‘-Γειά σου Τασούλ.
-Γειά σου Χάμπο. Τι χαμπάρια;
-Δε φάνηκες ψες βράδυ κατά ‘δω.
-Δε φάνηκα Χάμπο γιατί ψες βράδυ πήρα την ξαδελφούλα μου, του αδελφού της μάνας μου, και την πήγα στο Τσίρκο. Να δει και κάτι άλλο από τηλεόραση το παιδί!
-Τσίρκο! Έχω πάει στο τσίρκο Τασούλ παλιά. Πολλά χρόνια πριν…
-Σ’ άρεσε Χάμπο το Τσίρκο;
-Με μάγεψε Τασούλ! Το τσίρκο είν’ μαγεία. Και μη θαρρείς ήμουν παιδί Τασούλ. Το τσίρκο και τους μεγάλους τους μαγεύει.
-Έχεις δίκιο Χάμπο. Το τσίρκο είν’ μαγεία. Εξάλλου είν’ κι οι ταχυδακτυλουργοί κι οι μάγοι…
-Ναι. Είν’ μαγεία όλο μαζί!
-Το τσίρκο είν’ όμως και φόβος. Τρομάζεις στο τσίρκο. Σε κόβεται η ανάσα!
-Ναι βρε Τασούλ. Με κείνα τ’ ακροβατικά. Ψηλά! Να πιάνονται με κατ’ σάλτα στον αέρα χέρι με χέρι, χέρι με πόδι…Στο τσακ!
-Ναι Χάμπο. Λες πάει, αυτό ήταν, θα πέσει και κείνος κάνει τρεις φούρλες, μπορεί και παραπάνω, στον αέρα και χραπ, αρπάζει το χέρι του άλλου του ακροβάτη στο τραπέζιο!
-Είν’ αγωνία το τσίρκο Τασούλ. Είν’ και φώτα. Είν’ και λάμψη. Είναι σπουδαία στο τσίρκο.
-Ειν’ κι ομορφιά όμως Χάμπο, ακροβάτισσες, ζογκλέρ, όμορφα κορίτσια με κουστούμια… μένεις με το στόμα ανοιχτό.
-Ε, νέο παιδί συ, βράζει το αίμα. Αλλά δίκιο έχεις. Είν’ κι ομορφιά. Παλιά είχε και άγρια ζώα. Τώρα μαθαίνω δεν έχουν όλα. Αλλά ήταν οι τίγρεις, να σε πιάνει τρόμος. Μούδιασα θυμάμαι απ’ το φόβο μου. Κι αν φύγουν κι έρθουν πάνω μας σκεφτόμουν;
-Το τσίρκο είν’ τρόμος κι αγωνία Χάμπο. Δε βγαίνει εύκολα το μεροκάματο στο τσίρκο. Το λέει η καρδιά τους.
-Ατρόμητοι Τασούλ πράγματι. Άνοιγε το στόμα της τίγρης κι έβαζε, κοπέλα ήτανε θυμάμαι, το κεφάλι της μέσα στο στόμα της τίγρης…
-Έτσ’ έπαιρνε το χειροκρότημα όμως Χάμπο. Γιατί το τσίρκο είν’, τέχνη και χειροκρότημα.
-Το τσίρκο είν’ όμως και γέλιο ε Τασούλ;
-Ναι, βέβαια, οι κλόουν με τα νούμερά τους. Σκας στα γέλια. Καμία φορά γελάς αλλά και λίγο κλαις μαζί. Κλαυσίγελως είν’ το τσίρκο.
-Θα σου πω και κάτι απ’ το τσίρκο που θα θυμάμαι για πάντα Τασούλ! Πως μ’ ήρθε κι έκανα μια βόλτα ανάμεσα απ’ τα τροχόσπιτα και τις τέντες των ανθρώπων του τσίρκο βρε Τασουλ…Δε με πήραν χαμπάρι και μ’ αφήσαν.
-Και; Τι έγινε κει Χάμπο;
-Κει είδα, σε δύο – τρία τροχόσπιτα σακατεμένοι ανθρώποι Τασούλ. Όλοι παλιοί ακροβάτες και θηριοδαμαστές…και ποιος ξέρει τι άλλο επικίνδυνο…
-Το τσίρκο, έξω απ’ το χειροκρότημα είν’ και πόνος και κλάμα.
-Ναι! Όμως ένα πράγμα μ’ έκανε εντύπωση Τασούλ.
-Τι Χάμπο;
-Αυτοί οι άνθρωποι…τους δικούς τους, τους συναδέλφους τους, που ειναι πια ανήμποροι τους φροντίζουν. Έχουν αλληλεγγύη, τους πονάνε τους συνανθρώπους τους…