Παράλληλα Εκκλησία και Πολιτεία συμφώνησαν να προχωρήσουν στην ρύθμιση μίας σειράς εκκρεμών ζητημάτων που αφορούν την Εκκλησία, όπως είναι ο Καταστατικός Χάρτης, η διευθέτηση της ατακτοποίητης εκκλησιαστικής περιουσίας με στόχο την υποστήριξη του φιλανθρωπικού έργου και την συμβολή στην εθνική προσπάθεια ανάκαμψης, και η σύσταση οργανικών θέσεων ιερέων χωρίς καμία επιπλέον πρόσληψη, πέραν των τακτικών και κατ’έτος προγραμματισμένων. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης που επισκέφθηκε χθες, την Διαρκή Ιερά Σύνοδο όντας ο πρώτος πρωθυπουργός στην ιστορία που παρίσταται στις εργασίες της, ζήτησε την συνδρομή της Εκκλησία προκειμένου να πειστούν οι πιστοί να εμβολιαστούν, την οποία ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος ασμένως παρέσχε, αλλά ο Αρχιεπίσκοπος ζήτησε από τον πρωθυπουργό και την ρύθμιση μίας σειρά ζητημάτων που απασχολούν την Εκκλησία και για τον λόγο αυτό αποφασίστηκε η σύσταση κοινής επιτροπής, η οποία θα μελετήσει τα θέματα και θα υποβάλλει τις προτάσεις της το επόμενο διάστημα.
Τα ζητήματα της εκκλησιαστικής περιουσίας και του νομοθετικού πλαισίου για τους ιερείς διατυπώνει ο Αρχιεπίσκοπος στο υπόμνημα που παρέδωσε ήδη από την περασμένη Παρασκευή στον πρωθυπουργό, κατά τη συνάντησή τους στο Μέγαρο Μαξίμου και τα επανέλαβε χθες με σαφή τρόπο κατά την προσφώνηση του προς τον κ. Μητσοτάκη.
Η χθεσινή ιστορική συνάντηση έγινε μέσα σε άριστο κλίμα και επιβεβαίωσε τις σχέσεις συνεργασίας μεταξύ των δύο πλευρών.
Κοινή ανακοίνωση του Μαξίμου και της Εκκλησίας
Στην κοινή ανακοίνωσή τους το Γραφείου Τύπου του Πρωθυπουργού και της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδας για την παρουσία του Κυριάκου Μητσοτάκη στη συνεδρίαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου τονίζουν ότι αποτέλεσαν κοινό τόπο των δύο πλευρών η ανάγκη του καθολικού εμβολιασμού καθώς και η τήρηση των μέτρων στους ναούς ενόψει των Χριστουγέννων. «Πολιτεία και Εκκλησία της Ελλάδος, πάντα στο πλαίσιο των διακριτών ρόλων και αρμοδιοτήτων τους, αντιμετωπίζουν όχι μόνο την πανδημία, αλλά και όσους την εργαλειοποιούν, αναζητώντας ή ακόμη και υποδαυλίζοντας εντάσεις στις σχέσεις μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας» τονίζεται σε στην κοινή ανακοίνωση του Μαξίμου και της Εκκλησίας.
Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος έκανε ιδιαίτερη αναφορά στη μεγάλη μεταρρύθμιση της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης. Έθεσε τα κύρια ζητήματα αφ’ ενός μεν της αξιοποίησης της εκκλησιαστικής περιουσίας με στόχο την υποστήριξη του φιλανθρωπικού έργου και την συμβολή στην εθνική προσπάθεια ανάκαμψης, αφ’ ετέρου δε του νομοθετικού εξορθολογισμού και επικαιροποίησης του πλαισίου του 1945, που αφορά στους Κληρικούς στη χώρα μας. Ο Μακαριώτατος τόνισε ότι ουδεμία επιπλέον πρόσληψη, πέραν των τακτικών και κατ’έτος προγραμματισμένων, συνεπάγεται, ουδεμίας μορφής μονιμοποίηση, και ως εκ τούτου ουδέν πρόσθετο δημοσιονομικό βάρος. Τα ανωτέρω ζητήματα απασχολούν διαχρονικά την Εκκλησία της Ελλάδος και προφανώς δεν δύνανται να επιλυθούν στο πλαίσιο μίας συνάντησης, αλλά πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο ενδελεχούς και ρεαλιστικής μελέτης.
