Η πυρρίχη όρχησις, ο πυρρίχιος χορός, είναι είδος ενοπλίου πολεμικής ορχήσεως. Εκλήθη έτσι, πυρρίχιος χορός, εκ του ονόματος του επινοήσαντος αυτόν, του Πυρρίχου, Ο Πυρρίχος λοιπόν ήτο ο εφευρέτης της ενόπλου αυτής μαχητικής ορχήσεως. Ο χορός ούτος διεκρίνετο δια την ζωηρότητα των κινήσεων των πυρριχιστών και τις παράδοξες συστροφές του σώματός των. Πυρρίχην βλέπειν =ένοπλον και πολεμικόν τι βλέπειν. (=Βλέποντας κάποιος πυρρίχην όρχησιν, πυρρίχιο χορό, είναι σαν να βλέπει μπροστά του πραγματική μάχη, εστία πολεμικής δράσης). Και τούτο λόγω της έντασης, του πάθους, του παλμού και της δυναμικής ομοιομορφίας των (πολεμικών) σωματικών χορευτικών κινήσεων των πυρριχιστών. Πυρριχιστής (-ού), ο ορχούμενος την πυρρίχην (όρχησιν), ο συμμετέχων στον πυρρίχιον χορόν. Πυρρίχιος, ο αρμόζων, ο ανήκων εις την πυρρίχην όρχησιν, δηλ. εις τον πυρρίχιον χορόν, τον μεθ΄ όπλων χορόν. Πυρριχίζω σημαίνει ορχούμαι (=χορεύω) τον πυρρίχιον χορόν. Βλέπε σελ. 868 και 869 Λεξικού της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης, Α-Ω, Ιωάννου Σταματάκου, Αθήνα 1972.
Ο Έλλην Αθηναίος φιλόσοφος Πλάτων (427 π.Χ.-347 π.Χ.), μαθητής του Σωκράτη (470/469 π.Χ.- 399π.Χ.), περιγράφει (Νομ. Ζ. Σλ. 815, Α) την πυρρίχην όρχησιν, τον πυρρίχιον χορόν, ως μιμικήν πολεμικήν όρχησιν, καθ΄ ήν δια των κινήσεων του σώματος κατεδεικνύετο ο τρόπος της εν μάχαις επιθέσεως και της αποφυγής των εχθρικών προσβολών. Ο Αθήναιος, δε, (ΙΔ, 629) λέγει την Πυρρίχην «προγύμνασμα πολέμου». Πολλά σώζονται ανάγλυφα κατά διαφόρους κινήσεις παριστώντα τους ορχουμένους – πυρριχιστάς, ενόπλους πάντοτε, προχωρούντας κατ΄ αλλήλων, (πιασμένους χέρι χέρι), με τακτικό, πότε βίαιο, πότε ήσυχο, χορευτικό βήμα. Εν Πόντω κατά την αρχαιότητα ο πυρρίχιος χορός ήτο ο δεσπόζων χορός. Ο Ξενοφών περιγράφει (Ανβ. Ε, 9, 5) και ορχήστρια χορεύουσα την πυρρίχην. Και στην ιωνική Αθήνα οι έφηβοι ωρχούντο, χόρευαν την πυρρίχην (όρχησιν) εις τα μεγάλα και εις τα μικρά Παναθήναια και η προετοιμασία και ο καταρτισμός αυτών ήτο μία ουσιώδης μέριμνα. Και στην Σπάρτη ήτο η πυρρίχη όρχησις μία εκ των πρωτίστων δραστηριοτήτων των γυμνοπαιδιών.
Πυρρίχη όρχησις ήτο η προς αυλόν στρατιωτική ή ένοπλος όρχησις. Ασκαύλης ελέγετο ο οργανοπαίκτης, ο παίζων τον αυλόν (κάϊδα ή κάϊντα), όστις (αυλός) εφυσάτο δι΄ ασκού. Εφευρέτης του αυλού εθεωρείτο ο Μαρσύας. Σιληνός της ελληνικής μυθολογίας, ο οποίος σε μουσικό διαγωνισμό νικήθηκε από τον θεό Απόλλωνα, ο οποίος (Απόλλων) τον έγδαρε ζωντανό.
Άλλοι θεωρούν ως εμπνευστή της πυρρίχης ορχήσεως, του πυρρίχιου χορού, τον Κάστορα, άλλοι τους Διόσκουρους, άλλοι τον θεό Διόνυσο. Άλλοι όμως λέγουν ως εμπνεύστρια την θεά Αθηνά.
