‘-Μπήκε η Μεγάλη Βδομάδα. Πάσχα Γιάννε…
-Ναι. Πάσχα βεβαίως! Διανύουμε τη Μεγάλη Εβδομάδα, βεβαίως.
-Όπως να το κάνεις το Πάσχα είν’ ξεχωριστό!
-Είναι, βεβαίως. Και κάθε Πάσχα, να σου πω Χάμπο, έτσι, χωρίς λόγο, μου ‘ρχονται αναμνήσεις από το Πάσχα των παιδικών μου χρόνων.
-Ναι Γιάννε, σε καταλαβαίνω. Κι εμένα. Δε ξέρω πως γίνεται, αλλά γίνεται. Πολλά θυμάμαι Γιάννε. Δεν προλαβαίνω να θυμηθώ το ένα και από πίσ’ έρτε το άλλο. Όλα τα θυμάμαι καθαρά – καθαρά!
-Για πε ένα που σ’ έρχεται βρε Χάμπο.
-Θα λέω σε, αλλά να πεις και συ.
-Βεβαίως θα πω. Θα πω βεβαίως.
-Θυμάμαι Γιάννε, γιατί εγώ ήρθα στη Πτολεμαΐδα απ’ το Ριζάρι, θυμάμαι στο Ριζάρι, Μεγάλη Βδομάδα πάντα να βρέχει.
-Βεβαίως, να βρέχει. Κλαίει ο Θεός λένε…
-Βέβαια στο Ριζάρι δε θέλει και πολύ να βρέξει.
-Έχει πολύ υγρασία το Ριζάρι ε Χάμπο;
-Υγρασία; Άλλο τίποτα. Κολυμπάμε στο νερό. Είν’ και το ποτάμι μέσα στο χωριό, τα ρυάκια. Οι καταρράχτες της Έδεσσας περνάνε απ’ το Ριζάρι..
-Και πηγαίνατε στο ποτάμι Χάμπο;
-Όλη η τσακαλαρία. Το Πάσχα, άνοιξη για, πηγαίναμε βόλτα στο ποτάμι. Πλατανιά, νερά, πράσινο.
-Κι άλλο τι σου ‘ρχετε στο νου Χάμπο;
-Κοίτα, για την Ανάσταση, τι όμορφα που ήτανε η Ανάσταση, θα σου πω άλλη φορά. Αλλά για τη Μεγάλη Βδομάδα; Πρώτα – πρώτα παίρναμε τα δώρα μας!
-Μπράβο Χάμπο. Κι εγώ αυτό το θυμάμαι καλά! Τα δώρα των γονιών μου. Του πατέρα μου, του Αβραάμ και της Ζώγιας, της μάνας μου.
-Και για πε, τι ήτανε Γιάννε;
-Μυστήριο πράγμα. Πάντα παπούτσια. Ένα ζευγάρι Πασχαλινά παπούτσια. Σφίγγανε το ζωνάρι Χάμπο. Φτώχεια – ξεφτώχεια, μαζεύανε λεφτά επί μήνες και με πέρνανε το δώρο. Ένα ζευγάρι ολοκαίνουργια, Πασχαλινά παπούτσια!
-Κι εμένα Γιάννε. Το ίδιο ακριβώς. Παπούτσια, τσίλικα – τσίλικα και Πασχαλινά.
-Μυστήριο ε;
-Γιατί μυστήριο Γιάννε. Παπούτσια χρειαζόμασταν. Αγόρια για. Το ποδάρι μεγάλωνε κάθε μέρα. Θυμάμαι, Γιάννε, ένα ζευγάρι δίχρωμα. Ήταν μόδα τότε. Ασπρόμαυρα! Έχω και φωτογραφία. Θα στη δείξω καμιά φορά.
-Κι εγώ Χάμπο. Έχω…είχα παπούτσια δίχρωμα. Καμάρωνα. Παγώνι!
-Κι εγώ Γιάννε. Πολύ καμάρωνα! Αλλά είχα και ένα κράτημα…
-Είχες κράτημα ε; Γιατί; Για πες γιατί κι εγώ το ίδιο!
-Γιατί λίγο ντρεπόμουνα από κάτι άλλα παιδιά στην παρέα που δεν είχαν… Ένιωθα έτσι…σα να τα αδικούσα άθελά μου.
-Ακριβως Βε Χάμπο. Το ίδιο ακριβώς ένοιωθα κι εγω. Για τον ίδιο λόγο βεβαίως…