Οι εξελίξεις στον Συριακό εμφύλιο, με αποτρέπουν από το να κάνω πολιτική ανάλυση αυτήν την εβδομάδα. Εξάλλου οι ελληνικές πολιτικές εξελίξεις είναι ένα διαχρονικά «καυτό» ζήτημα. Και είναι βέβαιο που θα υπάρξουν πολλά ακόμα πολιτικά «επεισόδια», που θα χρίζουν ανάλυσης.
Η επέμβαση των Ρώσων στη Συρία «ξάφνιασε» πολλά δυτικά ΜΜΕ αλλά και κυβερνήσεις, τόσο στη Δύση όσο και στη Μ. Ανατολή. Η αλήθεια είναι πως αυτή φαίνεται πως σχεδιάζονταν για αρκετό καιρό. Οι επαναλαμβανόμενες ήττες του συριακού καθεστώτος του Άσαντ, η πρακτική ισχυροποίηση των φανατικών ισλαμιστών στα πεδία των μαχών, αλλά κυρίως η πιθανότητα όλες αυτές οι δεκάδες χιλιάδες των φανατικών να αποκτήσουν μια μόνιμη βάση σε μέγεθος κράτους και να ξεκινήσουν επιθέσεις παντού, φαίνεται πως κινητοποίησε την Ρωσία. Και όχι μόνο.
Σύμφωνα με αυτά που έχουν διαρρεύσει, η Ρωσία προχώρησε στην επέμβαση στην Συρία, αφού πρώτα συμφώνησε με το Ιράν, την σιιτική Χεζμπολάχ, αλλά και την Κίνα. Ενώ ενημέρωσε τόσο τις ΗΠΑ, όσο και το Ισραήλ. Σύμφωνα με την συμφωνία αυτή, η Ρωσία θα ξεκινήσει μεγάλης έκτασης αεροπορικές επιδρομές στην συριακή επικράτεια, ενώ ο Συριακός Στρατός, η Χεζμπολάχ αλλά και ειδικές δυνάμεις του Ιράν θα ξεκινήσουν χερσαίες επιχειρήσεις. Με σκοπό να προσπαθήσουν αρχικά να ανακαταλάβουν μέρος των εκτάσεων που έχει απολέσει το συριακό καθεστώς.
Η αλήθεια είναι πως το καθεστώς του Άσαντ, βρισκόταν στα πρόθυρα της ολοκληρωτικής κατάρρευσης. Είχε πρακτικά «ξεμείνει» από ανθρώπινο δυναμικό ώστε να αναπληρώνει τις απώλειές του, έχοντας παράλληλα απολέσει το μεγαλύτερο μέρος της αεροπορίας του.Το τελευταίο έτος είχε υποστεί συντριπτικές ήττες, ενώ αμυνόταν παθητικά σε όλα τα μέτωπα. Λίγο πριν τις ρωσικές επιδρομές, ο Άσαντ έφτασε να ελέγχει μόλις το 20% του εδάφους της Συρίας. Η Ρωσία σε όλο το διάστημα του πολέμου, εξόπλιζε το συριακό καθεστώς. Κυρίως με ανταλλακτικά για τα οπλικά του συστήματα και πυρομαχικά. Όχι όμως με νέα οπλικά συστήματα, πλην ελαχίστων περιπτώσεων. Η εξέλιξη του πολέμου, έδειξε πως αυτή η βοήθεια δεν ήταν αρκετή για να επιβιώσει το καθεστώς.
Με άμεσο κίνδυνο για τηνΡωσίανα χάσει την μοναδική στρατιωτική βάση που διαθέτει στο εξωτερικό (στην Ταρτούς της Συρίας) και την ισχυρή πιθανότητα να επικρατήσουν ολοκληρωτικά οι τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους (ΙΚ) αλλά και οι υπόλοιποι αντικαθεστωτικοί αντάρτες , φαίνεται πως αποφάσισε να δράσει και να εφαρμόσει το παραπάνω σχέδιο.
Οι εξελίξεις φαίνεται πως θα είναι ραγδαίες. Και κυρίως θα εξαρτηθούν από ένα πράγμα: Την έκταση στην οποία η Ρωσία και οι σύμμαχοί της, είναι αποφασισμένοι να παρέμβουν. Μέχρι την στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, 50 ρωσικά αεροσκάφη και ελικόπτερα επιχειρούν στην Συρία. Πρόκειται για μια σημαντική αεροπορική δύναμη, που φαίνεται πως έχει σημειώσει σημαντικά πλήγματα στους αντιπάλους του καθεστώτος. Ωστόσο είναι προφανές πως αυτή η αεροπορική δύναμη δύσκολα θα αλλάξει δραστικά την ροή του πολέμου. Το καθεστώς Άσαντ χρειάζεται χιλιάδες (νέου) στρατού και σύγχρονα οπλικά συστήματα σε μεγάλους αριθμούς, ώστε να ανακαταλάβει το σύνολο των εκτάσεων που έχει χάσει.
Υπό την παραπάνω συνθήκη, θα φανεί το προσεχές διάστημα τι ακριβώς επιδιώκει η Ρωσία με την επέμβαση στην Συρία. Προσωπική εκτίμηση του γράφοντος είναι πως η Ρωσία δεν θα επιχειρήσει την συνολική νίκη του καθεστώτος Άσαντ στα πεδία των μαχών. Κάτι τέτοιο θα απαιτούσε τεράστιους πόρους από το ρωσικό κράτος, και την επέμβαση του ιδίου του Ρωσικού Στρατού. Η επέμβαση της Ρωσίας μάλλον δεν στοχεύει σε τίποτα περισσότερο από το να διασώσει το καθεστώς Άσαντ και να αναγκάσει τους δυτικούς να το περιλάβουν στην «επόμενη μέρα» της Συρίας, μετά τη λήξη του εμφυλίου. Έτσι θα τους υποχρεώσει, να λάβουν υπόψη και τα συμφέροντα της Ρωσίας στη Συρία. Και να «μοιραστούν» μαζί τηςτην διοίκηση, τόσο της Συρίας όσο και του Ιράκ. Σε κάθε περίπτωση, φαίνεται πως έχουμε μπει στην τελική φάση του συριακού εμφυλίου, του αγριότερου και πιο αιματηρού πολέμου της μεταπολεμικής ιστορίας διεθνώς.