Ένας καλοντυμένος κύριος περιμένει την ηλικιωμένη που επιστρέφει κατάκοπη από τα πρωινά ψώνια στην αγορά.
Εκεί στην είσοδο της πολυκατοικίας κάπως ανήσυχος της λέει ότι είναι υπάλληλος της ΔΕΔΔΗΕ, πως υπάρχει διαρροή ρεύματος, μόλις είδε τα ρολόγια και είναι επικίνδυνα τα πράγματα, θέλει προσοχή “πιθανώς δεν θα μπορέσετε να ανεβείτε με το ασανσέρ” της αναφέρει δήθεν αδιάφορα, εκείνη νιώθει απελπισμένη “τόσα σκαλιά πώς να πάω σπίτι μου, μπορείτε να κάνετε κάτι;” και τότε ο συμπαθής -στα μάτια της- κύριος ως ‘από μηχανής Θεός’ αποκαθιστά την υποτιθέμενη βλάβη στο ασανσέρ “μην φοβάστε θα ανέβω μαζί σας για να μην κλειστείτε μέσα” και φτάνει μαζί της στον όροφο της.
Εκεί εντελώς ξαφνικά χτυπάει το τηλέφωνο του, -ο συνεργός του είναι έναν όροφο πιο πάνω- ” δεν βρέθηκε ακόμη η βλάβη; Είναι εδώ μία κυρία ένοικος της πολυκατοικίας, θα ζητήσω την βοήθεια της”, γυρνάει στην ηλικιωμένη “κυρία μου αν δεν σας πειράζει ένα λεπτό θα μας πάρει μπείτε στο σπίτι σας και ανάψτε τις ηλεκτρικές συσκευές”. Εκείνη πείθετε, μπαίνει στην κουζίνα, “πού είπατε είναι ο γενικός;” του δείχνει, εκείνος τον κατεβάζει “ανάβει τώρα το μάτι; Βάλτε ένα μπρίκι με νερό, βγάλτε το μπρίκι, βάλτε μια κατσαρόλα, ανάβει, σβήνει, μην ανησυχείτε θα βρούμε την ζημιά, είστε πολύ ευγενική και συνεργάσιμη, σας ευχαριστώ για την πολύτιμη βοήθεια σας” στο μεταξύ ο συνεργός έχει μπει από την ανοιχτή πόρτα και κρύβεται σε ένα από τα δωμάτια.
Ο καλοντυμένος κύριος ζητά από την ηλικιωμένη να πάει εκεί που έχει κρύψει λίρες, κοσμήματα, μετρητά και να τα τυλίξει σε αλουμινόχαρτο για να μην λιώσουν καθώς εκλύεται ένα αέριο που τα λιώνει, η ηλικιωμένη έχει ήδη εξουθενωθεί, θέλει να τελειώνει, τον εμπιστεύεται και το κάνει. Αυτός δεν την ακολουθεί παραμένει στην κουζίνα, εκείνη πάει στο δωμάτιο, ανοίγει το συρτάρι τα τυλίγει όπως της είπε, τα αφήνει στο δωμάτιο, γυρνάει στην κουζίνα, ενώ ενώ εκείνος ανοίγει την εξώπορτα και ανάβει το φως του διαδρόμου, ‘είδατε; μάλλον τα καταφέραμε..” της ζητάει να δει αν καίει το μάτι της κουζίνας, εκείνη το βλέπει, πράγματι πλέον είναι ανοιχτό και ακίνδυνο..”Ουφ..”
Στο μεταξύ ο συνεργός που έχει πάρει τα… ‘συσκευασμένα’ τιμαλφή και χρήματα γίνεται… Λούης. Τότε στέκουν ο ένας δίπλα στον άλλο. Εκείνος ευδιάθετος, εκείνη ανακουφισμένη. “Αυτό ήταν, είδατε τελειώσαμε σχεδόν αμέσως..” “Σας ευχαριστώ πώς είπατε το όνομα σας;” “Παπαδόπουλος, ό, τι χρειαστείτε στην διάθεση σας”. Φεύγει.
Εκείνη κλείνει την πόρτα πίσω της. Έχει κουραστεί τόσο πολύ, όμως στ’ αλήθεια ευγενικός ο κύριος της ΔΕΗ, ατυχία που βρήκε εμένα να κάνει αυτήν την δουλειά και έγινα πτώμα.. αλλά δεν πειράζει αφού τελείωσε τώρα, άσε που δεν θα μπορούσα να ανέβω χωρίς ασανσέρ, όχι όχι καλά που τον βρήκα. Και μπαίνει στο δωμάτιο της και το να δει;; Τα πάντα έχουν κάνει φτερά…
Πηγή: grtimes

































