Σχεδόν το ένα τρίτο των ανθρώπων παγκοσμίως πήραν βάρος κατά τη διάρκεια πανδημίας, παρά την επίγνωση των επιπτώσεων που έχει η σχέση μεταξύ παχυσαρκίας και κορωνοϊού.
Νέα παγκόσμια μελέτη που πραγματοποιήθηκε σε 30 χώρες, εξέτασε τον αντίκτυπο του COVID-19 στις επιλογές υγείας που σχετίζονται με τη διατροφή και διαπίστωσε ότι ενώ πολλοί γνωρίζουν την πιθανή σχέση μεταξύ της παχυσαρκίας και της σοβαρότητας των συμπτωμάτων του κορωνοϊού, άνθρωποι σε όλο τον κόσμο πάχυναν κατά τη διάρκεια της κρίσης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας κατά τη διάρκεια της πανδημίας σχεδόν το ένα τρίτο (31%) του παγκόσμιου πληθυσμού έχει αποκτήσει βάρος. Το 45% πιστεύει ότι υπάρχει σαφής σχέση μεταξύ της παχυσαρκίας και των πιο σοβαρών συμπτωμάτων του COVID-19.
Για να μειωθεί η πιθανότητα σοβαρότητας των συμπτωμάτων του κορωνοϊού, περισσότεροι άνθρωποι σε ποσοστό 38%, πιστεύουν ότι η άσκηση, θα βοηθούσε στην απώλεια βάρους.
Από το 45% των ανθρώπων που προσπαθούν να χάσουν βάρος παγκοσμίως, σχεδόν τα δύο τρίτα (62%) θέλουν να χάσουν βάρος που δεν αποκτήθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας και μόνο το 15% εκείνων που προσπαθούν να χάσουν βάρος το κάνουν για να μειώσουν τον κίνδυνο COVID.
Η πανδημία COVID-19 έχει προκαλέσει αύξηση βάρους, αλλά υπάρχει αξιοσημείωτη μεταβλητότητα σε ολόκληρο τον κόσμο, επισημαίνει σε άλλο σημείο η έρευνα.
Και στις 30 χώρες, όμως, όπου διεξήχθη η έρευνα, το ένα τρίτο (31%) των ανθρώπων κέρδισε βάρος από την έναρξη της πανδημίας.
Ωστόσο, το ποσοστό αύξησης βάρους ποικίλλει σημαντικά μεταξύ των χωρών με περισσότερα από τα μισά άτομα να κερδίζουν βάρος στη Χιλή και τη Βραζιλία, 30-40% να αυξάνουν το βάρος τους στο Περού, την Ινδία, την Ιταλία, τη Σαουδική Αραβία, τις ΗΠΑ, την Ισπανία, τη Νότια Αφρική και την Τουρκία.
Αντίθετα, στην Κίνα και το Χονγκ Κονγκ λιγότεροι από 1 στους 10 δήλωσαν ότι είχαν πάρει βάρος.
Το ένα τρίτο του πληθυσμού σε παγκόσμιο επίπεδο δήλωσε ότι είχαν αυξήσει το βάρος κατά τη διάρκεια της πανδημίας με τη μέση αύξηση βάρους να είναι στα 6,1 κιλά.
Η μεγαλύτερη αύξηση βάρους παρατηρήθηκε στη Σαουδική Αραβία (κατά μέσο όρο 8 κιλά για το 35% του πληθυσμού που κέρδισε βάρος) και στο Μεξικό (κατά μέσο όρο 8,5 κιλά για το 34% που πήρε βάρος).
Παράλληλα, αν και σε παγκόσμιο επίπεδο, πάνω από το ένα τέταρτο (27%) έκανε περισσότερη άσκηση, το 23% του πληθυσμού δήλωσε ότι έκανε λιγότερη.
