Η διαπραγμάτευση βρίσκεται στο πιο κρίσιμο σημείο της και σύμφωνα με πληροφορίες, θα πρέπει να υπάρξει συμφωνία με τους εταίρους τις αμέσως επόμενες μέρες και σε κάθε περίπτωση πριν λήξει ο Μάιος. Πληροφορίες μιλούν για έκτακτο Eurogroup την 25η Μαΐου, όπου θα επικυρωθούν τα μέτρα που θα περιλαμβάνει η συμφωνία.
Όσον αφορά την πρόοδο στις διαπραγματεύσεις, οι πληροφορίες είναι συγκεχυμένες και περιορίζονται στα σημεία που φαίνεται πως υπάρχει σύγκληση μεταξύ εταίρων και ελληνικής κυβέρνησης. Έτσι, οι εταίροι φαίνεται πως αποδέχονται τους αναπροσαρμοζόμενους δημοσιονομικούς στόχους που προτείνει η ελληνική κυβέρνηση. Σε αυτούς, περιλαμβάνεται ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα στο 1,2% για το 2015, το οποίο θα αυξηθεί στο 2% για το 2016 και 3,5% από το 2017 και για τα επόμενα χρόνια. Αντίστοιχα, η ανάπτυξη που απαιτείται από την Ελλάδα για το 2015 φαίνεται πως συμφωνείται να «κλείσει» στο 0,5% του ΑΕΠ. Εκεί όμως που φαίνεται πως δεν υπάρχει (ακόμα) σύγκληση, είναι στα φορολογικά μέτρα που απαιτούν οι εταίροι να πάρει η ελληνική κυβέρνηση. Εκεί απαιτείται πολιτική απόφαση, είτε από την πλευρά των εταίρων, είτε από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης.
Για την απαράδεκτη συμπεριφορά και «αυτοκτονική» τακτική της ελληνικής κυβέρνησης κατά την διαπραγμάτευση, έχω ξαναγράψει. Όλοι οι Έλληνες ήθελαν αναδιαπραγμάτευση της προηγούμενης συμφωνίας και ελάφρυνση των όρων του προηγούμενου μνημονίου. Και οι περισσότεροι Έλληνες επίσης, συμφωνούσαν να δώσουν χρόνο στην νέα ελληνική κυβέρνηση να διαπραγματευτεί, γνωρίζοντας και αποδέχοντας τις δυσκολίες που πιθανώς θα προκύψουν στην ελληνική οικονομία κατά το διάστημα της διαπραγμάτευσης. Αυτό όμως είναι εντελώς διαφορετικό από τις εξωφρενικές κινήσεις της κυβέρνησης κατά το διάστημα της διαπραγμάτευσης. Και για την «ασφυξία ρευστότητας» που κατά την προσωπική μου γνώμη, ευθύνεται κυρίως η ελληνική κυβέρνηση με τους διαπραγματευτικούς χειρισμούς της.
Έτσι, αρχικά η κυβέρνηση αρνήθηκε την δόση των 7,5 δις ευρώ του Ιανουαρίου, γιατί σύμφωνα με τον κ. Βαρουφάκη τότε «δεν τα χρειάζεται». Στην συνέχεια, η ίδια η ελληνική κυβέρνηση ζήτησε 4μηνη παράταση ώστε να παρουσιάσει την τελική πρόταση στους δανειστές και να υπάρξει συμφωνία, χωρίς να ζητά η Ελλάδα χρήματα για αυτό το διάστημα. Σύμφωνα με τον κ. Βαρουφάκη δηλαδή, έπρεπε η Ελλάδα να μην πάρει χρήματα μέχρι τον Ιούνιο και μετά «βλέπουμε…». Έτσι φτάσαμε στην σημερινή περίοδο, όπου η Ελλάδα δεν έχει «δεκάρα τσακιστή», συμφωνία με τους εταίρους δεν υπάρχει ακόμα, ενώ η κυβέρνηση δεν έχει πλέον παρά ελάχιστα περιθώρια ευελιξίας στην διαπραγμάτευση, καθώς έχει ξεμείνει πλήρως από χρήματα.
Μέσα σε όλα τα παραπάνω, οι Ευρωπαίοι έχουν σύμφωνα με πληροφορίες ήδη έτοιμο το “Plan B”. Και δεν είναι ένα «θεωρητικό Plan B” σαν και αυτά της ελληνικής κυβέρνησης που λέγονται απλά για να «ακούγονται», αλλά πραγματικό. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Αυστριακός πρόεδρος του Euro Working Group Τόμας Βίζερ έχει ήδη ετοιμάσει ένα σχέδιο-τελεσίγραφο στην Ελληνική κυβέρνηση, σε περίπτωση που δεν υπάρξει συμφωνία τις αμέσως επόμενες μέρες. Αυτό θα είναι στα πρότυπα του σχεδίου-τελεσιγράφου που επιβλήθηκε στην κυπριακή κυβέρνηση πριν 2 χρόνια, του τύπου “take it or leave it”, δηλαδή χωρίς να επιδέχεται οποιαδήποτε διαπραγμάτευση ή την παραμικρή αλλαγή. Η κυβέρνηση θα πρέπει να αποφασίσει αν θα το δεχτεί ή θα το απορρίψει ως έχει. Το τι θα περιλαμβάνει το συγκεκριμένο σχέδιο δεν είναι ακόμα γνωστό, αλλά η εμπειρία της Κύπρου έδειξε ότι μάλλον θα είναι χειρότερο σε όρους από την διαπραγματευόμενη συμφωνία. Τότε, η νεοεκλεγείσα Κυπριακή Βουλή είπε το «ηρωικό όχι» στο σχέδιο της Τρόικας, και λίγες ώρες αργότερα οι Κύπριοι πολίτες έχασαν τα χρήματα των καταθέσεών τους.
Εύχομαι η Ελληνική κυβέρνηση να πάψει να «παίζει με την φωτιά». Ειδικά από την στιγμή που φαίνεται πως οι εταίροι έχουν ήδη αποδεχτεί σημαντικές υποχωρήσεις σε σχέση με τους απαιτούμενους δημοσιονομικούς στόχους που ίσχυαν μέχρι σήμερα. Γεγονός που σίγουρα αποτελεί επιτυχία της ελληνικής κυβέρνησης. Ας σταματήσει λοιπόν να σκέφτεται (μικροπολιτικά) ο πρωθυπουργός το πώς θα «περάσει» η συμφωνία από τους βουλευτές της Αριστερής Πλατφόρμας και τους υπόλοιπους ακραίους του κόμματός του. Αυτό δεν θα έπρεπε να απασχολεί έναν ηγέτη με όραμα που διαπραγματεύεται για το μέλλον της χώρας του σε μια πολύ δύσκολη στιγμή, και από θέση ξεκάθαρης αδυναμίας. Ίσως είναι μια ευκαιρία για το κυβερνών κόμμα δε, να απαλλαγεί από την κοινοβουλευτική φωνή ακραίων που σκέφτονται αποκλειστικώς δημαγωγικά και ιδεοληπτικά.