Το 1985 ο Ανδρέας Παπανδρέου προέβλεπε ότι η Νέα Δημοκρατία έμπαινε «οριστικά στα χρονοντούλαπα της ιστορίας». Σχεδόν μια δεκαετία αργότερα ο Γιάννης Λούλης επί χρόνια σύμβουλος των Προέδρων της ΝΔ αποκαλούσε το κόμμα «φθαρμένο προϊόν». Ήταν η εποχή που η τηλεόραση μονοπωλούσε την πολιτική επικοινωνία και οι τοπικές οργανώσεις των κομμάτων γερνούσαν μαζί με τα ιδρυτικά μέλη τους.
Κι όμως το 2018, στην εποχή των social media, που αλλάζουν άρδην την πολιτική επικοινωνία, η Νέα Δημοκρατία αρνείται να μπει σε χρονοντούλαπο, παραμένει η μοναδική σταθερά του ελληνικού πολιτικού συστήματος και οργανώνει το 12ο Συνέδριο της.
Σε αντίθεση με τους παρτενέρ της στον δικομματισμό (ΕΚ- ΕΔΗΚ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ) που άκμασαν και παράκμασαν, αλλά και τους ανταγωνιστές της στον χώρο της Δεξιάς που εξαφανίστηκαν ή ενσωματώθηκαν σε αυτήν (ΕΠ, ΔΗΑΝΑ, Πολιτική Άνοιξη, ΚΕΠ, ΛΑΟΣ, ΔΗΣΥ, ΑΝΕΛ κ.λπ.) η ΝΔ δείχνει πολύ σκληρή για να πεθάνει.
Ένας βασικός λόγος για την ανθεκτικότητα του κόμματος είναι τα μεσαία στελέχη της. Από τη δεκαετία του ‘80 κατά τις προεδρίες του Ευάγγελου Αβέρωφ και του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη το κόμμα απέκτησε ισχυρές οργανώσεις νεολαίας και γυναικών και μαχητικές κλαδικές οργανώσεις ακόμη και σε κλάδους που παραδοσιακά υστερούσε έναντι της Αριστεράς. Από τις δημοτικές εκλογές του 1986 άρχισε να εκλέγει στελέχη της στους μεγάλους Δήμους, ενώ τα επόμενα χρόνια κατόρθωσε να αλώσει “αυτοδιοικητικά κάστρα” και να αναδείξει επιτυχημένους Δημάρχους, Νομάρχες και τα τελευταία χρόνια Περιφερειάρχες.
Η μακρά παραμονή στην αντιπολίτευση (1981-1989 και 1993-2004) μπορεί να στέρησε τα στελέχη της από κυβερνητική εμπειρία, αλλά προφύλαξε το κόμμα από τον κυβερνητισμό και τα πελατειακά δίκτυα που χαρακτήριζαν το ΠΑΣΟΚ.
Σήμερα, η μεγάλη πλειοψηφία των στελεχών, προέρχεται από γενιές που οργανώθηκαν στη ΔΑΠ- ΝΔΦΚ, στην ΟΝΝΕΔ και στις Τοπικές Οργανώσεις τα πέτρινα χρόνια της ελληνικής κεντροδεξιάς, δηλαδή τις δεκαετίες του 80 και του 90 για λόγους ιδεολογικούς ή συναισθηματικούς και όχι με σκοπό την κατάληψη κυβερνητικών θώκων. Κατά τη διάρκεια των ετών που ακολούθησαν κάποιοι και κάποιες εξ αυτών μπορεί να αδρανοποιήθηκαν ή να μετακινήθηκαν σε μικρότερα δεξιά και κεντροδεξιά κόμματα, αλλά επανενεργοποιούνται στη Νέα Δημοκρατία στις κρίσιμες εκλογικές μάχες.
Μετά τις διαδοχικές εκλογικές ήττες την περίοδο 2014-2015 και το φιάσκο της ακύρωσης των εσωκομματικών εκλογών, το κόμμα υπό την ηγεσία του Κυριάκου Μητσοτάκη έκανε σημαντικά βήματα και απάντησε στις βασικές κριτικές που απευθύνονται στα ελληνικά πολιτικά κόμματα: Ότι είναι οικονομικά καταχρεωμένα, ότι αποτελούν κλειστά συστήματα, ότι δεν έχουν λειτουργικά κομματικά όργανα, αλλά μόνον χειροκροτητές και συνεπώς δεν παράγουν πολιτική. Και οι απαντήσεις αυτές δόθηκαν μέσα από την ενεργό συμμετοχή μελών και στελεχών.
Συγκεκριμένα, με την αγορά καρτών μέλους, που καλύπτουν πλήρως τις εξορθολογισμένες λειτουργικές ανάγκες του κόμματος, με το μητρώο στελεχών που κατέστησε τη ΝΔ ένα ανοικτό κόμμα, με την ανανέωση σε όλα τα επίπεδα κομματικής οργάνωσης, με την επανίδρυση της ΟΝΝΕΔ, με τη διοργάνωση τριών συνεδρίων σε τρία χρόνια και με την παραγωγή πολιτικών θέσεων για κάθε μεγάλο και μικρό θέμα. Από το δημογραφικό και την παιδεία μέχρι την τεχνητή νοημοσύνη και τα ζώα συντροφιάς.
Στην εποχή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης τα κόμματα πάνω από όλα χρειάζονται στελέχη που θα δώσουν τη μάχη σε αυτά. Η Νέα Δημοκρατία με την ηγεσία του Κυριάκου Μητσοτάκη, μέσα σε αυτά τα τρία χρόνια τόλμησε να δώσει ρόλο και λόγο στα παλαιότερα και στα νέα στελέχη της και ετοιμάζεται να αναλάβει ξανά τη διακυβέρνηση της χώρας σε μια δύσκολη καμπή, με ανανεωμένο ανθρώπινο δυναμικό.
Πρόσφατα στα τεσσαρακοστά τέταρτα γενέθλιά της, το κόμμα που ίδρυσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής κάλεσε, μεταξύ άλλων, τα ιδρυτικά της μέλη, τους προερχόμενους από το μητρώο και τα μέλη της επανιδρυθείσας ΟΝΝΕΔ, που χειροκρότησαν μια νέα εκδοχή του πυρσού. Του πυρσού, που εξελίσσεται, που περνά από γενιά σε γενιά και φωτίζει νέους δρόμους…
Το άρθρο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο newpost.gr