Γράφει ο Γιάννης Μπερτζοβίτης
Η ρομαντική και ερωτική αλληλογραφία δεν έχει τελειώσει στα γράμματα του Δον Κιχώτη προς την εκλεκτή της καρδιάς του Δουλτσινέα, ούτε στις φιλίες δι’ επιστολογραφίας των γονιών μας και τις ρετρό φωτογραφίες μέσα στους φακέλους, αλλά είναι ολοζώντανη και χορεύει ξέφρενη και αλλοπαρμένη μπροστά στα μάτια μας αποδεικνύοντας έτσι πως πάντα η φαντασία και το μεράκι των ανθρώπων δεν πρόκειται ποτέ να χωρέσουν στις νόρμες της μιζέριας και της ρουτίνας.
Αναρωτιέσαι που εδράζεται αυτή η γιορτή της ζωής και του ακατασίγαστου πάθους, αυτή η συνδιαλλαγή λόγων που κοκκινίζει μάγουλα και φουσκώνει στήθη που εκπνέουν αέρα πεχλιβάνη και αν έχεις πάρει μέρος και εσύ σε αυτήν;
Όπως έχεις ήδη ψυλλιαστεί από τον τίτλο, το παιχνίδι πλέον παίζεται πολύ πετυχημένα, με εξαιρετικά ιντριγκαδόρα και παιχνιδιάρα διάθεση στις προσωπικές οθόνες του καθενός και της καθεμιάς από εμάς.
Κάποιος κάποτε μου είπε, πως όταν οι ινδιάνοι ήθελαν να δείξουν το θαυμασμό τους σε μια κοπέλα που τους άρεσε, δεν έκοβαν λουλούδια για να της τα προσφέρουν, αλλά πήγαιναν την ίδια εκεί για να τα μυρίσει.
Τώρα κάνουμε poke, στέλνουμε τη χαρούμενη μουσταρδί φατσούλα και το ταξίδι των χιλιάδων μιλίων δεν ξεκινά με ένα βήμα αλλά με ένα απλό, λιτό και απέριττο πάτημα του enter.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Όλα ξεκίνησαν τη στιγμή της επιβεβαίωσης της φιλίας, είτε είχατε ειδωθεί είτε η τύχη, η μοίρα και το κάρμα σας έδωσε κοινούς φίλους και έτσι το γαιτανάκι άρχισε να τυλίγεται.
Τα φίλτρα του instagram βοήθησαν στη ρευστότητα της όποιας εικόνας είχατε ο ένας για τον άλλο ή ακόμα καλύτερα δημιούργησαν αυτό που οι παλαιότερες γενιές εξέφραζαν στη ρήση ‘από τα μάτια πιάνεται’.
Κάποιες πρώτες δειλές κουβέντες για τεστάρισμα της θερμοκρασία του νερού, πριν βουτήξεις στα βαθειά ενός κοραλλιογενούς ειδυλλίου που είσαι πεπεισμένος οτι θα ζήσεις.
Με βλέμμα θαλασσοπόρου επιπέδου Μάρκο Πόλο και ερευνητή του αν τελικά υπάρχει ζωή σε άλλους πλανήτες, αρχίζεις να γράφεις πιο τολμηρές φράσεις του τύπου “ήθελα να σου στείλω πριν αλλά θεώρησα οτι θα ήσουν με το αγόρι σου” και όταν βέβαια πάρεις απάντηση πως αγόρι δεν υπάρχει, νοιώθεις πως τα αόρατα γρανάζια του σύμπαντος δημιούργησαν αυτήν την ιδανική συγκυρία και πως ο Κοέλιο ήξερε πάρα πολύ καλά τι έλεγε.
Επαναπροωθείς μια φωτογραφία σου στο σπίτι κάποιου, κάποτε που σου φόρεσαν μια ποδιά μπροστά απο μια ψησταριά και έτσι αφήνεις να εννοηθεί πως μαγειρεύεις στο επίπεδο του Pepin.
Ολες οι τακτικές του deceiving σε απόλυτη εφαρμογή και το ρητό του ότι στον πόλεμο και στον έρωτα όλα επιτρέπονται μοιάζει ακατάλυτο.
Αρχίζεις να βάζεις φράσεις με ψαγμένα νοήματα στην μεταξύ σας επικοινωνία, τα like σε ότι ανεβάζεις ή ανεβάζει γίνονται εν ριπή οφθαλμού και σε ότι τραγούδι υπαινίσσεται έναν κάποιο ερωτισμό πίστευεις με τη βεβαιότητα θετικού επιστήμονα πως αναφέρεται σε σένα.
