Το χαμένο έδαφος στην ενεργειακή της επάρκεια λόγω ραγδαίας μείωσης της παραγωγής λιγνίτη από το 2020 προσπαθεί να καλύψει τώρα η χώρα, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση (Μάιος 2022) της Γενικής Διεύθυνσης Ορυκτών Πρώτων Υλών του ΥΠΕΝ. Με βάση τα στοιχεία της έκθεσης στο πλαίσιο εφαρμογής του προγράμματος απολιγνιτοποίησης της χώρας για την πλήρη απένταξη της καύσης λιγνίτη από το μείγμα ηλεκτροπαραγωγής μέχρι το έτος 2028, η συμμετοχή του εν λόγω μεταλλεύματος στο μείγμα πρωτογενών πηγών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας υποχωρεί σε 12,4% το έτος 2020 (ρεύμα ορυκτών καυσίμων: 61,7%, ΑΠΕ: 38,1% έναντι 21,7% (ρεύμα ορυκτών καυσίμων: 67,5%, ΑΠΕ: 32,5%) κατά το 2019. Κατά συνέπεια της πτωτικής πορείας συμμετοχής στο ενεργειακό μείγμα, η εξόρυξη λιγνίτη, όπως προκύπτει και από τον πίνακα στοιχείων εξόρυξης πενταετίας, παρουσιάζει περαιτέρω μείωση -50%, συγκριτικά με την παραγωγική απόδοση του προηγούμενου έτους. Στην 5ετία 2016-2020 η παραγωγή λιγνίτη (metric tons) διαμορφώθηκε σταδιακά ως εξής, 2016: 32.674.790, 2017: 37.802.600,2018: 36.574.360, 2019: 27.383.575, 2020: 13.866.637. Επίσης στο Αργό Πετρέλαιο (bbls) η παραγωγή στην 5ετία διαμορφώθηκε 2016: 1. 271.890, 2017: 1.023.100, 2018: 1.479.367, 2019: 1.208.978, 2020: 657.731.
Ωστόσο πέραν από το ενεργειακό κενό που προκλήθηκε στη χώρα από το 2020, οι συνέπειες της πολιτικής της απολιγνιτοποίησης αφορούν και τη δραστηριότητα σε συναφείς τομείς. Ειδικότερα, σύμφωνα με την έκθεση σημειώνεται η μείωση του αριθμού των παραγωγικών μονάδων ΟΠΥ στις κατηγορίες των αδρανών υλικών, βιομηχανικών ορυκτών και μεταλλευτικών ενεργειακών ορυκτών λόγω και της εφαρμογής του προγράμματος απολιγνιτοποίησης, με ό,τι αυτό σημαίνει και για την Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας όπου εντάσσεται ο κύριος όγκος εκμεταλλεύσεων ενεργειακών ορυκτών (ορυχεία λιγνίτη).
Παραγωγή Ορυκτών Πρώτων Υλών – Πλούσιο το ελληνικό υπέδαφος
Κατά το έτος 2020 η παραγωγή μεταλλευμάτων (ενεργειακών και μη ενεργειακών), παρουσιάζει έντονες διακυμάνσεις. Συγκριτικά με τα στοιχεία του 2019, η εγχώρια παραγωγή λιγνίτη και λατερίτη εμφανίζεται μειωμένη κατά -50% και -46% αντίστοιχα, ενώ πτώση -30% παρουσιάζει η παραγωγή μπεντονίτη και ογκομαρμάρων. Οι παραγωγές μεικτών θειούχων μεταλλευμάτων και αδρανών υλικών παρουσιάζονται αυξημένες κατά +55% και +10% αντίστοιχα. Η εξόρυξη βωξίτη και η παραγωγή των συναφών προϊόντων αλουμίνας και αλουμινίου εμφανίζει σχετική αύξηση. Η παραγωγική θέση της χώρας εντός και εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατά το έτος 2019 διατηρείται πρωτοπόρα στην κατηγορία των βιομηχανικών ορυκτών Περλίτη και Μπετονίτη και στα μεταλλεύματα των Βωξίτη, Μαγνησίτη και Νικελίου.
Ειδικότερα με βάση τα στοιχεία της Έκθεσης του ΥΠΕΝ σχετικά με την ταξινόμηση της Ελλάδας σύμφωνα με την παραγωγική ικανότητα των μονάδων ΟΠΥ το 2019 η Ελλάδα ήταν στην παραγωγή περλίτη 1η εντός της Ε.Ε. και 2η παγκοσμίως, στην παραγωγή μπετονίτη 1η εντός της Ε.Ε. και 5η παγκοσμίως, στην παραγωγή βωξίτη 1η εντός της Ε.Ε. και 15η παγκοσμίως, στην παραγωγή νικελίου 2η εντός της Ε.Ε. και 17η παγκοσμίως, στην παραγωγή μαγνησίτη 4η εντός της Ε.Ε. και 9η παγκοσμίως, στην παραγωγή λιγνίτη 5η εντός της Ε.Ε. και 11η παγκοσμίως και στην παραγωγή αλουμινίου 5η εντός της Ε.Ε. και 28η παγκοσμίως.
Συμβολή μεταλλευτικών λατομικών δικαιωμάτων στα κρατικά έσοδα το 2020
Στο μεταξύ στην ετήσια έκθεση της Γενικής Διεύθυνσης Ορυκτών Πρώτων Υλών του ΥΠΕΝ τονίζεται πως οι εξορυκτικές επιχειρήσεις εκτός από τους φόρους εισοδήματος επιχείρησης και λοιπούς φόρους σύμφωνα με τις οικείες σχετικές διατάξεις, επιβαρύνονται επίσης με μισθώματα, τέλη και εισφορές: μισθώματα επί των συμβάσεων μίσθωσης (πάγια και αναλογικά), ειδικά τέλη υπέρ ΟΤΑ, royalties, τέλη υπέρ του Πράσινου Ταμείου κλπ. καθώς και διάφορα έξοδα «γραφειοκρατικού» χαρακτήρα: έξοδα αδειοδότησης, αντάλλαγμα χρήση γης, έξοδα εγγυητικών για την αποκατάσταση περιβάλλοντος, εγγυητικές για συμβάσεις, παράβολα κλπ. Σχετικά με τα άμεση έσοδα του δημοσίου για το 2020 από την εκμίσθωση των μεταλλευτικών και λατομικών δικαιωμάτων και καταβολής τελών παραχωρήσεων μεταλλείων, αυτά ανέρχονται σε 26.536.056,69 ευρώ.