Αναμφισβήτητα ο Αλέξης Τσίπρας την τελευταία τριετία έχει πετύχει ένα εκλογικό θαύμα. Κατάφερε ένα μικρού βεληνεκούς κόμμα να το κάνει κόμμα εξουσίας, και να του δώσει συνεχόμενες εκλογικές νίκες σε αυτοδιοικητικές, ευρωπαϊκές και εθνικές κάλπες.
Δεν είναι μόνο ότι πάτησε στα συντρίμμια ενός λερωμένου παλαιοκομματικού συστήματος. Άλλωστε το σύστημα εκείνο ήταν η βασική δεξαμενή από την οποία ψάρευε ορφανά στελέχη και ψηφοφόρους. Η μεγάλη του επιτυχία ήταν το ότι κατάφερε να δημιουργήσει ελπίδα.
Δεν έπαιξε με τη λογική, δεν έπαιξε με επιχειρήματα κυβερνησιμότητας, δεν έπαιξε με τα πραγματικά δεδομένα σε Ελλάδα και Ευρώπη. Έπαιξε χτυπώντας στο συναίσθημα του πληγωμένου Έλληνα και καλλιέργησε ένα μέτωπο ελπίδας.
Δημιούργησε τεράστιες προσδοκίες, από το πλήθος που ο ίδιος ξεσήκωσε. Ο Αλέξης Τσίπρας φρόντισε να εξαγριώσει τον κόσμο ενάντια στους πολιτικούς του αντιπάλους, έχοντας σαν εργαλείο την αναξιοπιστία των τελευταίων. Κλήθηκε να δώσει εξετάσεις για τη δικιά του αξιοπιστία τις προηγούμενες εβδομάδες. Και προκάλεσε τη διεθνή απομόνωση της Χώρας, την οικονομική ασφυξία των ελληνικών επιχειρήσεων, και μία πολύ κακή συμφωνία για το τρίτο μνημόνιο.
Αφού πλέον ο Πρωθυπουργός απέτυχε, και ζήτησε την εθνική συνενόηση από τους πολιτικούς του αντιπάλους που τόσο έχει λοιδορήσει τα προηγούμενα χρόνια, οφείλουμε αυτοκριτικά, να θέσουμε κάποιες παρατηρήσεις:
Δεν μπορεί να εξηγηθεί, το γιατί η κοινωνία είχε τόσο χαμηλά αντανακλαστικά απέναντι στη λογική Τσίπρα. Δεν μπορεί να εξηγηθεί πως έπεισε τόσα εκατομμύρια Ελλήνων ότι είχε στο μανίκι του τον άσσο του έντιμου συμβιβασμού. Πως έπεισε τόσες κοινωνικές ομάδες με υψηλό μορφωτικό επίπεδο, ότι είναι ο μάγος της Οικονομίας και των Διεθνών Σχέσεων. Πως η μηδενικής εμπειρίας ομάδα του εξασφάλισε την πλήρη εμπιστοσύνη του ελληνικού λαού, στα παζάρια που ξεκίνησε με τους ισχυρούς του Πλανήτη. Πως έπεισε την ελληνική κοινωνία ότι θα να λύσει σε μία μέρα, με ένα Νόμο, το ελληνικό πρόβλημα.