Ο Σεβαστός φίλος Παύλος Τζερμιάς, διετέλεσε καθηγητής σε πανεπιστήμια της Ελβετίας, είναι ιστορικός και πολιτικός αναλυτής διεθνούς φήμης. Διαμένει στη Ζυρίχη.
Το τελευταίο βιβλίο του «Περιήγηση στην Ελληνική Φιλοσοφία» το παρουσίασε στην Αθήνα το Νοέμβριο του 2011, στην αίθουσα της ΕΣΗΕΑ. Είχα προσκαλεστεί να παραστώ, αλλά δεν μπόρεσα να παραβρεθώ. Την παρουσίαση του βιβλίου παρακολούθησαν πολλοί Ακαδημαϊκοί, καθηγητές, διανοητές , επιστήμονες κ.ά.
Θα παραθέσω παρακάτω τον πρόλογο του βιβλίου, που προσεγγίζει την Ελληνική φιλοσοφική σκέψη με πυξίδα την κοινωνική δικαιοσύνη σε συνθήκες ελευθερίας.
Ο πρόλογος εμπεριέχει και τη σημερινή εικόνα της Ελλάδας, σε συνδυασμό με τη φιλοσοφική σκέψη που τεκμηριώνει με το σύγγραμμα αυτό, ένας σύγχρονος διανοητής, τη διαχρονικότητα του Ελληνικού πολιτισμού.
Γιάννης Κορκάς
Πρόλογος
Δεν είναι βέβαια τούτο το βιβλίο μια εξαντλητική θεώρηση της ελληνικής φιλοσοφίας. Είναι όμως -κάτι που δεν συνηθίζεται, προπαντός στο εξωτερικό- μια περιήγηση στην ελληνική φιλοσοφία όχι μόνο της αρχαιότητας, αλλά και των κατοπινών εποχών. Ιδιαίτερα στον μη ελλαδικό χώρο, όταν γίνεται λόγος για ελληνική φιλοσοφία, ο στοχασμός ανατρέχει σχεδόν αποκλειστικά στον Σωκράτη, τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη και άλλους επιφανείς της αρχαιοελληνικής σκέψης. Μα και στην Ελλάδα ο παλαιόθεν κληροδοτημένος αρχαϊσμός φράζει σ’ όχι λίγους την πρόσβαση στην προσφορά φιλοσόφων των μεταγενέστερων περιόδων της ελληνικής ιστορίας. Αυτά τα φαινόμενα με ώθησαν να τονίσω σε σειρά ξενόγλωσσων κειμένων μου τη διαχρονικότητα του ελληνικού πολιτισμού. Το ελληνόγλωσσο τούτο βιβλίο μου γράφηκε μεν και εν όψει των ίδιων φαινομένων, έχει ωστόσο ψυχοπνευματικά ένα πάρα πολύ βαθύτερο κίνητρο.
Ας μου επιτρέψουν οι αναγνώστες μιαν εξομολόγηση. «Συνθέτοντας» τούτο το έργο μου παρακολουθούσα εντατικά και τις εξελίξεις στην Ελλάδα. Και παρακολουθούσα βέβαια εξίσου εντατικά και το πώς είδαν την οικονομική κρίση στην Ελλάδα στον μη ελλαδικό χώρο. Παρακολουθούσα και σπάραζα. Παρακολουθούσα και οργιζόμουν. Οργιζόμουν, γιατί είχα κι έχω την ακράδαντη πεποίθηση, πως σ ελληνικός λαός είναι άξιος καλύτερης μοίρας. Και καλύτερης εικόνας στο εξωτερικό απ’ αυτή, που έχει δημιουργηθεί. Για την εικόνα τούτη φταίνε λίγοι στην Ελλάδα και λίγοι στο εξωτερικό. Μα είναι λίγοι και δυστυχώς ισχυροί. Είναι αυτοί, οι οποίοι στηρίζουν και προωθούν εκείνον τον ασύδοτο οικονομισμό, τον οποίο καυτηριάζω χρόνια τώρα στα ταπεινά γραπτά μου. Έγραφα π.χ. το 2007, δηλαδή πριν από την περιβόητη χρηματοπιστωτική κρίση: «… Η πορεία του κόσμου είναι λόγω του επικρατούντος οικονομισμού βασανιστική. Ο οικονομισμός δημιουργεί αυταπάτες βασισμένες στη συρρίκνωση του ζητουμένου στους αριθμούς, π.χ. στις συστάσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Ο κεφαλαιουχικός συγκεντρωτισμός έχει σαφώς αρνητικές συνέπειες μεταξύ άλλων στο πεδίο της
δημοσιογραφίας και στον βιβλιοεκδοτικό τομέα. Υπάρχουν βέβαια σε διεθνή κλίμακα διατάξεις και, αρχές για την καταπολέμηση του κακού των συγχωνεύσεων και το)ν άλλων προσπαθειών περιορισμού ή και χαλιναγώγησης της αγοράς. Μα δυστυχώς εδώ -κακά τα ψέματα- η οικονομία φαίνεται να έχει σε πολλές περιπτώσεις το πάνω χέρι. Σε γενική θεώρηση οι σχετικές νομοθεσίες κάθε άλλο παρά επαρκούν, αφού άλλωστε συχνά είναι ελαστικά διατυπωμένες και επιδέχονται διάφορες εφαρμογές» (Ο «ριζοσπαστικός φιλελευθερισμός» του Κωνσταντίνου Καραμανλή, Μια διαλεκτική διερεύνηση με πυξίδα την Κοινωνική Δικαιοσύνη, σελ. 470). Ακολούθησαν, όσα ακολούθησαν. Ειδικά στην Ευρώπη η πολυθρύλητη ενοποίηση δεν στηρίχτηκε στη σωστή βάση της ανάπτυξης της κοινωνικοοικονομικά αδύναμης περιφέρειας. Τώρα η τελευταία καλείται (διατάσσεται) να πληρώσει τα σπασμένα εν ονόματι ενός τυφλού μπροστά στις πραγματικές ανάγκες της οικονομίας και της κοινωνίας νομισματοπιστωτικού σκεπτικού. Ζούμε μια δεύτερη «αρπαγή της Ευρώπης». Η πρώτη, η μυθολογική, έγινε από τον Δία. Η δεύτερη, η πραγματική, γίνεται από έναν απάνθρωπο κεφαλαιουχικό μηχανισμό. Και γίνεται και εις βάρος της ίδιας της γενέτειρας της Ευρώπης.
