-Έλα, Χάμπο. Τι χαμπάρια;
-Καλά, Γιάννε. Τσιπ καλά!
-Χαίρομαι, Χάμπο. Έτσι, σε πείσμα των καιρών, εμείς θα περνάμε καλά!
-Ωραία τα λες, Γιάννε. Μιλάει ο δάσκαλος που έχεις μέσα σου.
-Υπερβολές, Χάμπο. Θα πιούμε καφεδάκι;
-Καφεδακι; Ναι. Νωρίς είν’ ακόμα. Πετράκη…δύο καφεδάκια με παχύ καϊμάκι.
-Θεριακλήδικα;
-Ναι, θεριακλήδικα. Να σε ρωτήσω κάτι, Γιάννε;
-Και δε ρωτάς;
-Είναι ένα πράμα που με κάνει μεγάλη εντύπωση.
-Ποιο είν’ αυτό, Χαμπο; Είν’ έξω απ’ την κατάσταση που ζούμε;
-Όχι. Κάτι μέσα απ’ την κατάσταση. Ένα…φαινόμενο…
-Για πες, λοιπόν. Μ’ αρέσει όταν φιλοσοφείς.
-Να, λέω. Εγώ και συ είμαστε παλιοί. Θυμόμαστε και την εποχή του ’60, που ήταν και τότε φτώχεια και ίσως πιο μεγάλη φτώχεια από σήμερα.
-Ναι. Απλά καλομάθαμε και όταν από τη χλιδή πέφτεις στη μιζέρια σε κακοφαίνεται πιο πολύ.
-Σωστά! Λοιπόν, κοντός ψαλμός αλληλούια, φτώχεια και τότε, φτώχεια και τώρα.
-Έεε, ναι. Αν το δεις γενικά…
-Και ειδικά, Γιάννε. Θυμάσαι από εκείνη την εποχή τι κάνανε όλοι οι φτωχοδιάβολοι για να τα βγάλουνε πέρα;
-Τι κάνανε για να επιβιώσουν; Εννοείς οι απατεώνες, μήπως;
-Ναι. Παράλειψή μου που δεν το είπα καθαρά. Σωστά κατάλαβες.
-Τι κάνανε; Κάνανε…απάτες, κάνανε κομπίνες, κάνανε…τέτοια.
-Μπράβο, Γιάννε. Αφού τα διάβαζες και στα χρονογραφήματα και στα ευθυμογράφηματα τις εποχής, του Τσιφόρου, του Ψαθά, του Βασιλειάδη και άλλων. Τα διάβαζες στις εφημερίδες, στα περιοδικά, στο Ρομάντσο τα διάβαζες και αλλού. Και ήτανε έξυπνες κομπίνες πρέπει να παραδεχτούμε, έεε Γιάννε;
-Η αλήθεια είναι πως ήτανε! Σαν κεντήματα υψηλής τεχνικής ήτανε! Η πλοκή τους ήτανε σαν…υψηλή ραπτική. Είχε βήματα!.
-Ναι για. Ήτανε σα να έπλεκε ο απατεώνας έναν καλλιτεχνικό ιστό, όπου το θύμα αναπόφευκτα, έπεφτε, στο τέλος, στην παγίδα.
-Πολύ ωραία τα λες, Χάμπο. Ποιητικά!
-Είχανε οι απατεώνες στυλ. Είχανε φινέτσα!
-Τι είπε τώρα, Χάμπο. Φοβερή ατάκα είπες. Απατεώνες στυλάτοι, απατεώνες σικ, αέρινοι…
-Ναι, Γιάννε. Κομπίνες λεπτεπίλεπτες. Κομπίνες ντελικάτες. Και συγκρίνω με τη σημερινή κατάσταση. Τους απατεώνες του σήμερα. Μεγάλη διαφορά!
-Δηλαδή;
-Δηλαδή, πάνε πέφτουν με την κούρσα μέσα στο μαγαζί, τα κάνουν όλα σμπαράλια. Κάνουν ζημιές πάνω από 50.000 € για να κλέψουν απ’ το ταμείο 128 €.
– Με κάνεις και γελάω όπως τα λες.
-Μετά, πάνε ανατινάζουν τα μηχανήματα στις τράπεζες για να πάρουν τις κασετίνες με τα χρήματα.
-Με αέριο, με δυναμίτη…
-Ναι! Μπαμ! Θρύψαλα όλα ένα γύρω. Ζημιές; Ζημιές να δεις. Ως και τα χρήματα καταστρέφουν, για να πάρουν όσα σωθούν.
-Και λοιπόν;
-Και λοιπόν, χάθηκε η φινέτσα.
-Ως και οι απατεώνες γίνηκάνε άγαρμποι, χοντράνθρωποι.
-Αλήθεια!
-Δε έχουν χάρη πια. Είναι σα πατσάδες ντουσλαμά! Χοντροκομμένοι!
-Και σ’ ενοχλεί;
-Είναι θέμα στυλ!