Φαίνεται πως έχουν βάση όσα απάντησαν στη ΔΕΗ μέσω του «e-ptolemeos.gr» ο Δήμαρχος Αμυνταίου και ο πρόεδρος της Τοπικής Κοινότητας του Δήμου Αμυνταίου, ότι δηλαδή ψεύδεται η ΔΕΗ όταν λέει ότι δεν ευθύνεται η δραστηριότητα του ορυχείου Αμυνταίου ή η περσινή καταστροφική κατολίσθηση για τις ρωγμώσεις στους οικισμούς και σε σπίτια στα γύρω χωριά του Αμυνταίου (Δείτε ΕΔΩ), όπως ισχυρίστηκε ο διευθυντής Εκμετάλλευσης του Λιγντικού Κέντρου Δυτικής Μακεδονίας Στέφανος Παλαβός, στην πρόσφατη συνέντευξη Τύπου που έδωσε στην περιοχή μας ο πρόεδρος της ΔΕΗ (ΕΔΩ), επικαλούμενος και τη μελέτη που εκπόνησε πρόσφατα το ΙΓΜΕ .
Η μελέτη του ΙΓΜΕ αναφέρεται στις τεκτονικές δομές στην εν λόγω περιοχή που ενεργοποιούνται από διάφορες αιτίες, όπως μικροσεισμική δραστηριότητα, υπεράντληση υδροφόρου ορίζοντα, εξορυκτική δραστηριότητα, μετακινήσεις εδάφους.
Το υπέδαφος της περιοχής περιμετρικά του ορυχείου Αμυνταίου αποθηκεύει σημαντικά αποθέματα νερού, ο υδροφόρος ορίζοντας ωστόσο της περιοχής έχει υποστεί σημαντική πτώση, λόγω των υπεραντλήσεων, όπου παρατηρείται φθίνουσα πορεία της στάθμης του από την αρχή της διάνοιξης του ορυχείου Αμυνταίου, ενώ και οι αρδευτικές υδρογεωτρήσεις λειτουργούν προσθετικά στην πτώση του.
Αυτό λέει σε γενικές γραμμές η έκθεση που εκπόνησε το ΙΓΜΕ για τα κατολισθητικά φαινόμενα στους οικισμούς που γειτνιάζουν με το Ορυχείο Αμυνταίου, με τίτλο «Τεχνικογεωλογική Αναγνώριση Κατολισθητικών Φαινομένων στις Τ.Κ. Βαλτόνερων, Πεδινού, Ροδώνα και Φανού του Δήμου Αμυνταίου», που συντάχθηκε από Γεωλόγους και Υδρογεωλόγο της Περιφερειακής Μονάδας Ηπείρου.
Το ΙΓΜΕ στην έρευνά του, μεταξύ άλλων, λέει τα εξής: «Εντός των παραπάνω Τερτατογενών αποθέσεων διαμορφώνεται ο υδροφόρος του Αμυνταίου, ο οποίος χρησιμοποιείται για άρδευση και ύδρευση. Τα ιζήματα αυτά παρουσιάζουν ικανοποιητικό πορώδες στη μάζα τους και αποθηκεύουν σημαντικά αποθέματα υπόγειου νερού», επισημαίνοντας ότι: «Πέραν των απολήψεων άρδευσης και ύδρευσης, ο υδροφόρος υφίσταται μεγάλες απολήψεις (υπεραντλήσεις) και από τη λειτουργία υδρογεωτρήσεων προστασίας των ορυχείων της ΔΕΗ, που βρίσκονται περιμετρικά του λιγνιτωρυχείου Αμυνταίου, όπου επιτυγχάνεται η τεχνητή ταπείνωση της στάθμης του υδροφόρου και έτσι αποφεύγεται η αποστράγγισή του στο χώρο του ορυχείου, εξυπηρετώντας την απρόσκοπτη λειτουργία των εργασιών εξόρυξης του λιγνίτη.» Στη μελέτη του το ΙΓΜΕ αναφέρει μάλιστα ότι «στα Τεταρτογενή αυτά ιζήματα αναπτύσσεται ο υδροφόρος, πάχους περίπου 130 μέτρων, με καθαρά υδροφόρα στρώματα πάχους 45 μέτρων περίπου που βρίσκονται είτε υπό πίεση είτε μερικώς υπό πίεση αλλά και ελεύθερα.»
Το συμπέρασμα της έρευνας του ΙΓΜΕ καταλήγει ως εξής:
«Γενικά στον υδροφόρο παρατηρούμε μια φθίνουσα πορεία της στάθμης του από την αρχή της διάνοιξης του ορυχείου όπου και οι αρδευτικές υδρογεωτρήσεις λειτουργούν προσθετικά στην πτώση του. Η πτώση της στάθμης του υδροφόρου είναι επόμενο να αυξάνει όσο πλησιάζουμε στο ορυχείο όπου φθάνει και τα 50 μέτρα ή και την εξάντλησή τους. Ο υδροφόρος τροφοδοτείται από την απευθείας κατείσδυση των ατμοσφαιρικών κατακρημνισμάτων στην επιφάνεια του υδροφόρου από τη διήθηση των επιφανειακών νερών του καναλιού το διερχόμενου από το κέντρο του υδροφόρου (λίμνη Χειμαδίτιδα – λίμνη Πετρών) και από την πλευρική τροφοδοσία του καρστικού υδροφορέα προς τον υδροφόρο.»