Οι νευροδιαβιβαστές του νου σου, που ορίζουν το πέρασμα του χρόνου έχουν ναρκωθεί σαν να ήταν συνδαιτημόνες σε γεύμα που παρατέθηκε στην νήσο των Λωτοφάγων και έτσι δεν καταλαβαίνεις πια οτι κλείνετε οχτάωρα κολλημένοι σε μια οθόνη.
Ξέχασες πως χλεύαζες τον κόσμο που έβλεπες στα μπαρ να χαμογελάει σαν ερωτευμένο κανίς πάνω απο οθόνες που αναβόσβηναν στην έλευση του κάθε smartphone-ικού ραβασακίου.
Τις φορές που αργούσε να σου απαντήσει φανταζόσουν πως την άρπαξε φυλή ανθρωποφάγων ή πως την απήγαγε κάποιο παιδί της Καλίσι και εσύ έπρεπε τώρα να μεταμορφωθείς στον αγαπημένο σου υπερήρωα ή σε ιππότη για να τη σώσεις, αλλά ευτυχώς για το δράκο ή τη φυλή έστελνε σημεία ζωής μετά από λίγο.
Πόσες φορές σε πήρε ο ύπνος με την εικόνα του ότι έχετε ναυαγήσει οι δυο σας σε ένα νησί τύπου γαλάζιας λίμνης και την ταίζεις φρέσκους αχινούς με λάιμ και ξεδιψάτε τα αχαλίνωτό σας πάθος με χυμό καρύδας, φτιάχνοντας ένα νέο κόσμο που θα στηρίζεται στην αγάπη και στον απόλυτο έρωτα;
Κάποια στιγμή βρίσκεστε και στην πραγματικότητα του έξω κόσμου. Ίσια η πλάτη, έξω το στήθος, συνεχές χαμόγελο και βλέμμα γεμάτο υποσχέσεις.
Ζείτε μαζί το πάθος για όσο χρόνο διαρκεί. Μοιράζεστε παγωτό, ενδόμυχες σκέψεις, μυστικά που κανείς δεν τα έμαθε ποτέ και μυρίζει τόσο υπέροχα.
Σε κάθε κουβέντα υπνωτίζεσαι από την εκφορά του λόγου της που μοιάζει τόσο ανεπιτήδευτα ποιητικός ενώ ψάχνεις στον παγκόσμιο χάρτη σε ποιο νησί μπορείτε να ναυαγήσετε κατά λάθος.
Τα χρώματα γύρω σου φαντάζουνε πιο ζωντανά, όλα τριγύρω σου κινούνται με μια παραδεισένια αρμονία, βρίσκεις το θάρρος να ζητήσεις παραπάνω προνόμια στις σχέσεις σου με τους άλλους αφού νιώθεις λιγάκι παντοδύναμος τώρα και ναι, συνεχίζει να μυρίζει το ίδιο υπέροχα.
Κάποια μέρα βέβαια που ξεκίνησε ίδια με όλες τις άλλες, παρατηρείς πως τα like αργούν τουλάχιστον μια μέρα ή δεν έρχονται καθόλου.
Τι συμβαίνει;
Γιατί η γαλάζια λίμνη -άδεια πλέον από τη Βrooke Shields των ονείρων σου- γέμισε ανθρωποφάγους και δράκους;
Τελικά ο Κοέλιο έκανε λάθος;
Δεν χρειάζεται να ξέρεις, ειλικρινά δεν χρειάζεται.
Κανείς δεν αμφιβάλλει πως ίσως να πονάει και λίγο αυτό το συναίσθημα. Σημασία έχει το οτι ήταν έντονο και πανέμορφο.
Σου συνιστώ να διαβάσεις και τον Δον Κιχώτη για να δεις τη σχέση του με τη Δουλτσινέα σε μια πιο ρεαλιστική μορφή και να θυμάσαι πως ο άνθρωπος που έζησε αυτό το πάθος είναι ακόμα εδώ έτοιμος για αχινούς με λάιμ σε άλλα νησιά, έτοιμος να πάρει το άλογο του για να σώσει μια δεσποσύνη πίνοντας χυμό καρύδας.
Κλείνω με μια φράση που διάβασα κάπου, κάποτε σε ένα μπαρ φιλοσοφώντας πάνω στην κουλτούρα του like.
“Κόλλα με τα γνωστά και χάσε τα άγνωστα”.
πηγή: o-klooun.com