Κοινή διαπίστωση Αρχιεπισκόπου- Πρωθυπουργού
Μετά την προσφώνησή του, ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος επέδωσε στον Πρωθυπουργό το Αναμνηστικό Μετάλλιο της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, την κοπή του οποίου αποφάσισε για να τιμήσει την Επέτειο των διακοσίων ετών από την έναρξη της Ελληνικής Επαναστάσεως.
Κοινή διαπίστωση του Πρωθυπουργού και του Μακαριωτάτου αποτέλεσε η ανάγκη να επιδειχθεί ιδιαίτερη προσοχή και επιμονή στη γενική προσπάθεια για τον καθολικό εμβολιασμό του πληθυσμού, ιδιαίτερα στις περιοχές όπου υπάρχει χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη. Αναγνωρίσθηκε επίσης η σημασία της πιστής τήρησης των μέτρων πρόληψης και προστασίας κατά του κορωνοϊού. Πολιτεία και Εκκλησία της Ελλάδος, πάντα στο πλαίσιο των διακριτών ρόλων και αρμοδιοτήτων τους, αντιμετωπίζουν όχι μόνο την πανδημία, αλλά και όσους την εργαλειοποιούν, αναζητώντας ή ακόμη και υποδαυλίζοντας εντάσεις στις σχέσεις μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας.
Ο Μακαριώτατος ευχαρίστησε τον Πρωθυπουργό και την Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων για την ειλικρινή συνεργασία προς την κατεύθυνση της επίλυσης χρονιζόντων προβλημάτων, ενώ έκανε ιδιαίτερη αναφορά στη μεγάλη μεταρρύθμιση της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης. Έθεσε τα κύρια ζητήματα αφ’ ενός μεν της αξιοποίησης της εκκλησιαστικής περιουσίας με στόχο την υποστήριξη του φιλανθρωπικού έργου και την συμβολή στην εθνική προσπάθεια ανάκαμψης, αφ’ ετέρου δε του νομοθετικού εξορθολογισμού και επικαιροποίησης του πλαισίου του 1945, που αφορά στους Κληρικούς στη χώρα μας. Ο Μακαριώτατος τόνισε ότι αυτό ουδεμία επιπλέον πρόσληψη, πέραν των τακτικών και κατ’ έτος προγραμματισμένων, συνεπάγεται, ουδεμίας μορφής μονιμοποίηση, και ως εκ τούτου ουδέν πρόσθετο δημοσιονομικό βάρος. Τα ανωτέρω ζητήματα απασχολούν διαχρονικά την Εκκλησία της Ελλάδος και προφανώς δεν δύνανται να επιλυθούν στο πλαίσιο μίας συνάντησης, αλλά πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο ενδελεχούς και ρεαλιστικής μελέτης.
Ο Πρωθυπουργός ευχαρίστησε θερμά τον Μακαριώτατο για την ιδιαίτερα τιμητική πρόσκληση να παραστεί στις εργασίες της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, έκανε έναν απολογισμό των σημαντικών αλλαγών που προώθησε η παρούσα Κυβέρνηση έως τώρα για την επίλυση προβλημάτων που ταλάνιζαν την Εκκλησία για πολλά χρόνια και συνεχάρη τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο για την υποστήριξη της Εκκλησίας στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Τέλος, επανέλαβε την πρόθεση έναρξης διαλόγου επί των προαναφερθέντων ζητημάτων, με άξονες την κοινωνική συνοχή, τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη διαφάνεια.
Η Υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων αναφέρθηκε στην επιβεβαίωση των σχέσεων εμπιστοσύνης μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας και ευχαρίστησε τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο για τη γόνιμη συνεργασία.