Στη δικαιοδοσία του Υπερταμείου περνούν τη Δευτέρα 14 ΔΕΚΟ – Αν δεν πετύχει η εξυγίανσή τους, οι ΔΕΚΟ θα βγουν στο σφυρί – Το ελεγχόμενο από τους δανειστές Υπερταμείο γίνεται ο μεγαλύτερος εργοδότης της χώρας με 40.000 εργαζόμενους
Τη νέα δομή για το Υπερταμείο, με ανατροπή του υπάρχοντος σχεδιασμού, επιβεβαίωσε το πολυνομοσχέδιο της κυβέρνησης σε συνέχεια ρεπορτάζ που δημοσιεύθηκε στο ΘΕΜΑ τον Δεκέμβριο.
Με βάση τα νέα δεδομένα, την Δευτέρα οι βουλευτές της κυβερνητικής πλειοψηφίας θα κληθούν να εγκρίνουν -κατά την ψήφιση του πολυνομοσχεδίου- τη μεταβίβαση 14 ΔΕΚΟ απευθείας στο Υπερταμείο και όχι στην προβλεπόμενη υπομονάδα για τις ΔΕΚΟ, την ΕΔΗΣ, η οποία τελικά δεν θα δημιουργηθεί. Ανάμεσα τους ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ, ΕΛΤΑ και ΔΕΗ, επιχειρήσεις με υψηλό συμβολισμό για τον ΣΥΡΙΖΑ τα χρόνια της αντιπολίτευσης.
Σκοπός του Υπερταμείου είναι να προσπαθήσει να εξυγιάνει τις ελλειμματικές ΔΕΚΟ, να αξιολογήσει τις (εν πολλοίς κομματικά διορισμένες) διοικήσεις και μόνο αν δεν προκύψει αποτέλεσμα να τις πουλήσει. Αυτός είναι άλλωστε και ο κανονισμός με τον οποίο λειτουργεί το Υπερταμείο που αποφασίστηκε να συσταθεί κατά τη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωζώνης στις 12 Ιουλίου του 2015.
H εξέλιξη προοιωνίζεται αλλαγές (όχι απαραίτητα αρνητικές) για τους περίπου 40.000 εργαζόμενους που απασχολούνται στις εν λόγω ΔΕΚΟ, οι οποίες με βάση τις νόρμες του Υπερταμείου θα πρέπει να λειτουργούν με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και σύμφωνα με τον κώδικα ορθής πρακτικής του ΟΟΣΑ. Σε κάθε περίπτωση οι διοικήσεις θα αξιολογηθούν και θα παραμείνουν μόνο όσοι περάσουν την αξιολόγηση.
Από την Δευτέρα το βράδυ, το Υπερταμείο, το οποίο ελέγχεται από τους Θεσμούς μέσω του εποπτικού συμβουλίου, αναμένεται να γίνει και τυπικά ο μεγαλύτερος «εργοδότης» της χώρας με στόχο τη συνολική εξυγίανση του κεφαλαίου ΔΕΚΟ το οποίο κόστισε στους φορολογούμενους τις τελευταίες δεκαετίες. Σε επόμενη φάση αναμένεται να περάσει σε αυτό και μια νέα λίστα εταιρειών.
Βεβαίως, εκτός από ελλειμματικές ΔΕΚΟ περνάνε στο Υπερταμείο και επιχειρήσεις με υψηλή προστιθέμενη αξία που λειτουργούν ήδη με σύγχρονες και ορθολογικές μεθόδους και οι οποίες αναμένεται να ενισχυθούν έτι περαιτέρω.