Αγαπητέ Ομέρ, σε καλωσορίζω κι εγώ με τη σειρά μου στην ακριτική πόλη του Πτολεμαίου, της προσφυγιάς και της ιστορικής αφύπνισης.
Είμαστε στην ευχάριστη θέση να έχουμε στη διάθεσή μας το δεύτερο πόνημα του τραπεζούντιου συγγραφέα Ομέρ Ασάν με τίτλο ΄΄ Η Κεμεντζέ του Νίκου.΄΄ το οποίο και θα παρουσιάσουμε σήμερα, χάρη στην ευγενική προσπάθεια του φίλου Κώστα Περτσινίδη.
Ο Ομέρ Ασάν στο πρώτο του βιβλίο με τίτλο ΄΄Ο Πολιτισμός του Πόντου΄΄ , που εκδόθηκε πριν είκοσι χρόνια, μετά την τεκμηριωμένη έρευνα στην ιστορία της περιοχής, όπου έθεσε τα ερωτήματα για το ποιες είναι η ρίζες του και ποια είναι η γλώσσα,που ομιλεί, ζήτησε ανοιχτά να σταματήσουν οι πόλεμοι και η κάθε μορφής βία στον κόσμο.
Ζήτησε ακόμα να γίνει το Αιγαίο μια θάλασσα ειρήνης για τους δύο λαούς, γιατί η υγεία και η ειρήνη αποτελούν προϋπόθεση για την ανάπτυξη του πνεύματος και του πολιτισμού.
Κατά συνέπεια για μας είναι ένας φίλος, ένας πρεσβευτής της ειρήνης , πρωτοπόρος της ελεύθερης σκέψης και του ουμανισμού.
Ο Ομέρ , διανοούμενος ,εκδότης,συγγραφέας ιστορικός και λαογράφος με το ριζοσπαστικό συγγραφικό και κινηματογραφικό του έργο , κατόρθωσε σε μικρό χρονικό διάστημα να σπάσει το φράγμα της σιωπής και της παραχάραξης, που επιβλήθηκε παλαιότερα με σουλτανικά φιρμάνια στους υποταγμένους λαούς της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και τείνει να παγιοποιηθεί μέχρι τις μέρες μας, μέσα στα δογματικά πλαίσια περί ακεραιότητας της Τουρκίας.
Τιμωρήθηκε για τις απόψεις του από το χαοτικό, όπως το ονομάζει, πολιτικό σύστημα της πατρίδας του.
Η αγωνία για την αναζήτηση της ταυτότητάς του δομείται από τα ίδια συστατικά, που αγγίζουν όλους εμάς, δηλαδή τις παιδικές μνήμες, τηβιωματική γνώση, τις αφηγήσεις της γιαγιάς καιένα μαγικό εργαλείο, τη ρωμαίικη γλώσσα, που η γιαγιά του μιλούσε άπταιστα.
Ο Ομέρ Ασάν στο έργο του δεν παραβιάζει ανοιχτές θύρες .Απλά φοράει τα γυαλιά σ’ όλες τις πληρωμένες και υποτακτικές πένες, που στηρίζουν την παγκόσμια βία και τα συμφέροντα των μεγάλων της γης.
Οι Τούρκοι διανοούμενοι όφειλαν να υπερασπίσουν τον ελληνικό πολιτισμό. όφειλαν να μιμηθούν τους ιταλούς συναδέλφους τους, που αναδεικνύουν τον πολιτισμό των ελληνόφωνωνπληθυσμών της Καλαβρίας.
Οι ιστορικοί λαοί του Ευξείνου Πόντου, εξισλαμισμένοι ή ξεριζωμένοιδεχτήκαμε εκατέρωθεν του Αιγαίου την πολιτική βία και την περιφρόνηση της ιστορίας.
Ο Ομέρ είναι ένας ανυποχώρητος ερευνητής της ιστορίας και ταυτόχρονα ένας αθεράπευτος εραστής της πατρίδας του, της Τραπεζούντας. Διέγραψε την ίδια πορεία με εμάς , φορτώθηκε τους ίδιους προβληματισμούς και τα ερωτήματα , και το πιο σημαντικό συνεργάστηκε με τα στελέχη και την νεολαία της Ευξείνου Λέσχης Πτολεμαΐδας, όπως το Δημήτρη Λαμπρόπουλο και το Γιώργο Ανδρεάδη. Γι αυτό η σημερινή γνωριμία μαζί του με προσδίδει ιδιαίτερη φόρτιση.
Το κεφάλαιο του κρυπτοχριστιανισμού στον Πόντο μ’ άγγιξε περισσότερο, αφού πριν από 36 χρόνια, το 1985, παρουσιάζοντας το βιβλίο του Παντελή Μελανοφρύδη΄΄ΟιΚλωστοί΄΄άγγιξα το μεγάλο κεφάλαιο των κρυπτοχριστιανών στον Πόντου. Τότε αναφερόμενος στο θέμα αυτό τόνισα τα έξης: ΄΄ Περιγράφοντας τη ζωή των κρυπτοχριστιανών του Πόντου ανοίγουμε μια ακόμα σελίδα της ιστορίας από τη μακραίωνη σκλαβιά του λαού μας…!.΄΄
Αυτήν τη σελίδα της ιστορίας έρχεται σήμερα να μας αναδείξει ο Ομέρ Ασάν με τα δύο του βιβλία, ΄΄ Ο Πολιτισμός του Πόντου και η ΄΄Κεμεντζέ του Νίκου΄΄ μεταφρασμένα στην ελληνική γλώσσα.
Η ιστορική του αφύπνιση συντελείται με το γλυκόνανούρισμα της γιαγιάς του και τα ευφάνταστα παραμύθια, που τουέλεγε, με τις χιλιόμορφες και αέρινες νεράιδες. Νεράιδες και μάγισσες,για ήρωες και παλικάρια με ρωμαίικα ονόματα και αντρειοσύνηπερίσσια.
Και όλα αυτά σε μια παράξενη, μοναδική και άγνωστη γλώσσα, που κανένας λαός δεν κατέχει στον κόσμο παρά μόνον οι Ρωμιοί , οι Ρωμαίοι ( οι Ρούμ), όπως έλεγε ο παππούς του.
