Τι βίτσιο και αυτό. Να τρυπώνεις στα εγκαταλελειμμένα κτίρια με μόνη λαχτάρα να αφήνεις «το θέαμα» να σε ταξιδέψει σε άλλους χρόνους, σε άλλους τόπους, άλλες εποχές. Με στόχο, να φανταστείς πως μπορεί να ήταν τα πράγματα. Πως είναι, πως ήταν, πως θα μπορούσαν να είναι
Έχει την χάρη του, το ενδιαφέρον του. Ναι, σίγουρα έχει και κάτι creepy.
Απλά τρυπώνεις σε κάποιο ερημόσπιτο, σε κάποιο ερείπιο, σε κάποιο παρατημένο κτίριο και αφήνεις το μυαλό και τη ψυχή να κάνουν τα υπόλοιπα.
Είναι καιρός τώρα που είχα «σταμπάρει» τον επόμενο …. στόχο μου.
Όχι τυχαία. Αυτή τη φορά επρόκειτο για ένα κτιριακό συγκρότημα που το είχα επισκεφθεί στο παρελθόν.
Το 2009, ως εκπρόσωπος του ραδιοφωνικού σταθμού στον οποίο εργαζόμουνα, κλήθηκα μαζί με τους υπόλοιπους συναδέλφους δημοσιογράφους, σε μία φιλική συνάντηση – γνωριμία με τους ιδιοκτήτες της Ξενοδοχειακής μονάδας «Πανθέα» (θέση ¨Κουρί¨ Πτολεμαΐδας πίσω από τον Όμιλο Αντισφαίρισης).
Μας μίλησαν για την επένδυση, μας ξενάγησαν στους χώρους, μας προσέφεραν καφέ και πολλές όμορφες ιδέες. Δημιουργήσαμε εικόνες, αποκτήσαμε ερεθίσματα. Όλα καλά, υπέροχα θα έλεγα.
Φύγαμε όλοι με την γλυκιά επίγευση που σου αφήνει μία επένδυση που έχει όλες τις προοπτικές να μεγαλουργήσει και να αφήσει το θετικό της αποτύπωμα. Το χρειαζόμασταν όλοι.
Κάποια στιγμή, αργότερα, πληροφορήθηκα την κατάσχεση. Σάστισα.
Όταν μετά έφθασαν στα αφτιά μου και τα πρώτα νέα για πλιάτσικο (πολύ βαριάς μορφής), απογοητεύτηκα.
Επέρασαν τα χρόνια. Το 2017 διαβάζω στην εφημερίδα «Πτολεμαίος»: Για δεύτερη φορά, εκπλειστηριάζεται το πρώην ξενοδοχείο ΠΑΝΘΕΑ στην Πτολεμαΐδα. Είχε ξαναβγεί σε πλειστηριασμό προ δύο ετών, η διαδικασία όμως απέβη άκαρπη.
Κατά προέκυπταν νέα μαντάτα για τον βίαιο τρόπο καταπάτησης, λεηλασίας και φθοράς του συγκροτήματος.
Όταν η νέα μου φίλη η Γιάννα, μοιράστηκε μαζί μου το ενδιαφέρον της να επισκέπτεται παρατημένα κτίρια, το θεώρησα ως ευκαιρία να κάνω πράξη αυτό που για καιρό στριφογύριζε στο μυαλό μου.
Δεν το σκεφτήκαμε πολύ, καθόλου θα έλεγα.
Μία που το είπαμε και μία που πήγαμε.
Τα λόγια αδυνατούν να περιγράψουν αυτό που αντικρύσαμε.
Οι εικόνες τα λένε όλα, ίσως και πολλά περισσότερα από όσα πρέπει.
Στο Δελτίο Τύπου που μας είχε διανεμηθεί κατά την συνάντηση γνωριμίας το 2009 οι ιδιοκτήτες έγραφαν «Ένα ολοκαίνουριο ξενοδοχειακό συγκρότημα με την ονομασία ΠΑΝΘΕΑ είναι πλέον διαθέσιμο για να προσφέρει σε κάθε επισκέπτη την απόλυτη εμπειρία φιλοξενίας».
Φύγαμε από την αφιλόξενη πλέον «πολλά υποσχόμενη επένδυση» με μία πικρή γεύση και έντονο το συναίσθημα της απογοήτευσης.
«Πως είναι δυνατόν να επετράπη αυτό το πράγμα», διερωτηθήκαμε και οι δύο. Πως είναι δυνατόν να δεσμεύονται περιουσίες με το σκεπτικό της διασφάλισης του κεφαλαίου που έχουν καταθέσει οι τράπεζες (με τη μορφή του δανείου) και από την άλλη να επιτρέπουν τον κάθε ένα να καταστρέφει περιουσίες εκατομμυρίων !!!
Ούτε βίδα δεν έχουν αφήσει οι επιτήδειοι, ούτε ένα πιάτο, ένα ποτήρι, ούτε ένα σπασμένο έπιπλο. Μόνον ένα κατάλογο με τα προτεινόμενα κρασιά και μία ταμπέλα περί της διακόσμησης.
Προσβάσιμο από τον κάθε ένα, το Πανθέα που έδυσε πριν καλά καλά προλάβει να φωτιστεί από τον ήλιο, αποτελεί σήμερα ένα συγκρότημα λίαν επικίνδυνο για την ακεραιότητα όσων το προσεγγίζουν, άκρως αφιλόξενο και ψυχρό, χωρίς να θυμίζει απολύτως (μα απολύτως) τίποτα, από την σύντομη αίγλη του.