Τη δική του θέση καταθέτει το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας/Τμήμα Δυτικής Μακεδονίας αναφορικά με τον Σιδηροδρομικό Σταθμό Κοζάνης. Την Τετάρτη μάλιστα, συνεδρίασε η Δημοτική Επιτροπή Διαβούλευσης Δήμου Κοζάνης έχοντας στην ατζέντα του και αυτό το ζήτημα. Το ΤΕΕ/ΤΔΜ τίθεται στη διάθεση των φορέων για “εμπεριστατωμένη προσέγγιση” του θέματος της χωροθέτησης της νέας θέσης του Σιδηροδρομικού Σταθμού η ακριβής τοποθέτηση του οποίου σύμφωνα με τους Μηχανικούς του Επιμελητηρίου της Δυτικής Μακεδονίας “παραμένει ζητούμενο“, ενώ παράλληλα από πλευράς τους γίνεται λόγος για έναν διάλογο που “οφείλει να γίνει με όρους διαφάνειας και τεχνοκρατικής προσέγγισης με τη συμμετοχή της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας, του Δήμου Κοζάνης, του ΟΣΕ και του αρμόδιου Υπουργείου”.
Η πλήρης τοποθέτηση-εισήγηση του Τ.Ε.Ε./Τ.Δ.Μ. την οποία υπογράφει για το Δ.Σ. ο Πρόεδρος του ΤΕΕ/ΤΔΜ Δημήτρης Μαυροματίδης, είναι η εξής:
- Η χωροθέτηση του Σιδηροδρομικού Σταθμού προτείνεται να γίνει σε κατάλληλη περιοχή εκτός της πόλης της Κοζάνης, στην περιοχή των Κοίλων. Θέση την οποία το ΤΕΕ/τμήμα Δυτικής Μακεδονίας εξέφρασε με παρεμβάσεις του τόσο το 2006 όσο και το 2008.
- Ο νέος Σιδηροδρομικός Σταθμός θα πρέπει να είναι ενιαίος, εμπορευματικός και επιβατικός. Λόγω του ότι η εμπορευματική λειτουργία είναι κρίσιμη για την ανάπτυξη και την εξωστρέφεια της Δυτικής Μακεδονίας, οφείλει να ληφθεί σοβαρά υπόψη στον σχεδιασμό σε σχέση με την χωροθέτηση ενός Κέντρου Εμπορευματικών Μεταφορών.
- Οι εγκαταστάσεις και εκτάσεις του σημερινού -μη λειτουργούντος από το 2010 Σιδηροδρομικού Σταθμού- οφείλουν να διατεθούν στην πόλη της Κοζάνης με τη μορφή κοινόχρηστων χώρων με πρόβλεψη στο Γ.Π.Σ. Κοζάνης.
- Το ΤΕΕ/Τμήμα Δυτικής Μακεδονίας λαμβάνοντας υπόψη το Νόμο 4254/2014 με τον οποίο είναι δυνατή η δόμηση από την ΓΑΙΑΟΣΕ οποιασδήποτε έκτασης της ανήκει (και του νυν σιδηροδρομικού σταθμού Κοζάνης), τονίζει ότι ο όποιος σχεδιασμός οφείλει να συμπεριλάβει μέσα από διαβούλευση τις ανάγκες και τις προοπτικές της πόλης και της κοινωνίας όπως αυτές διαμορφώνονται από το Πολεοδομικό Σχεδιασμό. Ειδικότερα επισημαίνεται ότι πρέπει να καταργηθεί η πρόβλεψη του Νόμου 4254/2014 άρθρο 6 & 4.γ.iii που προβλέπει «Μέχρι την έκδοση των πιο πάνω διαταγμάτων, για κάθε πολεοδομική ρύθμιση επί των ακινήτων του άρθρου αυτού, όπως είναι ιδίως ο καθορισμός χρήσεων γης και όρων και περιορισμών δόμησης μέσω Γ.Π.Σ. ή Σ.Χ.ΟΟΑ.Π. ή άλλων σχεδίων χρήσεων γης ή η ένταξη σε σχέδιο πόλεως και η επιβολή οποιασδήποτε πολεοδομικής δέσμευσης, βάρους ή περιορισμού, απαιτείται η σύμφωνη γνώμη της ΓΑΙΑΟΣΕ». Σημειώνεται ότι ήδη το ΤΕΕ/ΤΔΜ έχει παρέμβει ζητώντας την κατάργηση των παραπάνω διατάξεων.
- Το κόστος όλων των νέων υποδομών του Νέου Σιδηροδρομικού Σταθμού πρέπει να είναι απόλυτα διασφαλισμένο. Πρέπει να δοθεί άμεσα από την πολιτεία σαφές χρονοδιάγραμμα δράσεων και κάλυψης των σχετιζόμενων δαπανών (απαλλοτριώσεις, νέες υποδομές κλπ). Το κόστος των νέων υποδομών που αναμένεται να σχεδιασθούν και οφείλουν να ολοκληρωθούν το συντομότερο δυνατόν για να είναι η σιδηροδρομική γραμμή «λειτουργική», είναι ανάγκη να διασφαλιστεί με πόρους του ΟΣΕ ή από κεντρικούς πόρους εφόσον το Κράτος επιδοτεί τις υποδομές του ΟΣΕ. Σε διαφορετική περίπτωση ο όποιος σχεδιασμός δεν θα μπορεί να υλοποιηθεί ή θα καταστήσει μη λειτουργικό το σιδηροδρομικό δίκτυο.
- Το ΤΕΕ/ΤΔΜ τίθεται στη διάθεση των φορέων να συμμετάσχει στην εμπεριστατωμένη προσέγγιση που χρειάζεται να γίνει με όρους αυστηρά τεχνοκρατικούς και αναπτυξιακούς, δεδομένου ότι η ακριβής χωροθέτηση της θέσης του νέου Σιδηροδρομικού Σταθμού παραμένει ζητούμενο διότι πρέπει να συνυπολογισθούν:
- Η ακριβής χωροθέτηση του νέου Σιδηροδρομικού Σταθμού, λαμβάνοντας υπόψη τα κρίσιμα ζητήματα του Εθνικού, Περιφερειακού και Αστικού Σχεδιασμού καθώς και όλες τις ενέργειες που έχουν πραγματοποιηθεί στα πλαίσια της υλοποίησης της Σιδηροδρομικής Εγνατίας.
- Τα τρία επίπεδα σχεδιασμού Εθνικού-Περιφερειακού-Τοπικού, ώστε να είναι σε άμεση συνέργεια μεταξύ τους.
- Η συσχέτιση των αναμενόμενων έργων υποδομής με τα υφιστάμενα χρηματοδοτικά μέσα και τον προγραμματισμό του ΟΣΕ και της Πολιτείας.
Ωστόσο είναι ένας διάλογος που οφείλει να γίνει με όρους διαφάνειας και τεχνοκρατικής προσέγγισης με τη συμμετοχή της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας, του Δήμου Κοζάνης, του ΟΣΕ και του αρμόδιου Υπουργείου”, καταλήγει η επιστολή.