Στο πρώτο του βιβλίο΄΄ Ο Πολιτισμός του Πόντου΄΄, που εκδίδεται τον Μάιο του 1996, ο Ομέρ κάνει μια τολμηρή βουτιά στην ιστορική άβυσσο, που επικρατεί στην καθεστηκυία λογική της γείτονος χώρας. Το θάρρος του είναι μεγάλο,αλλά κατορθώνει πολύ σύντομα να βγει στο ξέφωτο της ιστορικής αλήθειας.
Το έναυσμα είναι η αναζήτηση των εθνικών και πολιτισμικών συμβόλων, αυτών δηλαδή των εκφραστικών μέσων, που δύσκολα μία πολιτική βίας, παραχάραξης και σιωπής θα μπορούσαν να αφανίσουν.
Με την κυκλοφορία του έργου αυτού διερμηνεύτηκε από την λογοκρισία της χώρας του ότι δημιουργεί ζήτημα εθνικής ασφάλειας και δικάστηκε γι αυτό..
Στη δεκαετία του 1990 οι αδελφοί μας Μαυροθαλασσίτες και ιδιαίτερα η τρίτη και τέταρτη γενιά άρχισαν να αφυπνίζονται από τα αδιάψευστα ερωτήματα του Ομέρ, που παραμένουν ακόμα αναπάντητα εδώ και είκοσι χρόνια. Τελικά ποιοί είμαστε ; Γιατί μιλάμε ελληνικά ;.
Αγαπητέ Ομέρ,παρόμοιεςπρωτοβουλίες και ρήξεις επιχειρήσαμε και εμείς προκειμένου να αναδείξουμε την δική μας ύπαρξη και συνέχεα .
Έχοντας ως αφετηρία τα ίδια σύμβολα και βιώματα με σένα διεκδικήσαμε το δικαίωμα στην ιστορική μνήμη και την ένταξή μας στην ιστορία.
Αν η Τραπεζούντα ήταν για σένα ένα αναπόσπαστο κομμάτι των παιδικών σου αναμνήσεων, για μας ήταν ένας τόπος προσδιορισμού της ταυτότητάς μας, γι’ αυτό την επισκεφτήκαμε αναζητώντας το χρυσόμαλλο δέρας της ιστορίας.
Τα ίδια συναισθήματα,ξεθωριασμένα στις ιστορίες των παππούδωνμας, έγιναν κάποια στιγμή μνημονική απαίτηση να αναπροσδιορισθούμε και να αναδείξουμε το ποντιακό ζήτημα ως ένα πολιτικό ζήτημα ενός λαού γενοκτονημένου, που έπρεπε να αναγνωριστεί ως υποκείμενο της ιστορίας και του πολιτισμού.
Η κεμεντζέ, που εσύ αναζητάς στο συγκεκριμένο σου έργο, ως θείο δώρο του μουσηγέτη Απόλλωνα στους ανθρώπους ,ήταν και είναι το ηχηρό σύμβολο του λαού μας. Συμπυκνώνει μέσα του και τις τρεις διαστάσεις του ρωμαίικου πολιτισμού, γλώσσα, μελωδία, χορό..
Είναι ιδιαίτερα τιμητικό για σένα, που φιλοτεχνείς το εξώφυλλο σου με τον τριπλό αυτό συμβολισμό της λύρας.
Η λύρα είναι το πιο ζωντανό κομμάτι της πατρίδας, που έφεραν οι ξεριζωμένοι στον κόρφο τους. Στα σπλάχνα της ζυμώνεται η μαγιά του ποντιακού πολιτισμού.
Φωλιασμένα μέσα στα κατάβαθα της ψυχής και του νου μας ενυπάρχουν ταίδια σύμβολα και αυτά δεν ξεριζώνονται εύκολα από τις δυνάμεις της λήθης και της σιωπής.
Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς, πως σύμβολα με τέτοια δυναμική λειτουργούν σαναφυπνίσεις της μνήμης και της ιστορίας.
Ο πρώτος συμβολισμός, που χρησιμοποιεί ο Ομέρ είναι η αρχέγονηομηρικήγλώσσα, αυτή που διακρίνεται για τη γλαφυρότητα και τη δύναμη των εικόνων.
Αυτή η γλώσσα αντιμετωπίζεται συνωμοτικά και περιφρονητικά από τους ΄΄ιδεαλιστές΄΄ οπαδούς της ομογλωσσίας στη γείτονα χώρα.
Η υπό εξαφάνιση γλώσσα είναι αυτή, που συνομιλούσαν ο παππούς με τη γιαγιά του Ομέρ.
Είναι η γλώσσα που άκουσα από έναν γέροντα σ’ ένα παρακάθ’ στο χωριό Γοργορά του Όφεως του Πόντουτο 1987.Καθόταν δίπλα μου ο ΣεμσετήνΠάλ, ένας σεβάσμιος γέροντας με το μάλλινοκαλυμμαύκι του στο κεφάλι. Αφού συνομιλήσαμε για ώρες πολλές μαζί του σε κάποια στιγμή και αναπάντεχα μας εξομολογείται λέγοντας: ΄΄Τ’ εμετέρ οι παλαιοί Χριστιάνέσαν…. Έβαλαν το μαχαίρ’ ‘ς σηνγούλανατουν κ’εκλώσταν..΄΄ Θεέ μου, είπα μέσα μου. Βρήκα αυτό, που αναζητούσα … Πόσο δίκαιο είχε ο αείμνηστος Παντελής Μελανοφρύδης στο βιβλίο του ΄΄ Οι Κλωστοί΄΄ …!
Στο τέλος με μια ικετευτική υπόκλιση μας ζήτησε την άδεια να αποχωρήσει λέγοντας : εμείς μειζοτέρείμες, ενεγκάσταμε …άς άγομεν. Πιρνάξαν θα σκούμες, πάμε ‘ς σα ζά.΄΄
Αγαπητέ Ομέρ, είμαστε ταξιδευτές του ίδιου ονείρου. Αναζητούμε το κέρας της Αμάλθειας για να εμπλουτίσουμε με την αφθονία της γνώσης το μίζερο και στερητικό κόσμο,όπου μας επέβαλαν κάποιοι να ζούμε. Παράλληλες λογικές και στις δύο χώρες μάς άπλωσαν το πέπλο της λήθης και της σιωπής, προσπαθώντας να μας αφανίσουν, όπως αφάνισαν δεκάδες λαούς και πολιτισμούς στο διάβα της ιστορίας. Η αντίσταση, που προβάλλεις στην λήθη αυτή, είναι ο πυρήνας του ποντιακού πολιτικού ζητήματος.
