Και στους άμπαλους, στους μίζερους, σε αυτούς που τρώνε παντόφλα στο σπίτι απ’ τη γυναίκα τους και έρχονται στο γήπεδο για να ξεσπάσουν, κάνοντας τους καμπόσους απ’ την κερκίδα;
Σε αυτούς πως απαντάς;
Δεν απαντάς, είναι η άποψη κάποιων. Διότι αν απαντήσεις και τους κάνεις συνομιλητές σου, τους δίνεις το δικαίωμα να νιώσουν κάτι έστω και για λίγο.
Στο σκοτάδι τους απαντάς με φως, λοιπόν.
Απαντάς με τη γνώση, τη δουλειά σου, τα αποτελέσματά σου, κάνοντας πράξη τα οράματα των ανθρώπων που σε εμπιστεύτηκαν.
Γράφοντας ιστορία με όσους έχεις. Με όσους σου απέμειναν. Κάνοντάς τους όλους στρατιώτες, σε έναν πόλεμο με τραυματίες, σε περιβάλλον αναλφάβητο ποδοσφαιρικά, οπαδικά και με ανθρώπους που η μιζέρια και το πάθος τους για να αποτύχεις ξεχειλίζει.
Και όταν ο πόλεμος τελειώσει, στέκεσαι μόνος χαμένος στις σκέψεις σου, ξεσπώντας σαν κύριος, σαν επαγγελματίας, σαν άνθρωπος. Σαν άντρας…
Γιατί και οι άντρες μπορούν να δακρύζουν, να κλαίνε…
Ποιον να φοβηθείς;
Το δικό σου φως δεν μπορεί να χάσει απ’ το σκοτάδι τους…