Επικονδυλίτιδα είναι η καταφυτική τενοντίτιδα που εντοπίζεται στον αγκώνα και είτε εντοπίζεται στον έξω επικόνδυλο οπότε και ονομάζεται αγκώνας του τενίστα είτε στον έσω επικόνδυλο που ονομάζεται αγκώνας του παίχτη του γκολφ.
Ο έσω επικόνδυλος είναι το τμήμα του βραχιονίου οστού που βρίσκεται στο κάτω άκρο του στην έσω πλευρά αυτού όπου καταφύονται οι καμπτήρες μύες του αντιβραχίου. Αντίστοιχα ο έξω επικόνδυλος είναι το τμήμα του βραχιονίου οστού που βρίσκεται στο κάτω άκρο του αλλά στην έξω πλευρά αυτού όπου καταφύονται οι εκτείνοντες μύες του αντιβραχίου. Η έξω επικονδυλίτιδα είναι πολύ συνηθέστερη της έσω επικονδυλίτιδας και πολύ σπάνια μπορεί να εμφανίζονται οι δυο τύποι ταυτόχρονα στον ίδιο αγκώνα.
Το συνηθέστερο αίτιο της πάθησης είναι η υπέρχρηση των αντίστοιχων μυών με επαναλαμβανόμενες κινήσεις είτε έκτασης είτε κάμψης του καρπού , ή ακόμα και μετά από στροφικές κινήσεις του αντιβραχίου. Εμφανίζεται πιο συχνά στους άντρες σε ηλικία από 30 ως 50 ετών που κάνουν χειρωνακτική εργασία αλλά και σε άλλες κατηγορίες ανθρώπων , όπως οι πάσχοντες από ρευματοειδή αρθρίτιδα ή νοσήματα του θυρεοειδούς.
Η πάθηση εκδηλώνεται με πόνο στην έξω ή έσω πλευρά του αγκώνος, που περιορίζει την κινητικότητα του αγκώνα και του καρπού. Ο πόνος είναι εντονότερος πολλές φορές τις βραδινές ώρες ενώ παρατηρείται επίσης τοπικό οίδημα, ερυθρότητα και αύξησης της τοπικής θερμοκρασίας στην αντίστοιχη περιοχή. Σε πιο σοβαρές περιπτώσεις ο πόνος ενδέχεται να αντανακλά περιφερικότερα καθ’ όλο το μήκος του αντιβραχίου ως τον καρπό. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι ο ασθενής δεν δύναται να πιάσει και να στρέψει το πόμολο της πόρτας ή να πιάσει ένα ποτήρι λόγω του έντονου πόνου που παρουσιάζεται.
Η διάγνωση τίθεται πολύ εύκολα βασιζόμενη στην κλινική εξέταση και το ιστορικό ενώ οι απεικονιστικές μέθοδοι δεν έχουν καμία θέση παρά μόνο σε ανθιστάμενες στη θεραπεία περιπτώσεις όπου ενδέχεται να υπάρχει κάποια άλλη τοπική βλάβη οπότε και η μαγνητική τομογραφία είναι η εξέταση εκλογής.
Η αντιμετώπιση της επικονδυλίτιδας είναι συντηρητική. Αρχικά, συστήνεται η αποχή από κάθε κίνηση και πολλές φορές η ακινητοποίηση του αγκώνα. Ταυτόχρονα η συστηματική εφαρμογή ψυχρών επιθεμάτων στο σημείο του πόνου μπορεί να έχει πολύ καλά αποτελέσματα. Αν τα μέτρα αυτά δεν αποδώσουν χορηγούνται μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα από το στόμα για μικρό διάστημα. Αν και στην περίπτωση αυτή δεν έχουμε το επιθυμητό αποτέλεσμα η τοπική έγχυση κορτιζονούχου διαλύματος είναι μια εναλλακτική λύση. Πολύ σπάνια υπάρχει η περίπτωση να οδηγηθούμε στη χειρουργική αντιμετώπιση. Σε αυτήν την περίπτωση διενεργείται μια πολύ μικρή τομή δέρματος δια της οποίας αποκολλάται μερικώς από το οστό το τμήμα του τένοντα που φλεγμαίνει με αποτέλεσμα την άμεση ύφεση των συμπτωμάτων.