Ποτέ η πολιτική δεν φέρθηκε τόσο άσπλαχνα και μικρόψυχα, όσο φέρθηκε σ’ εσάς και σ’ εμάς.
Εμάς μας είπαν τουρκόσπορους , τουρκομερίτες , αούτηδες. Εσάς τενεσούρηδες ουρούμηδες.
Και σ’ εμάς και σ’ εσάς απαγόρευσαν να μιλάμε την μητρική μας γλώσσα στα σχολείακαι στα πανεπιστήμια.
Την χαρακτήρισαν ΄΄λούμπεν΄΄, περιθωριακή ,χωριάτικη, αντιαισθητική. Οι δάσκαλοι ξυλοκοπούσαν τα ποντιόφωνα παιδιά της ελληνικής επαρχίας. Αυτές ήταν οι εντολές του σχεδίου φιλίας των δύο χορών και αργότερα του νατοϊκούσχεδίου στην περιοχή. Διεθνείς συμφωνίες όμως, που έγιναν πάνω στα πτώματα των προσφυγικών περιουσιών και της ποντιακής γλώσσας.
Περιφρόνησαν τα μουσικά μας όργανα ,τουςχορούς και τα τραγούδια μας . Η κεμεντζέ, που εσύ αναζητούσες έγινε γραμματόσημο το 1986 για καθαρά ψηφοθηρικούς λόγους.
Ποτέ όμως δεν φαντάστηκαν οι γραφειοκράτες των κρατών, πως αυτή η λύρα του γραμματοσήμου σ’ ένα χαρτάκι δύο εκατοστών θα μπορούσε να αφυπνίσει και να γίνει πολιτιστικό και ταυτοτικό εγερτήριο για έναν ολόκληρο λαό.
Στο βιβλίο του Ομέρ, ένα είναι βέβαιο: πως η δύναμη της γνώσης και της επίμονης έρευνας, που το χαρακτηρίζει, είναι τα αδιάψευστα τεκμήρια του ιστορικού ορθολογισμού, γιατί αποτελούν βιωματικές καταγραφές των μουσουλμάνων μιας γωνιάς του κόσμου, που είναι ίσως η μοναδική, που εκφέρει τον αρχαίο ομηρικό λόγο με μέτρο, μουσικότητα και σκωπτική ευρηματικότητα.
Εμείς, εδώ στην Πτολεμαΐδα,μια χούφτα άνθρωποι,πρώτοι το 1986 αγωνιστήκαμε και διεκδικήσαμε την ποντιακή γενοκτονία. Σήμερα όλες οι ποντιακές οργανώσεις του κόσμου την διεκδικούν.
Εσύ πρώτος από την Τραπεζούντα ξεκίνησες το μεγάλο ταξίδι της ιστορίας βάζοντας το μεγάλο ερώτημα: ποιοί είμαστε..; Ίσως είναι πολύ κοντά η στιγμή, που σ’ συτό το ερώτημά σου θα αναγκαστούν να απαντήσουν οι έμμισθοικονδυλοφόροι της ιστορίας και οι πολιτικοί συνεχιστές του Πατισάχ ή του Κεμάλ .
Ο Οθωμανισμός με τους πατισάχηδες μέσα στα όρια μιας καθολικής εξουσίας εξισλάμισε επιλεκτικά λαούς, φυλές και ανθρώπους. Μπόρεσαν όμως οι λαοί να ζήσουν έστω και με σχέση υποτέλειας μέχρι τις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Αυτή η συνύπαρξησουλτάνων και λαού είχε δημιουργήσει ένα στάτους κβο και έναν αμοιβαίο σεβασμό στις συνειδήσεις των απλών ανθρώπων .
Η επιβληθείσα ΄΄δημοκρατία΄΄ των Νεότουρκων και η στόχευσή τους σε ένα καθαρά μονοεθνές κράτος, που δεν ανέχτηκε την ύπαρξη καμιάς ετερότητας και πολυχρωμίας, είναι η αιτία της δικής σου αναζήτησης.
Ίσως ο δυτικότροπος εκσυγχρονισμός του Κεμάλ να εξαγρίωσε την ηθικολογία της γιαγιάς, που πλήρωσε με τη ζωή του άνδρα της στο στέριωμα μιαςαυτοκρατορίας , που μπορούσε να εξισορροπήσει μέσα σε θρησκείες λαούς και εθνότητες στα πέρατα της οικουμένης.
Και ποια ήταν αυτή η Κεμαλική δημοκρατία, που δεν επέτρεπε ούτε σε έναν άνθρωπο να ισχυριστεί, ότι δεν είναι Τούρκος;
Μ’ αυτήν τη νέα κατάσταση πραγμάτων μερίδα του τουρκικού λαού διαφώνησε και διαφωνεί .
Ίσως ο συγγραφέας με την αγάπη της γιαγιάς στον οθωμανισμό και την απόρριψη του νέου, του μοντέρνου, ή του δημοκρατικοφανούς καθεστώτος, που το είπαν κεμαλισμό, να Θέλει να στείλει ένα μήνυμα κριτικής προς την ανώριμη δημοκρατία, που, από ό,τι διαφαίνεται, δεν μπορεί να δεχθεί την κυκλοφορία ούτε ενός βιβλίου, που προβάλλει αψεγάδιαστα τον πολιτισμό μιας ελληνόφωνης μειονότητας.
Η παρουσία του Ομέρ στην Πτολεμαΐδα με την ευκαιρία της παρουσίασης του βιβλίου του ΄΄ η κεμεντζέ του Νίκου΄΄ είναι ουσιαστικά μια σύγκληση αρχών και θέσεων για το δικαίωμα όλων των λαών στα ανθρώπινα δικαιώματα και στον ταυτοτικό αυτοπροσδιορισμό.
Ένας αυτοπροσδιορισμός, που ακόμα και στις μέρες μας αποτελεί υπόθεση διεκδίκησης και αγώνα για πολλούς λαούς.
Τα κοινά πολιτισμικά χαρακτηριστικά των λαών θα πρέπει να αποτελούν στοιχεία ειρηνικής συνύπαρξης και επικοινωνίας. Η προβολή και διατήρησή τους αποτελούν ηθική υποχρέωση και ευθύνη της κάθε πολιτείας.
Πολύ λίγοπριν η ΟΥΝΕΣΚΟ αντιληφτεί τον μεγάλο ιστορικό πλούτο της ομηρικής μας γλώσσας και των πολιτιστικών μνημείων, όπως η Παναγία Σουμελά, αυτά παρέμειναν άγνωστα σταυπουργείατων δύο κρατών.
