Τη μετατροπή της Δυτικής Μακεδονίας σε κέντρο αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας των Βαλκανίων διερευνά η Κομισιόν σε συνεργασία με την Παγκόσμια Τράπεζα και εταιρείες που αναζητούν ευκαιρίες εμπορικής ανάπτυξης ανώριμων ή και πιλοτικών ακόμη τεχνολογιών αποθήκευσης.
Στο πλαίσιο του προγράμματος για την ομαλή μετάβαση στη μεταλιγνιτική εποχή, η Κομισιόν έχει αναθέσει στην Παγκόσμια Τράπεζα την εκπόνηση μελέτης για την υποκατάσταση του λιγνίτη και της οικονομικής δραστηριότητας στη Δ. Μακεδονία και στη Σιλεσία της Πολωνίας. Το βασικότερο σενάριο που εξετάζουν οι τεχνοκράτες της Παγκόσμιας Τράπεζας για τη Δ. Μακεδονία είναι η αξιοποίηση των υποδομών των λιγνιτικών μονάδων που θα αρχίσουν να αποσύρονται σταδιακά από το πρώτο εξάμηνο του 2020 για την εγκατάσταση συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας. Μάλιστα τον Φεβρουάριο κλιμάκιο της Παγκόσμιας Τράπεζας και της Κομισιόν επισκέφθηκε την Κοζάνη, όπου είχε επαφές με τοπικούς φορείς της περιοχής και τον περιφερειάρχη Θ. Μακρυπίδη, ενώ τον Απρίλιο είχε συνάντηση με την πρώην διοίκηση της ΔΕΗ. Επαφές ξεκίνησε και με την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ενέργειας, ενώ αναμένονται συναντήσεις και με τη νέα διοίκηση της ΔΕΗ.
Η πρόταση για μετατροπή της Δ. Μακεδονίας σε κέντρο αποθήκευσης ενέργειας των Βαλκανίων παρουσιάστηκε προ ημερών από την Παγκόσμια Τράπεζα στις Βρυξέλλες. Η πρόταση, όπως αποκάλυψε χθες κατά την παρουσίαση της έκθεσης του The Green Tank, με τίτλο «Τα οικονομικά των ελληνικών λιγνιτικών μονάδων: Τέλος εποχής», ο αναλυτής κ. Νίκος Μάντζαρης, αναφέρεται σε τεχνολογίες που αναπτύσσει η Siemens Gamesa αλλά και ολλανδικές εταιρείες που στηρίζονται στην αποθήκευση ενέργειας σε ηφαιστειακές πλάκες. Η Siemens Gamesa εγκαινίασε τον περασμένο Ιούνιο το πρώτο καινοτόμο αυτό σύστημα στο Αμβούργο, το οποίο χρησιμοποιεί ως μέσο αποθήκευσης 1.000 τόνους ηφαιστειακών πετρωμάτων. Το επόμενο βήμα που σχεδιάζει η Siemens Gamesa είναι να αξιοποιήσει την καινοτομία σε εμπορικά projects, αυξάνοντας τη δυναμικότητα αποθήκευσης και την ισχύ. Πρόκειται για αρκετά ανώριμες τεχνολογίες γι’ αυτό και εξετάζεται η χρηματοδότησή τους από κονδύλια του ΕΣΠΑ.
Το κόστος του λιγνίτη
Τα εν λόγω σχέδια συνδέονται με τη μεταλιγνιτική εποχή και την ανάγκη υποκατάστασης τόσο της ισχύος που θα φύγει από το σύστημα όσο και της συνέχισης της οικονομικής δραστηριότητας στην περιοχή της Δ. Μακεδονίας, που σήμερα περιστρέφεται γύρω από τον λιγνίτη. Το «τέλος εποχής για τον λιγνίτη» που ανέδειξαν τα αποτελέσματα της αποεπένδυσης που επιχείρησε η ΔΕΗ, πιστοποιούν με αριθμούς τα στοιχεία της έκθεσης της δεξαμενής σκέψης The Green Thank για τα οικονομικά των 14 λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ που παρουσιάστηκε χθες στους δημοσιογράφους. Σύμφωνα με αυτά, από τον Ιανουάριο του 2016 έως τον Ιούνιο του 2019, η ΔΕΗ από τη λειτουργία των λιγνιτικών μονάδων έχει συσσωρεύσει καθαρές ζημίες 683 εκατ., όσο περίπου και το κόστος των ΝΟΜΕ.
Εάν ο σημερινός λιγνιτικός στόλος παραμείνει ως έχει, τότε τα επόμενα 3,5 χρόνια η λιγνιτική βιομηχανία θα συσσωρεύσει ζημίες της τάξης του 1,3 δισ. Η έκθεση εξετάζει τέσσερα σενάρια για την εξέλιξη των οικονομικών μεγεθών των μονάδων της ΔΕΗ με κόστος CO2 στα 31 ευρώ ο τόνος και μέση τιμή ηλεκτρικής ενέργειας στα 78 ευρώ/ ΜWh και σε κανένα από αυτά δεν προκύπτουν καθαρά κέρδη για τα επόμενα 3,5 χρόνια. Προτείνονται οι αποσύρσεις των ΑΗΣ Καρδιάς και ΑΗΣ Αμυνταίου, καθώς εκτιμάται ότι θα μειώσουν τις καθαρές ζημίες των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ κατά περισσότερο από 600 εκατ. τα επόμενα 3,5 χρόνια, υπό την προϋπόθεση ότι οι τρεις ΤWh τον χρόνο μπορούν να καλυφθούν από άλλες πηγές. Η πρόταση περιλαμβάνει απόσυρση και των μονάδων Αγ. Δημητρίου Ι και ΙΙ καθώς και Μεγαλόπολης IV, ενώ για την Πτολεμαΐδα V προτείνεται τεχνοοικονομική μελέτη για την αντικατάστασή της σε σύστημα αποθήκευσης ενέργειας.
Πηγή: Kathimerini.gr