Η Μήτις (-ιδος) (=Φρόνησις) ήτο θυγατέρα του Ωκεανού και της Τηθύος (Ησίοδ. Θεογον. 358). Η Μήτις δια του ποτού ανάγκασε τον Κρόνο, τον μετέπειτα πενθερό αυτής, να εξεμέση (= να αποβάλει εκ του στόματός του) τα παιδιά του, τα οποία είχε καταπίει. Η Μήτις ήτο η πρώτη σύζυγος του Δία, υιού του Κρόνου, εξ ού και ο Δίας ελέγετο Κρονίδης. Ο παππούς του Δία, Ουρανός, και η γιαγιά του, Γαία ή Γη, προείπον στον Δία ότι εξ αυτής (της Μήτιδος) θα αποκτούσε ο Δίας το πρώτον θυγατέρα και έπειτα υιόν, ο οποίος θα τον εξεθρόνιζε. Ο Δίας φοβούμενος και οργιζόμενος παράλληλα κατάπιε την σύζυγό του Μήτιν. Μετά την κατάποσιν όμως ο Δίας ενεφάνισε σφοδρά κεφαλαλγία. Ο Δίας απαίτησε από τον Ήφαιστο, θεό του σιδήρου και της φωτιάς, να του ανοίξει την κεφαλή στα δύο με το σφυρί του. «Δίελε την κεφαλήν μου» (=Σπάσε το κεφάλι μου) είπε ο Δίας προς τον Ήφαιστο. Ο Ήφαιστος αντιδρών αρχικά συνεμορφώθη ακολούθως και εξετέλεσε την εντολή του Δία. Αμέσως εκ της διαλυμένης κεφαλής του Διός αναπήδησε η θεά Αθηνά με την πανοπλία της, ανατινασσομένη και παλλομένη, χορεύουσα δηλ. τον πυρρίχιον χορόν. Έκτοτε ούσα η Αθηνά εγγύς του πατρός της Δία, έφερε προς γνώσιν του ιδίου κάθε αγγελία (Ησίοδ. Θεογονία 886). Βλέπε σελ. 666, Τόμος Α΄ Λεξικού της Ελληνικής Αρχαιολογίας Αλεξάνδρου Ραγκαβή, εν Αθήναις 1888.
Το έμβρυο-κοριτσάκι, πρώτο παιδί του Δία που θα ερχόταν στη ζωή κατά την προαναγγελία των Ουρανού και Γης προς τον Δία, το οποίο είχε στην μήτρα της η Μήτις, την οποία όμως είχε καταπίει ο Δίας, μεγάλωσε και, επιζητώντας να βγει μέσα από την κεφαλή του πατρός της, με σημάδια τον ισχυρό πονοκέφαλό του -την πηγή του οποίου έντονου άλγους της κεφαλής του όμως ο Δίας δεν είχε αντιληφθεί- ξεπήδησε μέσα από το συντετριμμένο κεφάλι του. Και ποιο λοιπόν ήταν το κορίτσι αυτό; Η θεά Αθηνά, η οποία αναπήδησε με την πανοπλία της και άρχισε να πάλλεται. Η Αθηνά παλλομένη εχόρεψε πυρρίχιο χορό, άνευ ήχου εκ μουσικού οργάνου, ήτοι αυλού (κάϊδας,κάϊντας), αλλά με ήχο προκαλούμενο εκ της κινητικότητος της μεταλλικής πανοπλίας της Αθηνάς εχούσης γενεσιουργό αιτία τις πηγαίες και δυναμικές χορευτικές φιγούρες της ιδίας.
Εκ των παλλομένων κινήσεών της η Αθηνά φέρει το επίθετο Παλλάς (-άδος). Εκ του ρήματος πάλλω (ενεργ.) – πάλλομαι (παθητ.). Κατά τον Όμηρον πάντοτε Παλλάς Αθήνη ή Παλλάς Αθηναίη. Μετά τον Όμηρον όμως εν χρήσει μόνον Παλλάς ως κύριον όνομα (Παλλάς αντί του Αθήνη). Συνήθως ετυμολογείται εκ του πάλλω. Κατά την ετυμολογίαν αυτήν η Αθηνά εκλήθη Παλλάς (ρ. πάλλω είτε ως πάλλουσα το δόρυ, είτε «εκ του αναπεπάλθαι εκ της κεφαλής του Διός». Βλέπε σελ. 733 Λεξικού της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης, Α-Ω, Ιωάννου Σταματάκου, εν Αθήναις 1888.
Ο Δίας ελέγετο ότι εγέννησε την παλλομένη Αθηνά εκ της κεφαλής αυτού εν Αλιφήρα Αρκαδίας. Εν Αλιφήρα Αρκαδίας φέρει ο Δίας το επίθετον Λεχεάτης, εκ του Λεχώ -οος και συνηρ. –ούς.
Εκ της θεάς Αθηνάς, την οποία είχε δει γυμνή ο μάντης Τειρεσίας, υιός του Ευήρη (υιού του Ηρακλή και της Παρθενόπης, θυγατρός του Στυμφάλου) και της Χαλκιδούς, και εγγονός του Ηρακλή, και το απεκάλυψε στους ανθρώπους με αποτέλεσμα η θεά Αθηνά να τον τυφλώσει, έλαβε την ονομασία της η εν Αττική ιωνική πόλη της Αθήνας.
Εις τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 εν Αθήνα και δη κατά την τελετή λήξεως αυτών εξήντα τρεις (63) πόντιοι πυρριχιστές χόρεψαν την πυρρίχην όρχησιν, τον πυρρίχιον χορόν, στο κατάμεστο Ολυμπιακό μας Στάδιο και καθήλωσαν με το μαχητικό χορευτικό τους πνεύμα το παγκόσμιο τηλεοπτικό κοινό που παρακολουθούσε την τελετή λήξης των Αγώνων.
16-1-2025