Ο Ομέρ με την ΄΄Κεμεντζέ του Νίκου΄΄ , επιχειρεί να επανασυνδέσει χρονικά τις βιωματικές σχέσεις των δύο ποντιακών λαών, των μουσουλμάνων και των χριστιανών. Μπορούν άραγε δυνάμεις, που κινούνται στο χώρο της βίας και του ολοκληρωτισμού, να στερήσουν σήμερα την πολιτιστική και ψυχοσωματική επικοινωνία δύο λαών, που έχουν τον ίδιο πολιτισμό και την ίδια γλώσσα;
Η κεμεντζέ του Νίκου αναφέρεται βέβαια στον ευγενικό λυράρη της πρώτης γενιάς, το Νίκο Παπαβραμίδη, που ως λυράρης της πατρίδας συλλειτουργούσε στα φαγοπότια, όπου χριστιανοί και μουσουλμάνοι γλεντούσαν και χόρευαν από κοινού.
Η αναζήτησή του ήταν εύκολη, γιατί ο Νίκος, ο κεμεντζετσής, είχε αυτοβιογραφηθεί με ένα δίστιχο, που το κατέγραψε στη μνήμη του ο συγγραφέας.
Για μπάκ, νάσιλτσαλίγιορ
Νίκο νουν κεμεντζατσί..
Για κοίτα, πώς παίζει ο κεμεντζές του Νίκου .
Μήπως τον ίδιο αυτοθαυμασμό δεν θα ένοιωθε και ο Λεονάρδο Νταβίντσι, όταν υπέγραφε το πορτρέτο της Μόνα Λίζα;
Ο Ομέρ μετά από πολλή επιμονή συνάντησε τοΔημόδοκο του Πόντου, που τον περίμενε στο παραθύρι της νοσταλγίας. Τον αντίκρισε ως ύστατοχαιρετισμό της πατρίδας, που την κουβάλησε στην ψυχή και την καρδιά του μέχρι εκείνη τη στιγμή, με τον πρεσβευτή της πατρίδας. Όλες αυτές οι συναντήσεις με την ιστορία, που απέρχεται και αφήνει πίσω τα νέα μπόλια της αναγέννησης είναι γεμάτεςσυναισθήματα ζωής και ελπίδας.
Ο γέρο Δημόδοκος λίγοπριν τον αποχωρισμό του εναποθέτει το βεσιέτ’, την τελευταία του επιθυμία…! ΄΄όταν πίνετε από τα νερά της πατρίδας μην ξεχνάτε τους παλιούς συγχωριανούς.
Ο τραγικός διάλογός τους κορυφώνεται με το ερώτημα, που θέτει ο συγγραφέας στον πρεσβύτη της ποντιακής μούσας : Παππού, τι πήρες μαζί σου από την πατρίδα, όταν ήρθες ; Και αμέσως έρχεται η απάντηση, που προσδοκούσε ΄΄ πήρα αυτή τη κεμεντζέ, που είναι κρεμασμένη στον τοίχο…:
Μα ποιο είναι αυτό το καταραμένο όργανο, που δεν το γενοκτόνησαν πολιτικές και εθνικισμοί ; Ποιό είναι αυτό το σύμβολο, που το υποτίμησαν οι αγκυρανικές και οι αθηναϊκές εξουσίες;
Ίσως ποτέ δεν μπορέσουν νακατανοήσουν τηχημική ιδιοσυστασία των δακρύων του παππού Νικόλα, όταν στο πρόσωπο του Ομέρ είδε να ξαναζωντανεύουν οι παιδικές μνήμες της Τραπεζούντας. Και ποτέ δεν θα νιώσουν τα δάκρυα του γέροντα Σαλίχ, που τον συνάντησαν οι Μωμόγεροι από την Λιβερά της Κοζάνης στη Λιβερά της Τραπεζούντας,
Ο εκατοντάχρονος γέρο- Σαλίχ σαν αγριοκάτσικο σκαρφάλωσε στην Παναγία Σουμελά . Εκεί πάνω με τον αντίλαλο της φωνής του έδειξε το δρόμο του δικαίου σ’ αυτούς, που κλέβοντας το βιός των λαών σπέρνουν πολέμους και καταστροφές.
Ντο θα εφτάγω το βαριέτ’ και το πολλά τον βίον;
Κι άλλο καλλίονήσυχον και βαριέτ’ ολίγον.
Αυτή η επικοινωνία του Ομέρ με τον Νίκο ίσως θα είναι ο λυτρωμός του Κεμεντζετσή και η κατάρα του Κεμάλ ,που εξεστόμισε την ευχή του νεοτουρκισμού ΄΄Επιτέλους τους ξεπαστρέψαμε΄΄: Ήταν απλά μια ψευδαίσθηση της κάθε ηγεμονίας, που προσπαθεί να γράψει την ιστορία χωρίς τους λαούς για τους λαούς..
Κάθε φιλική συνάντηση,όπως αυτή σήμερα, που θα επανασυνδέει τις σχέσεις των εξισλαμισμένων και των ξεριζωμένων γενιών, θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως η εκδίκηση της ιστορίας και της ειρήνης απέναντι στην αποσιώπηση και το βαρβαρισμό.
Και το ερώτημα, που θέτει έμμεσα ο Ομέρ στους μεγάλους και τους μικρούς, που ευθύνονται για τα παλιά και νέα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας , είναι πώς μπόρεσαν ηγέτες και ηγεσίες να χωρίσουν τις πιο στενές και αδελφικές φίλες, την Χέβα με την Γιωργία , τον Κώστα, με τον Ισμαήλ, που ακόμη και ο κοινός έρωτάς τους με την πανέμορφη νεράιδα Τενζηλέ δεν μπόρεσε να τους χωρίσει..
Όλοι εμείς, που καλωσορίζουμε τον Ομέρ, πιστεύω, ότι είμαστε ωτακουστές μιας τραγικής ιστορίας αποχωρισμού, που μας διηγήθηκαν οι παππούδες μας. Ενός τραγικού αποχωρισμού, που έγινε ακόμα πιο οδυνηρός, μπροστά στα μνημούρια των νεκρών. Σκηνές βγαλμένες από αρχαία τραγωδία με τον ποιητή της ειρήνης να εύχεται στους λαούς: Νασάν εκείνον, π’ αποθάν ‘ς σον τόπον, ντ’ εγενέθεν, ‘κ’ εφέκενκαι τα χώματα τ’ και που ‘κ’ εξενητεύτεν…
Η συνθήκη περί ανταλλαγής των πληθυσμών, όπως περιγράφεται από τη διηγηματική ανάταση του συγγραφέα, είναι τόσο περιγραφική, που θα έπρεπε να αποτρέψει κάθε νέο πόλεμο , νέους ξεριζωμούς και νέες προσφυγές.
