Για τους Οθωμανούς ήταν ο Ιντζέ-Καρά, για τους Σλάβους ο Μπίστριτσα (γοργοπόταμος), ενώ η παλαιότερη Ελλάδα τον ήξερε με το αρχαίο «Αλιάκμων», που έγινε Αλιάκμονας όταν επικράτησε η δημοτική. Όπως κι αν τον ονομάσουμε, πάντως, πρόκειται για ένα επιβλητικό ποτάμι. Το οποίο είναι και το μεγαλύτερο σε μήκος της χώρας μας, καθώς απλώνεται σε 297 χιλιόμετρα.
Η ροή του Αλιάκμονα καλύπτει τις βορειοδυτικές εκτάσεις της Ελλάδας, αν και πριν τη δεκαετία του 1950, όταν χτίστηκε φράγμα στο χωριό Αγία Βαρβάρα της Ημαθίας, δεν διέθετε σταθερή κοίτη, οπότε πλημμύριζε συχνά, ενώ σχημάτιζε και εκτεταμένη έλη. Όπως τον γνωρίζουμε εμείς σήμερα, πηγάζει από τα ορεινά του Γράμμου κοντά στα σύνορα της χώρας μας με την Αλβανία και εκβάλλει στον Θερμαϊκό Κόλπο της Θεσσαλονίκης, αφού διασχίσει τις περιφερειακές ενότητες Καστοριάς, Γρεβενών, Κοζάνης και Ημαθίας.
Όπως είναι φυσικό, ένας τόσο μεγάλος ποταμός διαθέτει αρκετά διαφορετικά πρόσωπα και προσφέρεται για ποικίλες δραστηριότητες: οι φίλοι του rafting, ας πούμε, θεωρούν ότι το αγαπημένο τους σπορ αποκτά άλλη χάρη στα νερά του, ειδικά στη διαδρομή που ξεκινά από το Φελλί των Γρεβενών, φτάνοντας ως τη διασταύρωση με τον παραπόταμο Βενέτικο. Για τους φυσιολάτρες, όμως, μία από τις περιοχές όπου ο Αλιάκμονας συναντιέται στα πιο γοητευτικά του (πέρα από το Δέλτα του, όπου συγκροτεί Εθνικό Πάρκο παρέα με τον Αξιό) είναι τα σύνορα μεταξύ Γρεβενών και Κοζάνης, στο σημείο όπου διαβαίνει κάτω από τη γέφυρα του Ρυμνίου. Και μια ιδανική εποχή για τον δει κανείς είναι το φθινόπωρο, πριν αρχίσουν οι πολλές βροχές και τα έντονα κρύα της δυτικής Μακεδονίας.
Στα τοπία γύρω από το Ρύμνιο –πλούσια νερά και μαγευτικές εικόνες
Χτισμένο στα ημιορεινά της Κοζάνης, σε υψόμετρο 330 μέτρων στις όχθες της τεχνητής λίμνης Πολυφύτου, το Ρύμνιο είναι ένα χωριό 161 κατοίκων (σύμφωνα με την απογραφή του 2011), πολύ κοντά στα περιφερειακά σύνορα με τα Γρεβενά. Μάλιστα, είναι ο μοναδικός κοζανίτικος οικισμός στα ανατολικά της ροής του Αλιάκμονα από την περιοχή, με τη γέφυρα του Ρυμνίου να διέρχεται πάνω από τα νερά του επί 615 μέτρα, μάκρος που την καθιστά ως δεύτερη μεγαλύτερη του είδους της μετά την πιο γνωστή Υψηλή Γέφυρα Σερβίων-Νεράιδας (1.372 μέτρα).
Αν και το Ρύμνιο πρωτοαναφέρεται επισήμως γύρω στο 1918, η παρουσία του πρέπει να είναι πολύ παλαιότερη, αν κρίνουμε από τη μεταβυζαντινή εκκλησία του Αγίου Αθανασίου: ένα ιστορικό μνημείο του χωριού, επισήμως κηρυγμένο ως διατηρητέο, το οποίο διαθέτει τοιχογραφίες χρονολογημένες στα μέσα του 16ου αιώνα. Η προαναφερθείσα γέφυρα, τώρα, εγκαινιάστηκε το 1976 στα δυτικά της κατοικημένης περιοχής –με προσανατολισμό προς την Αιανή– αντικατέστησε όμως ήδη υπάρχον πέρασμα ανθρώπων και ζώων στον Αλιάκμονα, που είχε γεφυρωθεί και το 1955 με μεταλλική, δικτυωτή κατασκευή, η οποία αποδείχθηκε ακατάλληλη, με αποτέλεσμα να παρασυρθεί από τα νερά του ποταμού.
