ΕΥΡΙΣΚΟΜΕΝΟΙ σήμερα λίγα βήματα πρὸ τοῦ νέου ἔτους 2020, (μᾶς ἦρθε κι αὐτό!) δίνουμε καὶ παίρνουμε εὐχές. Εὐχόμαστε ἀσφαλῶς νὰ εἶναι εὐτυχισμένο καὶ χαρούμενο. Νὰ εἶναι καλλίτερο ἀπὸ τὸ ἔτος ποὺ ἔγινε παρελθόν, ἀλλὰ μᾶς σημάδεψε μὲ πολλὲς πληγές. Ἔγιναν κι αὐτὲς ἱστορία. Ἀφοῦ μετὰ ἀπὸ χρόνια θὰ λένε γιὰ τὸ ἔτος ποὺ πέρασε, τότε ἔπαθαν ἐκεῖνα κι ἐκεῖνα καὶ πῶς τὰ ἄντεξαν…. Ποιὸς ἤξερε κάποτε γιὰ «μνημόνια, γιὰ Συμφωνίες ποὺ ὑπογράφηκαν ἐκεῖ στὸ νερὸ κάποιας λίμνης…., ἢ γιὰ λαθρομετανάστες, ὅπως γίνονταν στὸ Βυζάντιο οἱ μετακινήσεις τῶν Σλαύων καὶ ἄλλων λαῶν»; Καὶ τόσα ἄλλα…
Ἀνακύκλωσι ματαιότητος. Τὰ ἴδια λέγαμε καὶ πέρυσι τὴν ἴδια μέρα. Κι ἂν πᾶμε πρὸς τὰ πίσω, τὰ ἴδια θὰ βροῦμε νὰ λέγονταν πάντα αὐτὴν τὴ μέρα. Λόγια καὶ προσδοκίες. Ὅμως ἄλλες πληγὲς τότε. Ὁ κάθε καιρὸς ἔχει τὶς πληγές του. Ποικιλία πληγῶν γιὰ τὸν ἄνθρωπο.
Ἂν διαβάσουμε τὸν Ἐκκλησιαστὴ (450 π.Χ) στὴν Παλαιὰ Διαθήκη θὰ βροῦμε τὰ ἴδια. Ὑπέροχες σκέψεις ἐπὶ τῆς ματαιότητος καὶ τῶν πληγῶν τοῦ ἀνθρωπίνων πραγμάτων. Σὲ ὅλο τὸ βιβλίο τοῦ Ἐκκλησιαστῆ, ποὺ εἶναι ὅλο κι ὅλο ἑξίμιση σελίδες, ἡ λέξι ματαιότης ἀναφέρεται μὲ ἔμφασι τριανταέξι φορές! Μετὰ ἀπὸ τὴν σύστασι τοῦ προσώπου του, ὡς ἐπικεφαλίδα καὶ κεντρικὴ ἰδέα, στὸν δεύτερο στίχο του παραθέτει τὸν ἀποφθεγματικὸ λόγο, «Ματαιότης ματαιοτήτων, εἶπεν ὁ Ἐκκλησιαστής, ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης».
Αὐτὴν τὴν ματαιότητα τῶν ἀνθρωπίνων τὴν ζωγράφησε μὲ τὸ ποιητικό του τάλαντο ὁ Γεώργιος Δροσίνης στὸ παρακάτω ποίημα. Εἶναι μιὰ ἄλλη εἰκόνα τοῦ λόγου τοῦ Ἡράκλειτου «τὰ πάντα ρεῖ». Τὸ ποίημα κλείνει μὲ γεῦσι πίκρας καὶ ἀπογνώσεως. «Ἀλλ’ ἔστι Θεὸς καὶ ἔστι ἐλπίς». Αὐτὸς κυβερνᾶ καὶ τὰ ποτάμια καὶ τὰ ἀνθρώπινα. Ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο εἰς ψυχὴν ζῶσαν καὶ αἰώνιον. Εἴτε εἶναι βολεμένος, εἴτε εἶναι πρόσφυγας. Ὁ Κύριος βλέπει ὅλων τὰ πρόσωπα. Ἀκόμη καὶ τὰ μαῦρα σχέδια καὶ προγράμματα…
ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ
Πές μου ποτάμι ποὺ τρελλὰ μέσα στοὺς κάμπους τρέχεις
καὶ τόσες ὀμορφιὲς τῆς γῆς μὲ τὰ νερά σου βρέχεις.
Γιατὶ μᾶς ψάλλεις θλιβερὸ σκοπὸ μὲ τὴ φωνή σου;
Ποιὸς ἄλλος ζῆ τέτοια ζωὴ γλυκειὰ σὰν τὴ δική σου;
Κι ἐκεῖνο ἀποκρίθηκε: Τὶ εὐτυχία ἔχω,
ἀφοῦ ἡ μοῖρα μοῦ ‘γραψε αἰώνια νὰ τρέχω;
Ἂν ροδοδάφνες γέρνουνε μὲ χάρη στὰ νερά μου,
ἂν λυγαριὲς κι ἀγράμπελλες ἀνθίζουν στὰ πλευρά μου,
μήπως μπορῶ νὰ τὶς χαρῶ καὶ νὰ τὶς ἀγαπήσω;
Περνῶ τὶς βλέπω μιὰ στιγμὴ καὶ τὶς ἀφήνω πίσω.
Καὶ τὸ ποτάμι σώπασε κι ἀφήνει τὸν διαβάτη
μὲ πικραμένη τὴν καρδιά, μὲ δακρυσμένο μάτι.
Γιατὶ μιὰ μαύρη, μιὰ σκληρὴ ἰδέα τὸν τρομάζει.
Πὼς κι ἡ δική του ἡ ζωὴ μὲ τὸ ποτάμι μοιάζει….
Εἴθε νὰ εἶναι εὐλογημένο τὸ καινούργιο ἔτος μας 2020!
ἀρ.νι.μα