Οι αποδομητές της ιστορικής αλήθειας, που επιχειρούν να καλύψουν με πέπλο λήθης τη μακρόχρονη ιστορική διαδρομή του Έλληνα, μεταξύ άλλων ισχυρίζονται ότι οι δούλοι υπό τον ζυγό των Τούρκων πρόγονοί μας δεν είχαν εθνική παρά μόνο θρησκευτική συνείδηση. Το πράττουν αυτό με κύριο σκοπό να επιβάλουν δια της βίας της Πολιτείας, της υποταγμένης στη φραγκική Δύση, ένα τύπο Νεοέλληνα, ο οποίος εφ’ όσον απέκτησε εθνική πλέον συνείδηση, μετά την παλιγγενεσία, δεν δεσμεύεται από την παράδοση των χρόνων της «άγνοιάς» του. Συνεπώς η πίστη του στην Εκκλησία του Χριστού είναι στοιχείο που οφείλει να εξοβελίσει, προκειμένου να συμπορευθεί με τους «προοδευμένους» λαούς της Δύσης. Η αντίληψη αυτή βρίσκει υπέρμαχους σ’ όλο το πολιτικό φάσμα και όχι μόνο στην «αριστερά», η οποία μεθυσμένη από την εξουσία που της χάρισαν, δεν συνειδητοποιεί το του Αγάθωνος «ουκ αεί άρχει».
Η επανάσταση οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στο σωτηριώδες έργο της Εκκλησίας. Εάν οι υπόδουλοι πρόγονοί μας στο σύνολό τους υπέκυπταν στο δέλεαρ του εξισλαμισμού, δεν θα υπήρχε λόγος να ξεσηκωθούν. Και ασφαλώς δεν ξεσηκώθηκαν για λόγους κοινωνικούς, πολύ περισσότερο ταξικούς. Ο βάρδος της ελευθερίας, Ρήγας Βελεστινλής, στον θούριό του προτρέπει στον ακόλουθο όρκο:
Ω Βασιλεύ του κόσμου, ορκίζομαι σε Σε
Στην γνώμη των τυράννων να μην έλθω ποτέ.
Και στην κατακλείδα του θουρίου γράφει:
Στεργιάς και του πελάγου να λάμψει ο σταυρός
Και στην δικαιοσύνην να σκύψη ο εχθρός
Ο κόσμος να γλυτώση απ’ αυτήν την πληγή
Κι ελεύθεροι να ζώμεν, αδέλφια, εις την γη.
Οι φιλικοί ορκίζονταν στο Ευαγγέλιο του Χριστού. Και ο Αλέξανδρος Υψηλάντης ως προμετωπίδα στην προκήρυξή του έθεσε το «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος». Ούτε αυτός ούτε κάποιος άλλος από τους διαπρέψαντες εντός και εκτός οθωμανικής αυτοκρατορίας προγόνους μας ήταν άπατρις, όπως οι σύγχρονοι εθνομηδενιστές. Γνώριζαν πολύ καλά ότι η πατρίδα τους ήταν σκλαβωμένη. Και όρισαν ως ημέρα του ξεσηκωμού την 25η Μαρτίου «ως ευαγγελιζομένη την πολιτικήν λύτρωσιν του ελληνικού έθνους», όπως έγραψε ο Υψηλάντης. Στην πίστη τους στον Θεό είχαν στηρίξει τις ελπίδες τους οι επαναστάτες, στον Θεό, που, κατά τον Κολοκοτρώνη, είχε βάλει την υπογραφή του και δεν θα την έπαιρνε πίσω. Και από την πίστη αυτή αντλούσαν το θάρρος για τη θυσία, θυσία απαράμιλλη, η οποία εξοργίζει τον ολοσχερώς ανερμάτιστο σύγχρονο γραικύλο, ο οποίος ως μόνο ιδανικό προβάλλει το «ναι σε όλα»!
Το κείμενο της Α΄ Εθνοσυνέλευσης (Επίδαυρος 15.1.1822) αρχίζει με τη φράση: «Aπόγονοι του σοφού και φιλανθρώπου Έθνους των Eλλήνων». Σε κάποιο σημείο άναγράφεται: «Aπό τοιαύτας αρχάς των φυσικών δικαίων ορμώμενοι, και θέλοντες να εξομοιωθώμεν με τους λοιπούς συναδέλφους μας, Eυρωπαίους Xριστιανούς, εκινήσαμεν τον πόλεμον κατά των Tούρκων… Ο ύψιστος Θεός μας εβοήθησε, καίτοι όχι ικανά προπαρασκευασμένους, εις το τοιούτον μέγα τωόντι επιχείρημα». Οι «φωτισμένοι» στη Δύση πέτυχαν με τρικλοποδιά στους αγράμματους αγωνιστές να εισαγάγουν τον όρο φυσικά δίκαια περιφρονώντας τον βάρδο της ελευθερίας Ρήγα, ο οποίος έγραψε ότι τα δίκαια είναι θεόθεν δοσμένα. Δεν κατάφεραν όμως να μην αναφέρουν ότι οι επαναστάτες είχαν στον δίκαιο αγώνα τους τη βοήθεια του Θεού. Και Αυτού τη βοήθεια και της Παναγίας μητέρας του επικαλούνταν οι πρόγονοί μας σε κάθε κρίσιμη περίσταση. Σήμερα κάποιοι, που καυχώνται για την αθεΐα τους, σαν να είναι κατόρθωμα, αγανακτούν, επειδή στο προοίμιο του εν ισχύι Συντάγματος της χώρας γίνεται επίκληση στο όνομα της Αγίας Τριάδος. Το ότι το έχουν καταρρακώσει παντοιοτρόπως «δημοκρατικώ δικαίω», δεν τους ενοχλεί! Εμπρός, λοιπόν, για ένα δημοψήφισμα, ώστε να αποφανθεί ο λαός για την πορεία του στο μέλλον της ιστορίας και όχι οι 300 της παρακμής. Αναθέστε στον λαό την ευθύνη της επιλογής και τότε μόνο θριαμβολογείστε. Σήμερα, ως καταστρατηγούντες το Σύνταγμα, είστε καταλυτές της δημοκρατίας (όχι μόνο οι νυν ασκούντες την εξουσία).