Ίσως οι αδρανούντες μεγαλοσχήμονες των διεθνών οργανισμών θα πρέπει να διαβάσουν την κραυγή αγωνίας και πανικού της αγνής και αθώας Οφίτισσας Χέβας, η οποία αναζητά την παιδικής της και αχώριστη φίλη Γεωργία. …! Φωνάζοντας επίμονα : Γεωργία, πού είσαι..; Γεωργία, πού είσαι;
Και ήταν τόσο απάνθρωπη και ανάλγητη η συνθήκη της ανταλλαγής,που χώρισε τους λαούς σύμφωνα με τη θρησκεία ,λες και οι θρησκείες έγιναν για να χωρίζουν τους ανθρώπους στο όνομα του ίδιου Θεού . Είναι οι δυνάμεις των μεγάλων συμφερόντων, που δεν επέτρεψαν στις δύο καρδιακές φίλες, την Χέβα και τη Γεωργία να γευθούν το φιλί του αποχωρισμού.
Πόσα δάκρυα πόνου χύθηκαν τις τραγικές αυτές στιγμές του αποχωρισμού ανθρώπων, που γεννήθηκαν, έζησαν χαρές και λύπες μαζί, μας το εξομολογήθηκε ο εξισλαμισμένος γέρο Σαλίχ σκουπίζοντας τα λιγοστά δάκρυά του :
Δάκρυα πολλά, όντες απεχωρίγαμ’ … εμείς πα έκλαψαμ’ …! Εμείς πα έκλαψαμ’…! Και συνεχίζει βάζοντας το χέρι του στο σημείο της καρδιάς: Ντο έρθετεν, πολλά εχάρα…! ο Θεόν να δί’ σας καλά χρόνια και ημέρας…!
Ο ξεριζωμός από την πατρίδα μοιάζει με το μαρτύριο του Σίσυφου. Ποτέ δεν ξεχνιέται δεν καταλαγιάζει. Είναι διαχρονικός και κληρονομείται σαν ιστορικός πόνος από γενιά σε γενιά.
Μόνο οι ανάλγητοι διπλωμάτες εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν τους λαούς ως πιόνια στη σκακιέρα των γεωστρατηγικών τους συμφερόντων. Η συνθήκη της ανταλλαγής του 1923 υπήρξε η νόμιμη εθνοκάθαρση των λαών μετά τον επίλογο της γενοκτονίας. Μια συνθήκη, που υποβάθμιζε τον άνθρωπο σαν ανταλλακτική πραμάτεια σε κάποιο παζάρι της ανατολής….!
Ο ένας εκ των παιχτών, ο νικητής Κεμάλ, αναφώνησε το 1922 ΄΄ επιτέλους τους ξεπαστρέψαμε΄΄.
Ο τούρκος όμως μουχτάρης του χωριού Ζησινό, όπως μας περιγράφει ο Ομέρ είχε άλλη γνώμη .
Ρωτά τον τούρκο αξιωματικό, που συνόδευε τους ξεριζωμένους…!, που τους πάτε αυτούς τους ανθρώπους..; Πηγαίνουν στην Ελλάδα…! Γιατί…; Ο Κεμάλ Πασάς και ο Βενιζέλος έτσι αποφάσισαν …!Και εμείς, απαντά ο μουχτάρης,εμείς πώς και δεν το ξέρουμε εμείς…!!!
Και εδώ ο Ομέρ επαναφέρει το μεγάλο έγκλημα, που διέπραξαν οι μεγάλες δυνάμεις της αντάντ δια χειρός του ηττημένου Βενιζέλου και του νικητή Κεμάλ, ότι πίσω από τις γεωστρατηγικές σκοπιμότητες των μεγάλων δυνάμεων και τις εκάστοτε συνθήκες των ενεργειακών επιδιώξεων συνθλίβονται και δολοφονούνται λαοί, πολιτισμοί και εθνότητες.
Ο ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΗΣ
Στο τέταρτο κεφάλαιο του βιβλίου του ο Ομέρ με έναν εύσχημο και ευρηματικό λόγο ανοίγει το ζήτημα της ταυτοτικής αφύπνισης και αυτογνωσίας των ιστορικών λαών σε μια προσπάθεια ενεργητικής διεκδικήσης της ιδιαίτερης ταυτότητας του Καρά Ντενίζμιλετί, δηλαδή του έθνους της Μαύρης θάλασσας.
Μια διεκδίκηση, που απαιτεί μέσα στα πλαίσια του χαοτικού σημερινού καθεστώτος προσωπικές και συλλογικές προσπάθειες και θυσίες.Η εφημερίδα, σύμβολο της έρευνας είναι το όπλο της αυτογνωσίας των εξισλαμισμένων Ποντίων της Τραπεζούντας..
Ο τουρκικός λαός,ποδοπατημένος από ανελεύθερα καθεστώτα, δεν πρέπει να περιμένει απαθής τις εξελίξεις αλλά σύμφωνα με τον Ομέρ, να αναλάβει μόνος το τιμόνι του τρένου, που εξακολουθεί να κινείται μόνιμα στις ράγες του μιλιταρισμού και του σοβινισμού.
Ο Ομέρ γνωρίζει, ότι ο πολιτισμός του λαού της Μαύρης θάλασσας συνθλίβεται σήμερα στην ολοκληρωτική λογική της μιας και μοναδικής τουρκικής ταυτότητας..
Καλεί τους ελληνόφωνους να ΄΄αντιδράσουν ΄΄ όπως γράφει, βάζοντάς τους το μόνιμο δίλημμα τι είμαστε τελικά ΄΄λαός ή κοπάδι΄΄
Η περεταίρω αδράνεια των ιστορικών λαών της Μικράς Ασίας θα οδηγήσει στην πλήρη τουρκοποίηση και τον αφανισμό τους.
