Αγαπητοί πατριώτες ,νιώθω την ανάγκη να εκφράσωτην ικανοποίηση και τησυγκίνηση, που ένιωσα ,για την εξαίρετη σκηνική παρουσίαση της ποντιακής γενοκτονίας με την παράλληλη διεκδίκηση της αναγνώρισής της , που απαίτησαν επιτακτικά τόσο ο πρόεδρος της Π.Ο.Ε, Χρήστος Τοπαλίδης όσο και ο πρόεδρος της Δ.ΣΥ.Π.Ε, Γιώργος Παρχαρίδης.
Πολύ εύστοχη ακόμη ήταν η τιμητική προβολή των δύο εξαίρετων προσωπικοτήτων Μπαλτατζή Αλέξανδρου και Ψωμιάδη Πολύκαρπου.
Ένιωσα όμως ταυτόχρονα και ιδιαίτερη απογοήτευσηπαρακολουθώντας τουςποντιακούς χορούς, που επιλέχτηκαν από την οργανωτική επιτροπή του12ου πανελλαδικού φεστιβάλ και παρουσιάστηκαν στο κλειστό γυμναστήριο της Ξάνθης το Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2016.
Γιατίτο κύριο μέρος των χορών δεν ήταν ποντιακοί και δεν παρέπεμπαν στην πολιτιστικήκληρονομιά του ποντιακού χορευτικού πολιτισμού.
Από τους τριάντα χορούς, που χορεύτηκαν, οι δεκαπέντε ήταν φανταστικοί και αλλοεθνείς. Δεν αποτελούσαν δηλαδή μέρος του ποντιακού χορευτικού ρεπερτορίου που μας ήταν γνωστό μέχρι και το 1994, αλλά προστέθηκαν αργότερα μαζί με άλλους 150 παρόμοιους χορούς.
Οι Ποντιακοί χοροί, που χόρευαν για χιλιάδες χρόνια οι πρόγονοίμας, είναι δεκαοχτώ στον αριθμό μαζί με τους χορούς του Καυκάσου. Ένας αριθμός που καθιστά το λαό μας μεταξύ των πληθωρικότερων χορευτικά λαών στον κόσμο.
Η χορευτική τερατογέννεση των 200 περίπου χορών, που υιοθέτησαν αβασάνιστα σύλλογοι και χοροδιδάσκαλοι,πιστεύω, πως απλά μας εκθέτει παγκόσμια ως έναν λαό της χορολαγνίας και της ευτέλειας.
Είναι γεγονός, πως διαχρονικά υπήρξαμε αποδέκτες και εκτελεστές ξένων χορευτικών προτύπων. Θα αποτελούσε όμως ιστορικό ατόπημα να τα εντάξουμε στον αρχέγονο χορευτικό μας πολιτισμό.
Θα ήταν πολύ λυπηρό για τον γενοκτονημένο και ξεριζωμένο λαό μας, να επιτρέψει προς χάριν του εντυπωσιασμούή άλλων σκοπιμοτήτων την αλλοτρίωση της χορευτικής μας ιστορικής ταυτότητας.
Αγαπητοί πατριώτες, η οριοθέτηση της χορευτικής μας παράδοσης εξαντλήθηκε από την πρώτη γενιά των ποντίων χορευτών ,μουσικών και λαογράφων μας, που κανείς τους δε χόρευε, δεν έπαιζε και δεν κατέγραψε τους άγνωστους και παρείσακτους αυτούς χορούς.
Π.Χ. αν σήμερα βρίσκονταν στη ζωή οι μουσιγέτες μας:Αποστολίκας, Βενιάμς, Μπαϊρακτάρης, Παπαβραμίδης, Γώγος, Κουγιουμτσίδης, Αμαραντίδης, και τους ζητούσε κάποιος χορευτής του ΄΄Φεστιβάλ΄΄ να του παίξουν τους χορούς:
ΣαρίγουςΠάφρας, ΤίταραΚάρς,Τρυγόνα Ματσούκας, Τάμσαρα Νικοπόλεως, Τιζ Ομάλ, Αλματσούκ, ΤίκΠάλτσανας, Γιουβαλαντούμ, ΤέκΓαϊτέ, Ετερέ, Κωσταντίν Σάββας, ΟύτςΑγιάχ:
Θα τους κοιτούσαν με τέτοια έκπληξη, παρόμοια με αυτήν του ευφάνταστου αμερικάνου, που βλέπει έναν εξωγήινο επισκέπτη στη έρημο της Νεβάδα.Οι δε λαογράφοι μας θα ένιωθαν την ίδια αμηχανία με αυτήν, που ένοιωσε ο σεβάσμιος πρωτοχοροδιδάσκαλος των ποντιακών χορών στην Ελλάδα, Νικόλαος Σωματαρίδης, που ομονόησε δημόσια μετά την παρακολούθηση ΄΄ φεστιβάλ΄΄΄΄Ή εγώ δεν είμαι Πόντιος…! ή αυτοί δεν χορεύουν ποντιακά…!, ΄΄
Ο ευγενής δάσκαλος των χορών μας, πιστεύω, πως έστειλε και εξακολουθεί να στέλνει ένα διορθωτικό αίτημα προς την επιτροπή πολιτισμού της Π.Ο.Ε. προκειμένου να αναλάβει υπεύθυνα την ιστορική ευθύνη για το περιεχόμενο των χορευτικών ποντιακών φεστιβάλ.
Την ίδια αγωνία καταθέτω και εγώ σήμερα παρακαλώντας όλους τους πόντιους πρωτοχορευτές και τους ιστορικούς μας να λύσουν τη σιωπή τους και να τοποθετηθούν πάνω στο μεγάλο ζήτημα, που τείνει να μας ταυτίσει χορευτικά με τις μισόγυμνες φυλές του Αμαζονίου.
Ο χορός, το τραγούδι και η γλώσσα θα πρέπει να διαφυλάσσονται ως ιερά κειμήλια, γιατί συγκροτούν και οριοθετούν τη νέα διάσταση της ποντιοσύνης μας .
Η αβασάνιστη αποδοχή και ένταξη ξένων μουσικών και χορευτικών προτύπων, θα προσομοίαζε με το ιστορικό αφήγημα της κεκρόπορτας, που αποτέλεσε την απαρχή για το κούρσεμα και την άλωση των ελληνιστικών κάστρων της Ανατολής…!