Οι πρόγονοί μας αποφάσισαν την έναρξη του αγώνα την ημέρα που η Εκκλησία πανηγυρίζει τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Σήμερα γίνεται λόγος για αποποινικοποίηση της βλασφημίας. Αντί άλλου σχολίου παραθέτω κείμενο από το βιβλίο «Οράματα και θάματα» του Μακρυγιάννη:
«Αφού έβλεπα όλη εκείνη την εσπλαχνίαν του Θεού και της βασιλείας του, οπού αγωνίζεται νύχτα και ημέρα να σώσει εμάς από την τρέλια μας και διοτέλειά μας και από την απιστία μας, τους στραβοραγιάδες, τα κωλόπανα των Τοὐρκων και οπαδών τους, ….μας ξεσκλαβώνει πατρίδα και θρησκεία να γένωμεν έθνος ανεξάρτητον…. και μ’ εξ όλης καρδίας να φέρνομεν την δοξολογίαν μας εις τον ευεργέτη μας, εμείς αφού είμαστε αχάριστοι τι κάνομεν! Η νηστεία δεν είναι τίποτας, η Εκκλησία το ίδιον, ανώτερον δεν υπάρχει, φύση είναι (σσ εξ ου και φυσικό δίκαιο) και όχι παντουργός, και τί ‘ναι Θεός και πώς ο Χριστός και τί η Παναγία, και αφού καταντήσαμε αχάριστοι εις την εσπλαχνία της, τη βλαστημούμεν κιόλα…. και πωλούμεν το πολυτίμητο μας τζιβαϊρικόν εις τους αλλόθρησκους διά τι; Δια ένα τραπέζι, δια μιάν γλυκή και δολερά καλημέρα των πρέσβεγων, των ανθρωποφάγων, οπού τρώνε ζωντανούς τους ανθρώπους, και γενόμαστε και ποταποί και πουλημένοι εις την βασιλείαν, χωρίς πατριωτισμό και χαρακτήρα…. και τ’ς λέμε: Σε περικαλώ, βασιλέα μου, βασίλισσά μου, κυβέρνησή μου πουλημένη και φκιασμένη από τοιούτους καταχρηστάς της πατρίδος, σας περικαλούμε να μας βγάλετε βουλευτάς, να μας κάνετε γερουσιαστάς και τα εξής. Και μπαίνομεν και κλέβομεν, για να φκιάσομεν ένα χρυσό φόρεμα, δια μεγάλες πολυτέλειες, και δι’ όλα αυτά μας λέγει ο βασιλέας και η κυβέρνησή του: Πέταξε ο γάιδαρος; Πέταξε, λέμεν, και ό, τι στραβά νομοσκέδια φέρνουν εις τις Βουλές αναντίον της λευτεριάς της πατρίδος και της θρησκείας, ευτύς τα ‘πογράφομεν με χέρια και με ποδάρια, χωρίς καμίαν παρατήρησην, και καταντήσαμεν εδώ οπού είμαστε, και χύνομεν ποταμούς αίματα αθώα και αφανίζομεν και γενικώς την πατρίδα μας».
Σήμερα βέβαια κάποιοι καυχώνται ότι αποτινάξαμε τον θεσμό της βασιλείας και είμαστε χώρα δημοκρατική, στην οποία ο κυρίαρχος λαός αποφασίζει για όλα, μέσω των δημοκρατικά εκλεγμένων εκπροσώπων του. Ο Απόστολος Παύλος πολύ παραστατικά τονίζει για τους διαχρονικά δημαγωγούς: «Γόητες προκόψουσι επί τα χείρω πλανώντες και πλανώμενοι»! Οι ισχυροί προωθούν εξ ίσου καλά τα συμφέροντά τους με το «δημοκρατικό» πολίτευμα, όπως και στην πρώην αποικίες με τη μορφή της νεοαποικιοκρατίας. Γράφω για πολλοστή φορά: Η χώρα μας είναι προτεκτοράτο και οι κυβερνώντες ψηφίζουν με χέρια και ποδάρια, ότι υπαγορεύεται έξωθεν. Αν τολμήσουν να ζητήσουν τη γνώμη του λαού, θα αισθανθούν οδυνηρή την έκπληξη εκ του ότι αυτός ακόμη ανθίσταται, παρά τον επιχειρούμενο εκμαυλισμό του. Το μαρτυρεί το τελευταίο δημοψήφισμα, το τελευταίο ΟΧΙ.
«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»