Χάρη στα νερά αυτά, πάντως, το τοπίο γύρω από το Ρύμνιο διακρίνεται από πλούσια βλάστηση. Το ποτάμι κρατάει τα καλοκαίρια της περιοχής σχετικώς δροσερά, αλλά ιδανικές εποχές για να χαρεί κανείς την τριγύρω φύση θεωρούνται η άνοιξη και το φθινόπωρο: κατά την πρώτη τα πάντα πρασινίζουν και οι όχθες γεμίζουν με λουλούδια, κατά το δεύτερο επικρατούν χρώματα πολύ ξεχωριστά, δημιουργώντας σαγηνευτικούς οπτικούς συνδυασμούς μαζί με τα πλούσια, διερχόμενα ύδατα. Εντωμεταξύ, το μάκρος της γέφυρας του Ρυμνίου εξασφαλίζει πολύ ωραία θέα στα πέριξ σε όσους τη διασχίζουν με το αυτοκίνητό τους –και δεν είναι σπάνιο φαινόμενο να βλέπεις οδηγούς να κόβουν ταχύτητα, προκειμένου να χαζέψουν λίγο το τοπίο.
Μάλιστα, για όσους αγαπούν τις πεζοπορικές διαδρομές, στα περίχωρα του χωριού –προς το εσωτερικό, στην άλλη πλευρά από εκεί όπου βρίσκεται ο Αλιάκμονας– τρέχει κι ένας υπέροχος καταρράκτης (στους χάρτες της Google αναγράφεται ως «καταρράκτης Ρυμνίου»), ο οποίος αποτελεί τμήμα του πανέμορφου φαραγγιού του Τριγωνικού (ή της Κατερίνας). Εκτείνεται σε 8 χιλιόμετρα και είναι αρκετά εύκολο στη διάβαση, γεμάτο με χειμάρρους, απόκρημνα βράχια και σύδενδρα δέντρα. Η είσοδος γίνεται από το χωριό Μεταξά Σερβίων, με την έξοδο να βρίσκεται μετά το Ρύμνιο, εκεί όπου διαμορφώνεται η λίμνη Πολυφύτου.
Για τους γνώστες της περιοχής, ωστόσο, ένα ακόμα σημείο με ειδυλλιακό κάλλος είναι η θέση που οι ντόπιοι ξέρουν ως «Αναβρυκά Ρυμνίου», ανάμεσα σε δάσος με πλατάνια και σε πηγές με τρεχούμενα, βουνίσια νερά: είναι δημοφιλής ανάμεσα στους κατοίκους των γύρω χωριών ως σημείο αναψυχής. Όμορφες εκτάσεις με πλατάνια, όμως, υπάρχουν και στα νότια της γέφυρας, εκτεινόμενες ως το φράγμα του Ιλαρίωνα, περίπου 8,5 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά του Ρυμνίου. Υπάρχουν φορές, μάλιστα, στις οποίες νιώθεις ότι βρίσκεσαι σε κάποιο παραθαλάσσιο μέρος και όχι στα ημιορεινά της δυτικής Μακεδονίας.
Επιπλέον, εδώ έχει συγκροτηθεί κι ένας πλούσιος υγροβιότοπος, με άφθονα είδη χλωρίδας και πανίδας, τυπικά για τη ζωή που ανθεί στις όχθες του Αλιάκμονα. Ο ποταμός, άλλωστε, είναι στο σύνολό του πολύ φιλόξενος για τα πουλιά –ειδικά για είδη που τον χρησιμοποιούν ως ενδιάμεσο σταθμό στις μεταναστεύσεις τους– ενώ στα νερά του ζει κι ένα ενδημικό είδος ψαριού, το μαυροτσιρώνι, το οποίο δεν υπάρχει πουθενά αλλού στον κόσμο.
Πώς θα φτάσετε εδώ
Μπορεί, όπως ειπώθηκε και παραπάνω, το Ρύμνιο να είναι το μοναδικό χωριό της Κοζάνης που βρίσκεται ανατολικά του Αλιάκμονα, ωστόσο δεν απέχει πολύ από την ομώνυμη πρωτεύουσα: η μεταξύ τους απόσταση ανέρχεται σε 28 χιλιόμετρα, ενώ ακόμα πιο κοντά (στα 15,5 χιλιόμετρα, προς τα νοτιοδυτικά) βρίσκεται η γνωστή κωμόπολη Σέρβια.
Ξεκινώντας λοιπόν από την Κοζάνη, θα πορευτείτε προς νότια-νοτιοανατολικά, στοχεύοντας στα σύνορα με τα Γρεβενά. Η διαδρομή είναι πολύ εύκολη, μέσω ασφαλτοστρωμένων δρόμων: θα ακολουθήσετε την επαρχιακή οδό Σερβίων-Αιανής, η οποία θα σας οδηγήσει στο χωριό μέσα σε περίπου 30 λεπτά. Αυτή είναι και η επιλογή που κάνουν οι περισσότεροι επισκέπτες της περιοχής, οι οποίοι έρχονται εδώ για εκδρομή, μιας και το Ρύμνιο δεν διαθέτει την τουριστική ανάπτυξη που παρατηρείται λ.χ. σε οικισμούς της Κοζάνης στα πέριξ της τεχνητής λίμνης Πολυφύτου (όπως ας πούμε στη Νεράιδα).