Μία από τις πολιτικές, που ασκεί σήμερα το τουρκικό κράτος, είναι παρόμοια με αυτήν που άσκησε το ελλαδικό απέναντι στουςπρόσφυγες της επαρχίας . Το σχέδιο προέβλεπε την εγκατάλειψη κάθε αναπτυξιακού σχεδίου της επαρχίας με αποτέλεσμα την αστικοποίηση και την ενσωμάτωση. Αυτό που ισχυριζόταν ο Γεώργιος Μέγας, ότι σε λίγα χρόνια οι Πόντιοι θα ενσωματωθούν στη χοάνη του ελλαδισμού.
Είναι πανομοιότυπη η αντιμετώπιση των μαυροθαλασσιτών Ρωμιών από τα δύο κράτη. Οι μεν πρόσφυγες της Ελλάδας μπόρεσαν να ανασυγκροτηθούν και να αναγεννηθούν μέσα από τους εθνοτοπικούς τους συλλόγους. Τα συνέδρια τους μετατράπηκαν σε θεσμούς πατριωτικής αμφικτιονίαςτης νέας ποντιακής αναγέννησης. Για τους εξισλαμισμένους ρωμιούς αναμένεται, μετά την συγγραφική παρέμβαση του Ομέρ,μια αντίστοιχη αναγέννηση .
Διδακτικό παράδειγμα αποτελεί η ανάπτυξη του παγκόσμιου ποντιακού κινήματος με αφετηρία την Πτολεμαΐδα. Στα χωριά όμως του Όφεως, της Τόγιας και των Σουρμένων κυριαρχεί η καχυποψία και ο φόβος. Γι αυτό Θα μπορούσαμε όλοι εμείς οι ελεύθεροι Πόντιοι της Ελλάδας να απαιτήσουμε από την ακαδημία της Σουηδίας να επιδοθεί το βραβείο Νόμπελ στον συμπατριώτημας Ομέρ ως ελάχιστη επιβράβευση των αγώνων του για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που καταπατώνται και ως αμυντική θωράκιση ενός διωκόμενου υπερασπιστή των αρχών του διεθνούς δικαίου.
Μόνο έτσι η πολιτισμένη Ευρώπη του ουμανισμού θα βοηθήσει να γυρίσει αντίστροφα το τρένο της ιστορίας. Αυτό, που ο Ομέρ ως κραυγή δικαίου απαίτησε από τον μηχανοδηγό του τραίνου, της τουρκικής απολυτότητας να αλλάξει πορεία.
Όποιος από σαςεπισκεφθεί τα ελληνόφωνα χωριά του Πόντου θα διαπιστώσει τημεγάλη ερήμωση των επαρχιών αυτών από τους ελληνόφωνους κατοίκους τους. Μόνο στο χωριό Κατωχώρι (Τσάικαρα) το 70% έχει μεταναστεύσει στις μεγάλες πόλεις και την Γερμανία. Ο ίδιος ο Ομέρ είναι παιδί μεταναστών στην Τραπεζούντα και στην Πόλη.
Παρόμοιες ιστορικές μεταναστεύσεις ανέδειξαν πολιτικοθρησκευτικούς ηγήτορες, όπως ο Βησσαρίων ,ο Γεώργιοςο Σκληρός , οΥψηλάντης ,αλλά και πολλούς θρησκευτικούς ηγέτες του Ισλάμ και του χριστιανισμού.
Ο Ομέρ , πιστεύω, πως απλά αποτελεί την ποντιακή συνέχεια των προσωπικοτήτων αυτής της παράδοσης.
Η άποψη, που μας καταθέτει ο Ομέρ, ότι το μεγαλύτερο κληροδότημα που έχουν είναι τα πανάρχαια ονόματα των ελληνικών πόλεων στην Μαύρη θάλασσα, είναι η ιστορική διαμαρτυρία στην παραποίηση των ονομάτων τους.
Θα συμπλήρωνε κανείς, πως η Μαύρη θάλασσα πέρα από κλειστή θάλασσα των ελληνικών ή ελληνίδων πόλεων, όπως μας περιγράφει ο Ξενοφών, αποτελεί στις μέρες μας τη μοναδική κοιτίδα της ιωνικής γλωσσογονίας.
Ίσως στιςπεριγραφές της φύσης, των παρχαριών, των φυτών ,των ποταμών και των κατάφυτων βουνών, που μας περιγράφει ο συγγραφέας, να ενυπάρχει η μεγάλη εκχώρηση των θρησκευτικών πεποιθήσεων, προκειμένου να εξακολουθούν να συνυπάρχουν οι άνθρωποι στον παραδεισένιο τόπο, που λάτρεψαν και αγάπησαν.
Ο Ομέρ περιγράφει τα αγριολούλουδα και τις γιορτές των βουνών ως μια διονυσιακή ανθεστηριακή τελετουργία, που οι Οφλήδες διασώζουν μέχρι τις μέρες μας.
Είναι ίσως αντίστοιχες εορταστικές δοξασίες, που διατηρήθηκαν από τον καιρό, που οι Μύριοι του Ξενοφώντα αναφώνησαν από τα βουνά της Τραπεζούντας το΄΄θάλαττα – θάλαττα.΄΄ ( μια μαρτυρία που μας την κατέθεσε το 1986 ο φίλος ΠασάογλουΧουσνί από την Τόγια).
Το βιβλίο, που παρουσιάζουμε, εμπεριέχει ένα μήνυμα φιλίας και συνεργασίας των δύο λαών. Για να επιτευχθεί όμως αυτός ο στόχος προϋποθέτει την αμοιβαία κατανόηση και τον σεβασμό στα πολιτισμικά και ιστορικά δικαιώματα των λαών.
Ο Κεμάλ προσπάθησε να λύσει το εθνικό πρόβλημα της χώρας, όπως έλυσε ο μέγας Αλέξανδρος το γόρδιο δεσμό. Τότε με το σπαθί και το λεπίδι σήμερα με τους στρατοδίκες και τα κελιά.
Τους Πόντιους μουσουλμάνους τους αποδιάρθρωσε με τις μεταναστεύσεις και την αγνόηση του πολιτισμού τους, ενώ τους Κούρδους τους χαρακτήρισε ορεινούς Τούρκους. Συμπερασματικά ,η εθνική συνείδηση του κάθε τούρκου πολίτη θα πρέπει να εναρμονίζεται με το ανώτατο εθνικό συμβούλιο ασφάλειας της χώρας.
