Η ανασκαφή στον τύμβο του λόφου Καστά της Αμφιπόλεως, δεν αποτελεί μια συνηθισμένη περίπτωση. Ούτε αρχαιολογικά, ούτε παρασκηνιακά. Για τους δικούς της λόγους η κυβέρνηση Σαμαρά στήριξε με κάθε τρόπο την ανασκαφή αυτή. Η δικαιολογημένη έως ενός σημείου προβολή της, κίνησε το ενδιαφέρον αρκετών ιδιωτών που συμμετείχαν χορηγικά. Οι λόγοι του Σαμαρά θα μπορούσε να ερμηνευθούν ως πραγματικό ενδιαφέρον, πολιτική εκμετάλλευση αλλά και έμπρακτη στήριξη μιας περιοχής που κυριαρχείται από το όνομα του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Όπως και να έχει, δεν μας ενδιαφέρει το γιατί αλλά το αποτέλεσμα. Και η αλήθεια είναι πως έγινε μια ανασκαφή με μέσα, τα οποία οποιαδήποτε άλλη ανασκαφή στον Ελλαδικό χώρο απλώς τα ονειρεύεται.
Για λόγους όχι απαραίτητα γνωστούς διαφαίνεται εδώ και αρκετό καιρό, μια μη ερμηνεία του μνημείου από την μεριά της ανασκαφικής ομάδας και μια αντιλογία από τη μεριά συναδέλφων και συνεργατών της κας Περιστέρη, προς υποβάθμιση της ανασκαφής. Θυμόμαστε, φαντάζομαι, την προσπάθεια αμφισβήτησης της χρονολόγησης του μνημείου και ειδικά των λεγομένων «Καρυάτιδων» να αποδοθούν στα ρωμαϊκά χρόνια και όχι στα ελληνιστικά (Παλαγγιά, Λαζαρίδη κ.α.). Και μόνο η ιδέα πως το μνημείο μπορούσε να συνδεθεί με συντελεστές της αλεξανδρινής εκστρατείας ή μέλη της βασιλικής οικογενείας, δημιουργούσε σε κάποιους άσχημους συνειρμούς. Γενικά πολύ αρχαιολόγοι δεν είδαν καλό το ξαφνικό ψήλωμα της αρχαιολόγου ή ενδεχομένως τα αρκετά κονδύλια που δόθηκαν προς αυτήν και όχι προς αυτούς. Την κατάσταση περιέπλεξε και η απόφαση της κας Περιστέρη να μην πάει σε ετήσιο συνέδριο για το αρχαιολογικό έργο ώστε να δημοσιεύσει τα ευρήματα (επισήμως λόγω μη ολοκλήρωσης της σχετικής μελέτης). Εκεί όμως αποφάσισε να πάει ο γεωλόγος και επικουρικός συνεργάτης της ανασκαφής Ε. Καμπούρογλου, ο οποίος κατήγγειλε την ανασκαφέα ότι τον πίεσε να μην κάνει τη δική του δημοσίευση. Μέσα σε αυτά υποστήριξε πως ο Λέων δεν υπήρχε περίπτωση να ήταν αρχικά τοποθετημένος στην κορυφή του λόφου. Το όλο ύφος παραξένεψε πολλούς και ήταν φανερό πως υπήρχε εν εξελίξει μια προσπάθεια αποδόμησης των συμπερασμάτων, αλλά και μια απροθυμία της ανασκαφέως να ερμηνεύσει βασικά στοιχεία του τάφου και κυρίως να υποθέσει μια πιθανή απόδοση της νεκρής. Κάτι που πολύ πιο εύκολα υπέθετε για τη Ρωξάνη, όταν δεν είχε ακόμα εισέλθει στο μνημείο. Στόματα ερμητικά κλειστά.
Η αλλαγή της κυβέρνησης, με έντονο το διεθνιστικό χαρακτήρα της και την επιφύλαξή της στις εξάρσεις του εθνικού φρονήματος, επιτάχυνε τις εξελίξεις. Η σημερινή ηγεσία του Υπουργείου Πολιτισμού, δείχνει να υποβαθμίζει την σημασία του εν λόγω ταφικού μνημείου. Ο υφυπουργός κ. Ξυδάκης, ανακοίνωσε την προσωρινή μη συνέχιση της ανασκαφής, όχι για οικονομικούς λόγους. Έχουν ξεκινήσει κάποιες εργασίες αντιστήριξης και συντήρησης, ενώ επισήμως η κα Περιστέρη βρίσκεται στο στάδιο της μελέτης του μνημείου. Ο υφυπουργός, δήλωσε με νόημα «δεν ψάχνουμε να βρούμε διάσημους νεκρούς με σκανδαλοθηρική λογική». Η απόδοση σε επίσημο και δη αλεξανδρινό νεκρό, αποτελεί θέμα ταμπού στην Ελλάδα.
