Η Άγκνες Μαγκνουσντότιρ υπήρξε πραγματικό πρόσωπο. Ήταν η τελευταία γυναίκα που καταδικάστηκε σε θάνατο για τη συμμετοχή στη δολοφονία δυο αντρών, ένας εκ των οποίων υπήρξε εραστής και αφεντικό της. Η Άγκνες παρατημένη από γονείς, καταδικασμένη ήδη στη φτώχια και την ανέχεια από τη γέννησή της, εργαζόταν σε υποστατικά διαφόρων αγροτικών οικογενειών της Ισλανδίας με μόνο κέρδος την παροχή στέγης και φαγητού. Η σκληρή δουλειά, η επιμονή και η υπομονή της ήταν που την έκαναν γνωστή στις παγωμένες κοιλάδες της βόρειας Ισλανδίας μέχρι την ημέρα του φόνου, οπότε και η έμπιστη παραδουλεύτρα μεταλλάσσεται σε φόνισσα.
Ο νομαρχιακός επίτροπος Μπλόνταλ διατάζει την εκτέλεσή της, όπως και του Φρίντριχ Σίγκουρτσον, του άλλου συνεργού, ενώ το τρίτο μέλος της διπλής δολοφονίας, η Σίγκριντουρ Γκουντμουντσντότιρ απαλλάσσεται από την θανατική ποινή ύστερα από επέμβαση του Βασιλέως. Η διαταγή επιβάλλει επίσης αφενός τη συμβολή δυο πνευματικών που θα στηρίξουν και θα συνδράμουν στη μεταμέλεια και την άφεση αμαρτιών των καταδικασθέντων κι αφετέρου τη φιλοξενία της Άγκνες στο υποστατικό του νομαρχιακού υπαλλήλου Γιον Γιόνσον, λόγω έλλειψης γυναικείων φυλακών. Ο Γιόνσον με τη γυναίκα και τις δυο τους κόρες τρομαγμένοι μπροστά στη συμβίωση με μια, κατά την κοινή γνώμη αλλά και την απόφαση του δικαστηρίου, εγκληματία, δυσκολεύεται να προσαρμοστεί αλλά και να αποδεχτεί στο σπιτικό του μια γυναίκα που τους καθιστά δακτυλοδεικτούμενους στην τοπική κοινωνία. Ωστόσο δεν υπάρχει περιθώριο άρνησης ή μη προσαρμογής στις άνωθεν διαταγές και η οικογένεια ζει τον τελευταίο χρόνο της μελλοθάνατης.
Τα πράγματα αλλάζουν όταν τα μέλη της οικογένειας έρχονται κοντά με την Άγκνες, αναγνωρίζουν ότι τα πράγματα δεν είναι ακριβώς όπως φαίνονται ούτε όπως αποδείχτηκαν στο δικαστήριο. Η Άγκνες είναι μια ταλαιπωρημένη γυναίκα, που ακόμα και η συμμετοχή στο φόνο ενεργοποιήθηκε για την αποφυγή της αβάσταχτης τυραννίας ενός αργού θανάτου. Ήταν η βαθιά της αγάπη για τον Νάταν, έναν εκ των θυμάτων, που την οδήγησε στη συνεργία. Η προδοσία εκ μέρους του, οι απατηλές υποσχέσεις και ο εξευτελισμός που υπέστη όχι μόνο η ίδια αλλά και ολόκληρη η κατά τα άλλα θεοσεβούμενη και θεοφοβούμενη κοινωνία, η οποία ωστόσο φοβάται τον ίδιο τον Θεό όσο και τον Νάταν και την Άγκνες. Φοβάται και δημιουργεί φήμες και θρύλους τόσο για το θύμα όσο και τον θύτη. Τους κατηγορεί ουσιαστικά για τον ίδιο λόγο, μόνο που τον πρώτο τον μνημονεύει ενώ τη δεύτερη την καταδικάζει σε θάνατο.
Η κινηματογραφική δομή περιλαμβάνει στο μεγαλύτερο κομμάτι της την τριτοπρόσωπη αφήγηση ενώ ο μονόλογος της καταδικασμένης παρεμβάλλεται για να περιγράψει με τον πλέον ζωντανό τρόπο το μίσος και την ιδιοτέλεια των ανθρώπων στο κορμί και τη ψυχή της. Και η συνηθισμένη ως λογοτεχνικό τερτίπι παρεμβολή καταλήγει να αποτελεί ουσιαστική συμβολή τόσο στην εξέλιξη όσο και την ad hoc ζωντάνια της εξιστόρησης.
Παρά τη δυσκολία των ισλανδικών ονομάτων, οι ζωντανές εικόνες, οι πλούσιες μεταφορές και παρομοιώσεις, οι μετωνυμίες και η σύνδεση ακόμα και των ανθρώπινων συναισθημάτων με τα καιρικά φαινόμενα κάνουν ακόμα πιο έντονα όχι μόνο τα χαρακτηριστικά της εξιστορούμενης τραγωδίας αλλά και του ταλέντου της συγγραφέως υπό το πρίσμα μιας πλήρως επιμελημένης μετάφρασης.
Τα Έθιμα Ταφής αποτελούν έναν σπάνιο συνδυασμό αστυνομικού και ιστορικού μυθιστορήματος, που αμφισβητεί τη Δικαιοσύνη της δικαιοσύνης, τον ανθρωπισμό όταν υπάρχει απάνθρωπη συμπεριφορά, την κατήχηση όταν η ποίηση είναι αυτή που «μεταμορφώνει τους ανθρώπους σε φανάρια αναμμένα» και την προσωπική ελευθερία που έτσι κι αλλιώς τυγχάνει να «περιορίζεται» στους στενούς χώρους μια φτωχικής αγροικίας.
Η Χάνα Κεντ γεννήθηκε στην Αυστραλία το 1985 και άκουσε για πρώτη φορά τους θρύλους για την Άγκνες Μαγκνουσντότιρ όταν βρέθηκε στην Ισλανδία με ένα πρόγραμμα ανταλλαγής φοιτητών. Σήμερα θεωρείται μια από τις πολλά υποσχόμενες νέες συγγραφείς σε παγκόσμιο επίπεδο, βλέποντας η ίδια το πρωτόλειο βιβλίο της να μεταφράζεται σε άλλες γλώσσες και να εμπνέει ακόμα και την εικαστική επιμέλεια των εξωφύλλων. Η ανασκευή μιας ιστορίας διακοσίων ετών που ακόμα όμως επηρεάζει την Ισλανδία, οδήγησε τη νεαρή συγγραφέα να αποσπάσει πολλά βραβεία παγκοσμίως, υπογραφές συμβολαίων και χρηματοδοτήσεις για τις επόμενες συγγραφικές της προσπάθειες.
Έθιμα Ταφής
Χάνα Κεντ
Μετάφραση: Μαρία Αγγελίδου
Εκδόσεις Ίκαρος