Σύμφωνα με την αύξηση βάρους, περισσότεροι από τους μισούς ανθρώπους στην Κίνα, ποσοστό της τάξης του 57% έχει κάνει περισσότερη άσκηση από την έναρξη της πανδημίας, ωστόσο, περισσότερο από το ένα τρίτο των ατόμων στο Βέλγιο, τη Χιλή και την Ιταλία ασκήθηκαν λιγότερα.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, 1 στους 10 άρχισε να πίνει περισσότερο αλκοόλ από την έναρξη της πανδημίας, ενώ ένα ίσο ποσοστό (9%) έπινε λιγότερο. Ωστόσο, στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και την Αυστραλία περίπου το ένα πέμπτο (20%) του πληθυσμού έπινε περισσότερο αλκοόλ κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Ενώ πιθανώς λόγω επιβληθέντων περιορισμών το ένα τέταρτο (24%) των Νοτιοαφρικανών έπινε λιγότερο αλκοόλ.
Οι μεταβολές στις συνήθειες του καπνίσματος άλλαξαν κατά μερικές εκατοστιαίες μονάδες σε ολόκληρο τον κόσμο. Το 4% έκοψε το κάπνισμα και 3% το άρχισε.
Στην Ινδία το υψηλότερο ποσοστό του πληθυσμού σταμάτησε το κάπνισμα (12%) ενώ αντίθετα στη Χιλή 1 στους 10 ξεκίνησε να καπνίζει κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Σχεδόν το 45% του παγκόσμιου πληθυσμού πιστεύει ότι υπάρχει σχέση μεταξύ της παχυσαρκίας και των πιο σοβαρών συμπτωμάτων του COVID-19 μεταξύ εκείνων που έχουν μολυνθεί. Ο αριθμός αυτός αυξάνεται στους 8 στους 10 στο Περού και στα δύο τρίτα (64%) στη Μεγάλη Βρετανία.
Ωστόσο, το ένα τρίτο (31%) δεν πιστεύει ότι υπάρχει σχέση μεταξύ παχυσαρκίας και πιο σοβαρών συμπτωμάτων κορωνοϊού. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στην Κίνα όπου ο μισός πληθυσμός, ποσοστό 53% δεν πιστεύει σε αυτή τη σχέση παχυσαρκίας-κορωνοϊού ενώ περισσότεροι από 4 στους 10 στην Ουγγαρία, την Ιταλία, τη Νότια Κορέα, τη Μαλαισία και την Πολωνία επίσης δεν είναι πεπεισμένοι.
Σύμφωνα με την έρευνα, επίσης σχεδόν 4 στους 10 (38%) δήλωσαν ότι πίστευαν ότι η τακτική άσκηση θα μείωνε τον κίνδυνο να υποστούν σοβαρά συμπτώματα COVID-19, για όσους έχουν μολυνθεί με την ασθένεια.
Σχεδόν το ένα τρίτο (28%) είπε ότι η διακοπή του καπνίσματος θα βοηθούσε και περίπου το ένα τέταρτο (26%) θεωρεί ότι η λήψη συμπληρωμάτων βιταμίνης D θα βοηθούσε. Το 17% θεωρεί ότι ο κίνδυνος σοβαρής λοίμωξης μειώνεται με το χάσιμο βάρους ενώ 1 στους 10 (9%) με την αποχή από το αλκοόλ. Το πιθανό όφελος της άσκησης παρατηρήθηκε πιο έντονα στην Κίνα όπου 8 στα 10 (78%) άτομα πιστεύουν ότι θα βοηθούσε στη μείωση του κινδύνου σοβαρών συμπτωμάτων COVID-19. Πολλοί στο Χονγκ Κονγκ και την Ινδία βλέπουν επίσης τα οφέλη της άσκησης στην αποφυγή σοβαρών συμπτωμάτων κορωνοϊού, σε ποσοστά 59% και 58%, αντίστοιχα.
Σε όλον τον κόσμο ωστόσο, υπήρχαν σημαντικές διαφορές, γύρω από την πεποίθηση ότι η βιταμίνη D θα μπορούσε να βοηθήσει. Μόνο 1 στα 10 άτομα στην Ιαπωνία, τη Γερμανία και την Αυστραλία ασπάζονται αυτή την άποψη, ενώ το ποσοστό αυτό ήταν σημαντικά υψηλότερο στην Ουγγαρία και τη Νότια Αφρική, με 4 στα 10 άτομα να το πιστεόυν.