Τελευταίο επεισόδιο στο όλο «σήριαλ», οι δηλώσεις του γραμματέως της περίφημης «Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρίας», ακαδημαϊκού Β. Πετράκου. Ούτε λίγο, ούτε πολύ, χαρακτήρισε την ανασκαφή έργο προσώπων που αγνοούν την επιστήμη (η κα Περιστέρη π.χ. με πλούσιο ανασκαφικό έργο και μεταπτυχιακό στo Paris 1 Sorbonne είναι πάραυτα άσχετη…), το μνημείο ως κάτι που δεν μας προσφέρει τίποτα νέο και την όλη ιστορία μια σκηνοθετημένη παραπλάνηση της κυβέρνησης, ενόψει οικονομικών μέτρων. Τι συμβαίνει όμως στην πραγματικότητα;
Θεωρώ απαράδεκτη αυτήν την δήλωση απαξίωσης του μνημείου και ας προέρχεται από ένα ακαδημαϊκό: Η ανακάλυψη αναγνωρίστηκε ως μια από τις 10 σημαντικότερες παγκοσμίως για το 2014 (περιοδικό «Archaeology»). Ο μνημειακός και πανάκριβος μαρμάρινος περίβολός του, είναι μοναδικός στο είδος. Είσοδο με πτερωτές ελληνικές σφίγγες, δεν νομίζω ότι έχουμε ξανασυναντήσει (σημειωτέον πως οι σφίγγες αποτελούσαν από τον ΣΤ΄ αιώνα και έως τη μακεδονική κατάκτηση του 357, σήμα κατατεθέν της πόλης). Ταφικό μνημείο με μαινάδες γλυπτές κόρες, τουλάχιστον πριν τα ρωμαϊκά χρόνια, επίσης δεν έχουμε εντοπίσει ξανά. Τέλος ψηφιδωτή παράσταση τέτοιες ποιότητας στο κλασσικό νεκρικό θέμα, δεν έχουμε ανακαλύψει αλλού. Σε τέτοιες ταφές οι παραστάσεις ήταν τοιχογραφίες.
Αρχικά η Ρωξάνη με τον υιό του Αλέξανδρου, προβλήθηκε ως πιθανότητα από την ίδια την ανασκαφέα. Όπως βέβαια, είχε δηλώσει τον τάφο ασύλητο που δεν ήταν. Επιπόλαια αναμφίβολα όλα αυτά. Ίσως και να πόνταρε στο ότι θα τραβούσε το ενδιαφέρον των Μ.Μ.Ε. και θα επιτύγχανε την χρηματοδότηση, επιτέλους, της ανασκαφής. Με το δεδομένο, όμως, πως η Αμφίπολη δεν ήταν πρωτεύουσα ή πόλη ταφής των Μακεδόνων βασιλέων, τα πράγματα περιπλέκονταν. Το μνημείο από μια σειρά επιφανών αρχαιολόγων (Περιστέρη, Φακλάρος, Μαυρογιάννης κ.α.) χρονολογήθηκε έστω και άτυπα μεταξύ 323 και 290 π.Χ. Οι λεγόμενες «Καρυάτιδες» είναι πιθανότατα Μαινάδες ή Κλώδωνες ή Μιμαλλώνες γυναίκες (Τσάνγκ, Μπεξής, ενώ υπάρχει και αντίλογος σε αυτό), οι οποίες γνωρίζουμε από τον Πλούταρχο πως δραστηριοποιούνταν στην Αμφίπολη-Ηδωνίδα. Από την άλλη, τα υπολείμματα τοιχογραφίας που αναπαριστούν ταύρους απαντούν, επίσης, σε μυστηριακή ή διονυσιακή λατρεία. Βάλτε τώρα στο λογαριασμό το ότι η κύρια γυναικεία ταφή είναι περίπου 60 ετών (μια ηλικία κοντά στην ηλικία της Ολυμπιάδος), έχει θρυμματισμένο σκελετό (η Ολυμπιάς λιθοβολήθηκε) και το γεγονός πως η μητέρα του μεγάλου Αλεξάνδρου ήταν ιέρεια μυστηριακής λατρείας. Αν πάλι δούμε το στεφάνι της ψηφιδωτής παράστασης το οποίο δείχνει να είναι από μυρτιά, έχουμε παραπομπή στο κανονικό όνομα της Ολυμπιάδος: Μυρτάλη. Συνυπολογίζοντας πως η Ολυμπιάς δεν θα μπορούσε λόγω των ελληνικών μεταθανάτιων αντιλήψεων να μείνει άταφη (βλ. Αντιγόνη), όπως ο Κάσσανδρος διέταξε αρχικά στη Πύδνα, με κάνει να πιστεύω τα εξής: αν πρόκειται για την Ολυμπιάδα, είτε ετάφη σε ένα μνημείο «βιτρίνα» που τυπικά είχε άλλο ρόλο και άρα έγινε μυστικά η ταφή της εκεί, είτε δέχτηκε ο Κάσσανδρος λόγω της συζύγου Θεσσαλονίκης να την ενταφιάσει μεταγενέστερα, χωρίς νεκρική πυρά. Σε αυτό μπορούμε και να αντιτείνουμε, πως παρά την καταδίκη της, η Ολυμπιάς ήδη κατά τον Γ΄ π.Χ. αιώνα, είχε ηρωοποιηθεί-θεοποιηθεί. Ώσπερ μεθερμηνευόμενον, από εξευτελισμένη, πέρασε σε ένα ηρωικό πάνθεο και οπωσδήποτε θα είχαμε κάποιο ιερό-ηρώο της. Ίσως είμαστε ενώπιον μιας τέτοιας πραγματικότητας. Εύχομαι να έχουμε τη συνέχεια της έρευνας, πέρα από προσωπικές και πολιτικές παρεμβάσεις. Το μνημείο αυτό δεν μπορεί να τύχει διαχείρισης ενός απλού μνημείου, ανεξάρτητα του ποια-ποιους κρύβει μέσα του.
Κόττης Κωνσταντίνος
konstantinosoa@yahoo.gr