Ξεκινώντας, οφείλω να επισημάνω πως η πρόσφατη συμφωνία της κυβέρνησης για τον ΑΔΜΗΕ κινείται σε σωστό πλαίσιο. Μέσα από την αρθρογραφία μου, έχω «σούρει τα εξ αμάξης»στην κυβέρνηση. Και όποτε το κάνω, είναι επειδή πιστεύω ειλικρινά πως οι κυβερνητικές ενέργειές στις οποίες εκάστοτε αναφέρομαι, είναι άμεσα βλαπτικές για την πατρίδα και τον λαό. Ωστόσο η συμφωνία που επέτυχε για τον ΑΔΜΗΕ, λαμβάνει υπόψη το εθνικό συμφέρον και είναι σαφώς καλύτερη από την πλήρη ιδιωτικοποίηση που προωθούσε η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου. Και αυτό εξίσου οφείλω να το αναφέρω.
Κατά την συμφωνία που επετεύχθη με του δανειστές λοιπόν, ο ΑΔΜΗΕ προβλέπεται να παραμείνει κατά 51% στον έλεγχο του Δημοσίου, ποσοστό 29% θα διατεθεί μέσω του χρηματιστηρίου, ενώ το υπόλοιπο 20% των μετοχών θα πωληθεί σε διεθνή Διαχειριστή Δικτύων (TSO). Από τα έσοδα της πώλησης του 20% σε στρατηγικό επενδυτή, θα αποζημιωθεί η ΔΕΗ. Επίσης, Το Δημόσιο θα διατηρεί την πλειοψηφία στο Διοικητικό Συμβούλιο του ΑΔΜΗΕ, ενώ ο Διευθύνων Σύμβουλος θα επιλεχθεί με κοινή συναίνεση (με τον στρατηγικό επενδυτή).
Προσωπικά, ενώ διαφωνώ με το μοντέλο της πώλησης στρατηγικών δημοσίων επιχειρήσεων, έχω ταχθεί συχνά υπέρ των υπενοικιάσεων σε ιδιώτες επενδυτές, για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Όπου ο επενδυτής θα διαχειρίζεται για ένα χρονικό διάστημα μια δημόσια επιχείρηση, θα αναλαμβάνει το κόστος μισθοδοσίας και επενδύσεων και μετά την παρέλευση του διαστήματος παραχώρησης, θα επιστρέφει η επιχείρηση στην κυριότητα του Δημοσίου. Το συγκεκριμένο μοντέλο έχει καταστεί επιτακτικό, ιδίως κατά το χρόνια της οικονομικής κρίσης. Όπου το κράτος αδυνατεί να επενδύσει σε επιχειρήσεις, τις οποίες έχει απαξιώσει πλήρως και οι οποίες συχνά αδυνατούν να προσφέρουν στον Έλληνα πολίτη, το έργο για τον οποίο τις πληρώνει. Ούτε σε ποιότητα υπηρεσιών, ούτε σε κόστος. Με την πολυετή παραχώρηση, το Δημόσιο απαλλάσσεται από το κόστος μισθοδοσίας και επενδύσεων, και παράλληλα η δημόσια επιχείρηση αναπτύσσεται με κεφάλαια που προκύπτουν από τον επενδυτή, ενώ η κυριότητά της παραμένει στον έλεγχο του Δημοσίου.
Ωστόσο το συγκεκριμένο μοντέλο, δεν μπορεί να εφαρμοστεί σε όλες τις επιχειρήσεις. Καλύτερο παράδειγμα της συγκεκριμένης συνθήκης, αποτελεί ο ΑΔΜΗΕ. Που σωστά παρέμεινε υπό τον έλεγχο του δημοσίου. Και ο λόγος για αυτό είναι απλός: Ο ΑΔΜΗΕ δεν αποτελεί ακόμα έναν κατασκευαστή ή πάροχο ηλεκτρικής ενέργειας. Αποτελεί τον διαχειριστή των δικτύων. Με απλά λόγια, θα υπήρξε ισχυρή στρέβλωση της αγοράς ενέργειας, αν τα δίκτυα διανομής του ηλεκτρικού ρεύματος ελέγχονταν από έναν και μοναδικό ιδιώτη. Θα υπήρξε ισχυρό μονοπώλιο που αντίκειται ακόμα και στους ευρωπαϊκούς αντιμονοπωλιακούς κανόνες. Αυτός, κατά την προσωπική μου άποψη, είναι και ο λόγος που οι δανειστές συμφώνησαν στην μη-ιδιωτικοποίηση του ΑΔΜΗΕ. Σε μια αγορά ενέργειας που ήδη έχει απελευθερωθεί, και στην οποία η ΔΕΗ θα αντιμετωπίσει ισχυρότατο ανταγωνισμό, η παραχώρηση του ΑΔΜΗΕ σε έναν ιδιώτη θα αποτελούσε «μονοπωλιακό πισωγύρισμα».
Θετική η απόφαση του μοντέλου για τον ΑΔΜΗΕ λοιπόν. Εύχομαι η κυβέρνηση, να την επεδίωξε λόγω της ιδιαιτερότητας της συγκεκριμένης δημόσιας επιχείρησης. Και όχι λόγω της στείρας ακροαριστερής ιδεοληψίας της, που προβλέπει όλες ανεξαιρέτως οι επιχειρήσεις να είναι υπό κρατικό έλεγχο. Απαξιωμένες, δυσλειτουργικές και χρεωμένες στην πλάτη του «κορόιδου» ελληνικού λαού. Το μοντέλο των παραχωρήσεων επιβάλλεται να χρησιμοποιηθεί σε επιχειρήσεις, που εδώ και δεκαετίες χρεώνουν τον ελληνικό λαό, χωρίς ουδέποτε να έχουν προσφέρει το επίπεδο υπηρεσιών, για τις οποίες πληρώνονται από τον ελληνικό λαό. Σε αυτές τις επιχειρήσεις, ο ιδιώτης διαχειριστής είναι η μόνη λύση.