ΗΡΘΕ στὸ μοναστήρι εὐγενὴς ψυχὴ ἐφήβου μαθητοῦ μαζὶ μὲ τοὺς γονεῖς του. Ἦλθε, ὄχι γιὰ νὰ ζητήση κάτι γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ νὰ δώση ἀπὸ τὸν ἑαυτό του. Ἦλθε νὰ παραδώση τὸ κομπόδεμα τοῦ χαρτζιλικιοῦ ποὺ μάζευε ἀπὸ καιρό. Ἦταν κάτι σὰν τὴν «λογία», γιὰ τὴν ὁποία κάμνει λόγο ὁ ἅγιος ἀπόστολος Παῦλος. Λογία ἀπὸ τὸ ρῆμα λέγω=συλλέγω. Συνέλεξε αὐτὴ ἡ εὐγενὴς ψυχὴ τοῦ ἐφήβου τὸ χαρτζιλίκι καὶ ὅταν ἔφτασε λίγο παρακάτω ἀπὸ τοὺς σημερινοὺς μισθούς, ἦλθε νὰ καταθέση τὸ προϊὸν τῆς ἀγάπης του, γιὰ νὰ δοθῆ σὲ κάποιον ἀναγκαιμένο. Τὴν ἄλλη μέρα κιόλας δόθηκαν ὅλα, μαζὶ μὲ ἄλλα.
ΜΕΓΑΛΕΙΟ ἡ ψυχὴ τοῦ νέου, ποὺ ἔμαθε τὸ μέγα μάθημα τῆς ἐλεημοσύνης. Νὰ ἁπλώνη τὸ χέρι του καὶ νὰ δίνη ἀπὸ τὸ λίγο καὶ ἀπὸ τὸ ἐλάχιστο κι ἀπὸ τὸ χαρτζιλίκι του. Σήμερα ἔχει ὡς δικό του αὐτό. Αὔριο σὰν μεγαλώση θἄχη μεροκάματο ἢ μισθὸ καὶ θὰ δίνη τὸ ἴδιο ἢ καὶ περισσότερο.
ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΟΙ οἱ γονεῖς ποὺ συνοδεύουν τὸ παιδί τους, γιὰ νὰ παραδώση τὸ προϊὸν τοῦ κόπου του, ἀφοῦ κουράσθηκε νὰ μαζεύη φασούλι φασούλι, καὶ νὰ δοθῆ αὐτὸ σὲ ἄλλα χέρια!
ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ καὶ ἡ εὐγενὴς ψυχὴ τοῦ νέου ποὺ ἔχει μέσα του τὴν ἀγωνία τῶν πονεμένων ἀδελφῶν τοῦ Χριστοῦ καὶ προσπαθεῖ νὰ τὴν ἁπαλύνη μὲ τὸν παιδικὸ τρόπο του.
Ἀδελφοί μου. Ὅταν βλέπης τέτοια πολὺ ἁπλᾶ καὶ συγχρόνως ἀκριβὰ γεγονότα μονολογεῖς ΕΣΤΙ ΕΛΠΙΣ! Δὲν θὰ χαθοῦμε. Ὅσο κι ἂν καρδοπονοῦν οἱ «Χονδρέμποροι τῶν Ἐθνῶν».
Ἔχει ὁ Θεός. ΕΣΤΙ ΕΛΠΙΣ…