Πρόσφυγες, παλιννοστούντες, μετανάστες.
Ορισμένες λέξεις δεν εκφράζουν υποκειμενικές απόψεις, αλλά δηλώνουν τα διακριτά χαρακτηριστικά της έννοιας που περιγράφουν. Για παράδειγμα, για καθεμία από τις τρεις λέξεις: “πρόσφυγες, παλιννοστούντες, μετανάστες” υπάρχει και ένας διαφορετικός, ακριβής, σαφής και πλήρης ορισμός που τις οριοθετεί, ο οποίος μας αποτρέπει να τις αντιληφθούμε ως συνώνυμες.
Σήμερα, αν και δεν υπάρχει σαφής εικόνα σχετικά με τα ποσοστά των μεταναστών και των προσφύγων που υπάρχουν στο συγκεντρωμένο μέγα πλήθος στα σύνορα της Ελλάδας, είναι κοινός τόπος ότι στη συντριπτική πλειοψηφία πρόκειται για ένα πολυεθνές σύνολο μεταναστών και κατά πολύ λιγότερο περί Σύριων ή άλλων προσφύγων πολέμου.
Οι μάζες των ταλαίπωρων αυτών ανθρώπων άγονται και φέρονται από την τουρκική προπαγάνδα, την πολιτική και τα συμφέροντά τους. Το τουρκικό κράτος τους χρησιμοποιεί σαν πιόνια προκειμένου να πετύχει τους σκοπούς του.
Εάν κάποιος ψάχνει να βρει το όριο του ανθρώπινου και του απάνθρωπου, θα ξεστρατίσει σφοδρά από την κοινή λογική αν αποδώσει το πρόβλημα αυτών των ανθρώπων στο ότι η Ελλάδα δεν ανοίγει, άκριτα, τα σύνορα της προς τη μάζα των δεκάδων ή και εκατοντάδων χιλιάδων μεταναστών.
Η επικίνδυνη αυτή γνώμη γίνεται σημαία κάποιας μερίδας Ελλήνων που αυτοχαρακτηρίζονται ως “προοδευτικοί”, ίσως για να δικαιωθεί η ρήση του Αμερικανού χιουμορίστα Josh Billings: “Αν κάποιος έχει δίκιο, δεν μπορεί να είναι πολύ ριζοσπάστης”.
Είναι παράδοξο και οξύμωρο ορισμένοι, κραυγάζοντας, να απευθύνονται σε εκατομμύρια παλιννοστούντων Ελλήνων, παρουσιάζοντας προς αυτούς οι οποίοι το βίωσαν, άμεσα ή έμμεσα, μέσα από την ανταλλαγή πληθυσμών, το σκληρό πρόσωπο της αναγκαστικής μετακίνησης.
Αυτές οι απόψεις αυτομάτως δικαιώνουν τη ρήση του Κολομβιανού συγγραφέα Dávila: “Το να έχεις απόψεις είναι ο καλύτερος τρόπος για να αποφεύγεις να σκέφτεσαι”.
Είναι, μάλιστα, απείρως σκληρότερο το βίωμα, όταν το σκληρό αυτό πρόσωπο το γνώρισαν, παλλινοστούντες αυτοί, από ομοεθνείς. Κάποιοι βιωματικά και άλλοι μέσα από αφηγήσεις, ή και πονήματα προγόνων.
Πονάει πολύ όποιος γνωρίζει από προσφυγιά.
Μάρτιο του 1924 άρχισε η ανταλλαγή των πληθυσμών. Με το πλοίο “Καβάλα” στις 25 Απριλίου έφυγαν τα ορφανά από τον Πόντο. Μετά ήρθε το “Θρασύβουλος”. Εκβιασμοί από τους Τούρκους. Μάχη να ανέβουν στο καράβι. Μετά ήρθαν κι άλλα καράβια.
Πείνα, δίψα, ψείρες, αρρώστιες, θάνατος.
Οι νεκροί στη θάλασσα! Πολλοί από αυτούς που έφταναν στον Πειραιά, κατέληγαν σε καραντίνα στη Μακρόνησο. Κούρεμα με κουρευτικές μηχανές για άλογα. Πόνος και ηθική ταπείνωση…
Η Μακρόνησος αρχικά υποδέχθηκε τους Πόντιους από το Βατούμ και τα άλλα λιμάνια της Ρωσίας. Γλυφό νερό από το Λαύριο. Βρωμερά μακαρόνια και ρέγγες παστές στην ατέλειωτη δίψα. Θάνατος από πείνα και εντερικά.
Εμφανίστηκαν και οι Μαυραγορίτες. Ένα καρβέλι μια χρυσή λίρα. Εκατοντάδες θάνατοι κάθε εβδομάδα. Μάζευαν χρήμα οι μαυραγορίτες, έγδερναν τους Έλληνες ομοεθνείς του Πόντου, της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης που ζούσαν με το όραμα της μητέρας Ελλάδας και των Ελλήνων αδελφών. Τι ειρωνεία! Καραντίνες δημιουργήθηκαν στον Άγιο Γεώργιο στον Πειραιά, στο Καραμπουρνού στη Θεσσαλονίκη, στην Πάτρα, Πρέβεζα, Κόρινθο, Χαλκίδα και άλλα λιμάνια”…
Το όραμα της Ευρώπης.
Εν κατακλείδι, είναι άλλο θέμα οι παλλινοστούντες, άλλο οι πρόσφυγες και άλλο οι μετανάστες. Και είναι άλλο να επιλέγουν την πορεία τους οι ταλαίπωροι αυτοί άνθρωποι και άλλο να κατευθύνονται μαζικά, εκβιαστικά και εξαιτίας των συμφερόντων του τουρκικού κράτους, ενώ η οργανωμένη αγορά των Τούρκων διακινητών θησαυρίζει στις πλάτες τους, πάνω στη δυστυχία τους και ακόμα πάνω στην ίδια τη ζωή τους.
Οι Τούρκοι διακινητές πουλούν στους δυστυχείς μετανάστες τα εισιτήρια για την Αβρούπα (Ευρώπη), όμως το τέρμα των λεωφορείων είναι στα σύνορα της Ελλάδας.
Δεν είναι νοητό μια μειοψηφία, επιχειρώντας μιαν “προοδευτική” πλειοδοσία και διεκδικώντας την αποκλειστικότητα στον “ανθρωπισμό” να εννοεί ότι, πρέπει η Ελλάδα να ανοίξει άκριτα τα σύνορα της χώρας, προς εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες προκειμένου να μπορέρουν ανάμεσα τους να περάσουν και λιγοστοί πρόσφυγες, στο όνομα του ανθρωπισμού. Δεν μπορεί, πρέπει να υπάρχει μια άλλη λύση.