Η απώλεια βάρους θεωρείται ότι μειώνει τον κίνδυνο σοβαρών συμπτωμάτων COVID-19 μόνο από το 17% του παγκόσμιου πληθυσμού, αλλά ο αριθμός αυτός είναι σημαντικά υψηλότερος στη Μεγάλη Βρετανία όπου το 45% πιστεύει ότι η απώλεια βάρους θα βοηθούσε ενώ αντίστοιχη άποψη έχουν και οι Ολλανδοί με ποσοστό 34%.
Επίσης, πολλοί άνθρωποι προσπαθούν να χάσουν βάρος σε όλο τον κόσμο, αλλά λίγοι από αυτούς θέλουν να χάσουν βάρος για να μειώσουν τον κίνδυνο εμφάνισης COVID-19. Αυτό συμβαίνει παρά την πεποίθηση, σε πολλές χώρες, ότι το υπερβολικό βάρος μπορεί να συμβάλει σε πιο σοβαρά συμπτώματα του ιού.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, το 45% των ανθρώπων δηλώνουν ότι προσπαθούν να χάσουν βάρος.
Τα δύο τρίτα (60%) των ανθρώπων στη Χιλή προσπαθούν να χάσουν βάρος και ποσοστό μεγαλύτερο του 50% καταγράφεται στην Ισπανία, το Περού, τη Σαουδική Αραβία, τη Σιγκαπούρη και τις ΗΠΑ.
Από αυτούς που αναζητούν ενεργά να χάσουν βάρος, το ένα τρίτο (31%) δηλώνει ότι θέλει να χάσει βάρος που αποκτήθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αλλά τα δύο τρίτα (62%) δηλώνουν ότι θέλουν να χάσουν βάρος που δεν αποκτήθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Μόνο το 15% θέλει να χάσει βάρος για να μειώσει τον κίνδυνο σοβαρών συμπτωμάτων σε περίπτωση που εμφανίσουν COVID-19.
Το ένα τρίτο των ανθρώπων στην Ουγγαρία, τη Μαλαισία και το Περού θέλουν να χάσουν βάρος ειδικά για να μειώσουν τον κίνδυνο εμφάνισης σοβαρών συμπτωμάτων από το COVID-19.
Μέσα σε εκείνους που προσπαθούν ενεργά να χάσουν βάρος και το κάνουν για να μειώσουν τον κίνδυνο σοβαρών συμπτωμάτων εάν επρόκειτο να νοσήσουν από COVID-19, το ένα πέμπτο (19%) δήλωσε ότι είναι το κύριο κίνητρό τους να χάσουν βάρος και άλλα δύο τρίτα (64%) λένε ότι είναι σημαντικό αλλά όχι το κύριο κίνητρό τους.
Τα δεδομένα αυτής της έρευνας συλλέχθηκαν μέσω της Ipsos Global Advisor από τις 23 Οκτωβρίου έως τις 6 Νοεμβρίου 2020. Συνολικά πραγματοποιήθηκαν 22.008 συνεντεύξεις μεταξύ 23 Οκτωβρίου και 6 Νοεμβρίου 2020 σε ενήλικους καταναλωτές.
Η έρευνα διεξήχθη σε 30 αγορές σε όλο τον κόσμο μέσω του συστήματος Ipsos Online Panel: Αργεντινή, Αυστραλία, Βέλγιο, Βραζιλία, Καναδάς, Χιλή, Κίνα, Γαλλία, Γερμανία, Μεγάλη Βρετανία, Χονγκ Κονγκ, Ουγγαρία, Ινδία, Ισραήλ, Ιταλία, Ιαπωνία , Μαλαισία, Μεξικό, Ολλανδία, Περού, Πολωνία, Ρωσία, Σαουδική Αραβία, Σιγκαπούρη, Νότια Αφρική, Σουηδία, Τουρκία και Ηνωμένες Πολιτείες.
Με πληροφορίες της Ipsos Πηγή: www.lifo.gr