‘-Πολύ μου την δίνει αυτή η κουβέντα, Χάμπο. Πως να στο πω, δηλαδή; Μου γυρίζει τ’ άντερα.
-Καταλαβαίνω, Γιώργο μου, καταλαβαίνω.
-Εσένα, δηλαδή, δε στη δίνει; “Σε πέντε λεπτά”, ή “δωσεμου ακόμα πέντε λεπτά”!
-Βρε, Τούρκο με κάνει. Είπαμε…
-Όχι, θα σε δώσω παράδειγμα, Χάμπο. Παίρνω τηλέφωνο το φίλο μου τον Μπάμπη. Είχαμε πει από το προηγούμενο βράδυ, “Έξη το πρωί να βρεθούμε να πάμε νωρίς στ’ αμπέλι, πριν ανέβει ο ήλιος και μας πιάσει η ζέστη”. Έτσι είχαμε πει. Έξη το πρωί, κατεβαίνω στο δρόμο και περιμένω. Άφαντος ο Μπάμπης. Έξη και τέταρτο τον παίρνω τηλέφωνο στο κινητό του: “Μπάμπη”;
-Έεε, και κοιμόταν;
-Κοιμόταν, Χάμπο. Του καλού καιρού. Έκανε το ζωηρό τάχα, αλλά η φωνή του η κοιμισμένη τον πρόδιδε. Κοιμοταν όρθιος. Κάνει λοιπόν τον δραστήριο και με λέει: “Γιώργο, δωσ’ μου πέντε λεπτάκια μόνο κι έφτασα, επί τόπου”.
-Και του ‘δωσες, Γιωργο;
-Όχι, Χάμπο. Τι να προλάβει στα πέντε λεπτά. Να χορτάσει τον ύπνο; Να πλυθεί; Να φάει πρωϊνό; Να πιει καφέ; Να συνέλθει; Κι εγώ να τον πιστέψω και να τον περιμένω καμια ώρα και βάλε, μέχρι να ‘ρθει, να με πιάσει ο ήλιος μετά και να πω το ποίημα στο αμπέλι; Αυτουνού δε του φτάσαν ώρες και ώρες από χθες το βράδυ και θα τα προλάβαινε όλα σε ακόμα πέντε λεπτά;
-Έτσι ακριβώς, Γιώργο. “Ξύπνα Χάρη” του έλεγα του εγγονού. “Άαα, ρε παππού, σε παρακαλώ. Ακόμα πέντε λεπτάκια, σε παρακαλώ”. “Τι θα προλάβεις, βρε Χάρη, να κάνεις μέσα σε άλλα πέντε λεπτάκια, όπως τα λες κι εσύ. Θα χορτάσεις τον ύπνο που δεν τον χορτάσεις, ώρες και ώρες”;
-Έλα ντε!
-“Ασ’ το βρε Χάρη”. Γι’ αυτό σε λέω κι εγώ, όπως κι εσένα, μου τη δίνει αυτή η φράση. Εμένα μ’ αρέσουν οι άνθρωποι με τσαγανό! Οι τσακαλωτοί, οι άνθρωποι μ’ αρέσουν εμένα. Μπαμ. Να πετιούνται απ’ το κρεβάτι τους και μέχρι να πεις κίμινο να είν’ έτοιμοι. Ορεξάτοι! Κεφάτοι! Έτοιμοι για δράση!
-Άαα να μπράβο, βρε Χάμπο. Κι εμένα, καθόλου δε μ’ αρέσουν οι χουζουρλήδες οι άνθρωποι. Οι τεμπέλιδες. Οι ραχατλήδες…
-Οι τεμπελχανάδες πες, βρε Γιώργο, οι χασομέρηδες… Τσακ- μπαμ! Ελατήρια να ‘χει βρε ο απαυτός σου. Έτσι πρέπει.
-Συμφωνώ εκατό τοις εκατό, Χάμπο…
-Ρωτάς το ρέμπελο: “Πήγες στην τράπεζα”; Σ’ απαντάει: “Σε πέντε λεπτά”! Ρωτάς: “Το φάκελο τον ταχυδρόμησες”; Σε λέει: “Σε πέντε λεπτάκια”. “Ψώνισες απ’ τη λαϊκή”; Σε λέει: “θα πάω πρώτα στ’ άλλά και σε πέντε λεπτά, στο γυρισμό, θα τα ψωνίσω και θα φύγουμε”.
-Όλα σε πέντε λεπτά;
-Ναι, Γιώργο. Ο τύπος αυτός που λέμε, ό,τι δεν έκανε ώρες, μη σου πω και μέρες τώρα, θα τα κάνει όλα, σαν από θαύμα, μέσα σε πέντε λεπτά! Όχι ρε! Δε σου δίνω πέντε λεπτά, ούτε και πέντε λεπτάκια! Να σου δώσω και μια μέρα. Να σου δώσω και δυο μέρες και πάλι είμαι σίγουρος, μόλις περάσουν οι μέρες, αν σε ρωτήσω, εσύ πάλι θα με πεις: “Σε πέντε λεπτά”!
-Και τι του λες αυτουνού δηλαδή, Χάμπο; Όταν σε λέει: “Θα το κάνω σε πέντε λεπτά”, τι του λες;
-Τους λες: “Όχι ρε σε πέντε λεπτά. Να το κάνει χθες”!
-Χθες; Υπερβολικό κομμάτι δεν είναι;
-Γιατί; Είναι σάμπως πιο υπερβολικό απ’ το: Σε πέντε λεπτά”; Δε νομίζω… Άρα, “Χθες”!