Ο Ομέρ διαφώνησε με αυτό το αξίωμα και γι αυτό σύρθηκε στα δικαστήρια της χώρας του.Αυτή η καταδίκη του είναι η επιβράβευση και το τεκμήριο τηςφιλειρηνικής του προσπάθειας. Με το βιβλίο του θέτει ευθέως το ερώτημα προς το εθνικό συμβούλιο της Τουρκίας,το οποίο καλείται με την σειρά του να πάρει θέση για το τι έγιναν τα ιστορικά έθνη της Μικράς Ασίας.
Με την διάσταση αυτήο αγώνας του και η αγωνία του είναι μια. Είναι ένα μήνυμα ειρήνης και ελευθερίας, για κάθε λαό, που εξανδραποδίζεται από σοβινιστικά και ανελεύθερα καθεστώτα.
Η συνθήκη της Λωζάννης, που πολύ εύστοχα αναφέρεται ο Ομέρ, στη σελίδα 88 του βιβλίου του,μπορεί να έκλεισε την αυλαία ενός πολυετούς πολέμου με νέες συνοριακές ανακατατάξεις, ταυτόχρονα όμως έβαλε ταφόπλακα στα δικαιώματα των ξεριζωμένων χριστιανών και των εγκλωβισμένων ρωμιών του Πόντου.
Η εξέλιξη αυτή εξυπηρετούσε το νέο δόγμα για την ακεραιότητα των δύο χωρών και την νατοϊκήισχυροποίηση στην Ανατολική μεσόγειο ενόψει του σοβιετικού κινδύνου.
Αυτή η πολιτική επέβαλε τη λήθη της ιστορίας και την πολιτική ενσωμάτωσης και καθαρότητας, που ασκήθηκε αμέσως μετά την μικρασιατική ήττα.
Πέρασαν χρόνια πολλά Ομέρ, για να μάθω, γιατί το κεφάλαιο της ιστορίας με τίτλο ΄΄Μικρασιατική Καταστροφή ΄΄βρισκόταν πάντοτε στο τέλος των σχολικών βιβλίων.
Θύματα αυτής της λογικής υπήρξαν οι Πόντιοι σε όλη τηγη, που ανάγκαστηκαν να απομονωθούν και να κόψουν γέφυρες επικοινωνίας μεταξύ τους.
Εξεπλάγησαν οι πόντιοι μετανάστες της Τραπεζούντας και της Πτολεμαΐδας, όταν διαπίστωσαν στις φάμπρικες της Γερμανίας, ότι μιλούν την ίδια ακριβώς γλώσσα.Κάπως έτσι ξεκίνησαν οι πρώτες επαφές μας . Εκεί στήθηκαν οι πρώτες φιλίες και σχέσεις μεταξύ μας. Στην ελλαδική και τουρκική ακαδημαϊκήκοινότητα για 80 χρόνια δεν υπήρξε καμία αναφορά για την ύπαρξη ποντιακής κοινότητας μουσουλμάνων στην Τραπεζούντα. Το ζήτημα έφερε στο προσκήνιο η Εύξεινος Λέσχη Πτολεμαΐδας με ιστορικά ταμπλό και ερευνητικά ταξίδια στην Τραπεζούντια
Στην Ελλάδα όσο και στην Τουρκία ο επίσημος χαρακτηρισμός μέχρι το 1970 ήταν Λαζοί ( Λάζ) μια υποτιμητική και εξευτελιστική ταυτότητα για έναν λαό, που μιλούσε την ομηρική γλώσσα.
Στο ίδιο κεφάλαιο ο Ομέρ προχωρεί ένα βήμα πιο μπροστά και πιστεύω, ότι γίνεται ενοχλητικός για το λεγόμενο σύστημα της γείτονος χώρας. Προτείνει μία κινηματική προσπάθεια αλλαγής στο στάτους της χώρας. Και αυτή η πρόταση είναι πολύ ριζοσπαστική γιαΤΊ προσδοκά να γίνει από κάτω προς τα πάνω , και όχι από πάνω προς τα κάτω όπως έγιναν όλες οι αναθεωρητικές πρωτοβουλίες και προσπάθειες σ’ αυτή τη χώρα.
Τη διαδικασία αυτή την ορίζει με τον όρο΄΄ αντίστροφη ροή΄΄ που πρέπει να γίνει έστω και μία φορά.
Η πρότασή του φαίνεται να κινείται μέσα σε ένα φορτικό και αβέβαιο πολιτικό σκηνικό της σημερινής Τουρκίας.
Η αντίστροφη ροή των πραγμάτων για τους ρωμιούς της Τραπεζούντας απαιτεί την πολιτική και αυτογνωσιακή τους αφύπνιση. Στην κατεύθυνση αυτή οι παρεμβάσεις του Ομέρ ίσως και άλλωνσυμπατριωτών του είναι σήμερα αναγκαίες και απαραίτητες.
Όταν ο Ομέρ εξέδωσε το βιβλίο του ΄΄Ο πολιτισμός του πόντου΄΄ κανείς δεν μπορούσε να διανοηθεί, ότι θα μπορούσε να πανικοβληθεί το στρατογραφειοκρατικό μόρφωμα της Τουρκίας.
Η πολιτική της Αθήνας και της Άγκυρας επεδίωξαν αμέσως μετά τη συνθήκη της Λωζάννης να αυτοπαραιτηθούν οι δύο λαοί από την ιστορία και την ταυτότητά τους.
Η σιωπή ,η λήθη και η παραγραφή των αδικημάτων ισχυροποιούσε το ελληνοτουρκικό σύμφωνο φιλίας . Μια κρατική φιλία όμως, που συνέθλιβε τα ιστορικά δικαιώματα των Ποντίων στις δύο χώρες.
Ο Ομέρ επιδιώκει με τους συμβολισμούς τραίνου και επιβάτη να υποκινήσει τον τούρκο πολίτη σε υποκείμενο των πολιτικών εξελίξεων στη χώρα του.
Η τηλεόραση ως σύμβολο προπαγάνδας,απορρίπτεται και το τραίνο της εξουσίας,που τροχοδρομεί αέναα στις ίδιες ράγες, πρέπει να αλλάξει ρότα.
Η καθοδηγούμενη προπαγάνδα των καθεστώτων, που με τα ελεγχόμενα μέσα ενημέρωσης επιβάλλουν στους λαούς τις επιλογές τους, μετονομάζουν τους επαναστάτεςτρομοκράτες, και εκεί σταματάει η αναζήτηση και ο προβληματισμός. Το τραίνο χτύπησε έναν τρομοκράτη …. ! με τον ίδιο όμως όρο το υπουργείο εξωτερικών της Τουρκίας χαρακτήρισε την Εύξεινο Λέσχη Πτολεμαΐδας τρομοκρατική οργάνωση.
