσχει αποκομμένος, κρατά την ανάσα του κι αφουγκράζεται.
Το πολύ ενδιαφέρον, πέρα από το ευφυές της συγγραφικής τόλμης να υπάρξει αυτή η ψυχαναλυτική συγγραφή, είναι ότι η Κατερίνα ταξινομεί μεταθανάτια τα ολέθρια λάθη που ο τρόμος μπροστά στην ψυχική ασθένεια της υπέδειξε κι αναγνωρίζει το πνιγερό περιβάλλον της κτητικής μητρικής αγάπης. «ότι η αγάπη για το παιδί μπορεί να γεμίσει την άδεια σου ζωή, έτσι που η δική του όλο προσδοκίες κι όνειρα ζωή να μοιάζει μέρα με τη ημέρα δική σου, μέχρι που στο τέλος δεν τις ξεχωρίζεις. Κοιμάται το παιδί κι εσύ ονειρεύεσαι· τρώει, κι εσύ καταπίνεις».Τα λάθη όμως δεν αφορούν μόνο την ανατροφή του γιού της, αλλά ολόκληρη τη σύνδεσή της με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας που αποδεικνύει πως οι δεσμοί αίματος, όσο γόρδιοι κι αν είναι, μπορεί να μαρτυρούν απλώς διακλάδωση οικογενειακού δέντρου και τίποτα περισσότερο.
Το Βιβλίο της Κατερίνας είναι ένα βιβλίο που δεν αφήνει περιθώρια δεύτερης σκέψης και δεν αποσιωπά στοιχεία. Προβληματίζει, θέτει ερωτήματα κι ερμηνεύεται εν τέλει κι από τις δυο πλευρές: αυτής της Κατερίνας κι αυτή του γιού της.
Ο Αύγουστος Κορτώ γεννήθηκε το 1979 στη Θεσσαλονίκη. Εκτός από τη συγγραφή, μεταφράζει κι αρθρογραφεί σε έντυπα κι ηλεκτρονικά μέσα.
Αύγουστος Κορτώ
Το Βιβλίο της Κατερίνας
Εκδόσεις Πατάκης