Η λήθη ( λησμονιά ) και ο φόβος είναι τα όπλα, με τα οποία θέλουν να διατηρήσουν τις ισορροπίες μέσω μιας νέας επανακαθόρισης των συνόρων στην Ανατολική Μεσόγειο.
Στο τελευταίο κεφάλαιο και στον επίλογο του πονήματός του ο Ομέρ αναβαθμίζει τον αφηγηματικό του λόγο σε μια ιστορικό φιλοσοφική διάσταση , αφήνοντας διάχυτο τον προβληματισμό και το ερώτημα, αν υπάρχει πολιτική χωρίς ηθική .
Το κεφάλαιο ίσως αποτελεί και την κατάθεση μιας βαθύτερης επιθυμίας του ανθρώπου Ομέρ για έναν κόσμο της ειρήνης και του ουμανισμού, όπου οι αξίες, οι αρχές και τα ανθρώπινα συναισθήματα δεν θα συνθλίβονται σε ανταγωνιστικές καιαυταρχικές λογικές.
Ο συγγραφέας υπερασπίζεται τη διαχρονική πνευματική εξέλιξη του ανθρώπου. Προσπαθεί να νουθετήσει τις ανάλγητες εξουσίες να σεβαστούν την ανθρώπινη νόηση ,και τον πολιτισμό.
Να αποδεχτούν τις βιωματικές εμπειρίες του κάθε ανθρώπου που μεταφέρονται από γενιά σε γενιά κύρια με την δύναμη της γλώσσας, της τέχνης, που έμαθαν οι άνθρωποι να επικοινωνούν.
Αυτό δηλαδή που στην πατρίδα του Ομέρ αποκαλούν συντζία ( συντυχία) τέχνη του λόγου.
Η στέρηση της ιστορικής μνήμης είναι ενσωμάτωση, ηστέρηση της γνώσης είναι σκοταδισμός, η στέρηση στον πολιτισμό είναι βαρβαρότητα ,η στέρηση στην επικοινωνία είναι κτηνωδία.
Γι’ αυτό στη σελίδα 99 του βιβλίου, το τσακάλι πλησιάζει τον άνθρωπο των σπηλαίων, που είναι ακόμη άλαλος και,όταν δεν παίρνει απάντηση, τον κοιτάζει υποτιμητικά και απομακρύνεται…. Μετά από εκατομμύρια χρόνια, ο άνθρωπος ανακτά την τέχνη της επικοινωνίας, και όμως λογικές του σήμερα του στερούν το δικαίωμα αυτό.
Κάποιοι γλωσσολόγοι υπερασπίζονται την άποψη, ότι μια γλώσσα μπορεί να αφανιστεί ολοσχερώς χωρίς να αφήσει τα προφορικά ή γραπτά της ίχνη. Πιστεύω, ότι αυτό είναι ουτοπία και ότιγλώσσες πουαποκλεισμούάφησαναναλλοίωταλείψανατους.
Η μάνα και η γιαγιά του Ομέρ συναρμόζουν τις ομηρικές λέξεις στα νανουρίσματα και στα μοιρολόγια τους, γιατί αυτές είναι η ταυτότητά τους.
Ο Ομέρ στην ουσία συντάσσεται με το μέρος του ποντιακού ζητήματος, που αφορά τα δικαιώματα των Ποντίων στην παγκόσμια διασπορά.
Ιδιαίτερα το ελληνικό κράτος θα ήταν συνεπές και δίκαιο αν με το ίδιο ενδιαφέρον, που υπερασπίζεται τα δικαιώματα των μουσουλμάνων της Θράκης, υπερασπίζονταν και τα δικαιώματα των Ποντίων της Τραπεζούντας.
Εμείς οι Πόντιοι στην χώρα μας, και στην παγκόσμια διασπορά θα ήμαστε ασυνεπείς αν δεν συμπαρασταθούμε με κάθε τρόπο τους αδελφούς μας που εξακολουθούν ως άλλοι ακρίτες να παραμένουν στην ιστορική μας πατρίδα.
Ο Ομέρ στο τέλος του ταξιδιού του στα γάργαρα νερά της ιστορίας και των παρχαριώνεπιθυμεί την ειρηνική επιστροφή της Τσεμιλέ και του Ισμαήλ στην Ιθάκη των ονείρων τους και της αυτογνωσίας.
Οι Καραντενισλήδες ,οι Μαυροθαλασσίτες, οι Ευξεινιοι ,όλοι αυτοί που επιχαίρουν όταν μας συναντούν στα ταξίδια, που διοργανώνουμε στις αλησμόνητες πατρίδες ανοίγουν τα σπίτια τους και τις καρδιές τους . Γι αυτούς η παρουσία μας είναι ο λυτρωμός στη μοναξιά τους, Νιώθουν ότι δεν είναι μόνοι μέσα στο χαοτικό, όπως λέει και ο Ομέρ, σύστημα εξουσίας…
Αυτό το αίσθηματης ποντιοσύνης, της κοινής ταυτότητας πρέπει να διευρυνθεί και να ενθαρρυνθεί με οργανωμένες επαφές και συναλλαγές με τουςΚαραντενισλήδες αδελφούς μας.
Θα πρέπει και οι ίδιοι να υπερασπίσουν την ιδιαιτερότητα τους, την ταυτότητά τους. Αυτή μέσα στα πλαίσια της πολιτισμένης Ευρώπης θα πρέπει να αναγνωριστεί από τους ετέρους ως στοιχείο μετανάστευσης και ένταξης στα ευρωπαϊκά κεκτημένα.
Είμαι πεπεισμένος, ότι οι απόψεις του Ομέρ αξίζει να προσεχθούν και από τουςδιπλωμάτες του ελληνικού κράτους, το οποίο, αφού μεταμεληθεί για την περιφρόνια της ποντιοφωνίας, που επέδειξε μέχρι τώρα, να ζητήσει από την Τουρκία τη δημιουργία μόνιμης έδρας ποντιακής γλώσσας στα πανεπιστήμιά της.
ΑγαπητέΟμέρ, δε θα ξεχάσω ποτέ την έκπληξη, που ένοιωσα, όταν έφθασα με φίλους στο χωριό Υψηλή, την πατρίδα των Υψηλάντων και άκουσα τον πρόεδρο του χωριού να μας καλωσορίζει σ