Τι έχουν αυτά να κάνουν με τη φιλοσοφία, το βάλσαμο της εξοργισμένης ψυχής μου; Έχουν και παραέχουν. Γιατί η αναδρομή στη φιλοσοφία, όταν γίνεται με κριτικό πνεύμα, μας δίνει την πυξίδα για το ζητούμενο: την κοινωνική δικαιοσύνη σε συνθήκες ελευθερίας. Την πυξίδα για την συμπόρευση όχι με τους λίγους ισχυρούς, που πολλές φορές φτιάχνουν τους νόμους (τους) (Αντιφών:… Τα πολλά των κατά νόμον δικαίων πολεμίως τη φύσει κείται…), μα με τους πολλούς, τους αδύναμους και αδικημένους. Δεν ξέρομε πολλά για τον Αντιφώντα από την Αθήνα, ο οποίος φέρεται να είπε εκείνο το ριζοσπαστικό, που είναι το μότο του βιβλίου μου. Έζησε τον 5ο αιώνα π.Χ. κι υπήρξε σημαντικός εκπρόσωπος της σοφιστικής φιλοσοφίας. Πρβλ. Ueberweg Antike 2/1, Die Sophistik (κείμενο των George Β. Kerferd και Hellmut Flashar, σελ. 69-80). Φέρεται να υποστήριξε την ισότητα όλων των ανθρώπων (Ελλήνων και βαρβάρων) με το επιφανειακά απλοϊκό, μα στο βάθος θαυμάσιο επιχείρημα, πως «όλοι μας αναπνέουμε τον αέρα από το στόμα και τη μύτη». Όσες αμφισβητήσεις κι αν υπάρχουν για την ταυτότητα του, σίγουρο είναι, πως οι ρήσεις, που του αποδίδονται, ήταν κηρύγματα γνήσιου ανθρωπισμού. Κήρυγμα γνήσιου ανθρωπισμού κι η ρήση του, πως συχνά οι νόμοι αντίκεινται στη φύση, δηλαδή είναι άδικοι. Κάποιες ρυθμίσεις του καιρού μας, μας το δείχνουν.
Όποιος προσεγγίζει τη φιλοσοφική σκέψη με πυξίδα την κοινωνική δικαιοσύνη σε συνθήκες ελευθερίας, δεν μπορεί παρά να δώσει βαρύτητα στην πολιτική φιλοσοφία. Αυτό το σκεπτικό σφράγισε και τις αναπτύξεις αυτού μου του έργου. Επειδή το φεραν τα πράγματα να γνωρίσω προσωπικά κάποιους Νεοέλληνες φιλοσόφους, ορισμένα μέρη του βιβλίου έχουν κατ’ ανάγκην κάπως αυτοβιογραφικό χαρακτήρα. Ως προς τη γλώσσα ακολούθησα κι εδώ, όσο ήταν τεχνικά δυνατό, τους κανόνες της γερμανόγλωσσης «Νεοελληνικής Γραμματικής» μου. Δράττομαι και πάλι της ευκαιρίας, για να σημειώσω, πως απεχθάνομαι και στο γλωσσικό πεδίο τους δογματισμούς και τις άγονες διαμάχες. Ό,τι μετράει, είναι η ουσία: η συνειδητοποίηση της διαχρονικότητας της ελληνικής γλώσσας. Μιας διαχρονικότητας σύμφυτης με εκείνη του ελληνικού πολιτισμού. Αυτή τη διαχρονικότητα πρέπει να την έχομε στο νου και στην ψυχή μας ιδιαίτερα τώρα, που ο παραδοσιακός ουμανισμός, καθώς υπογραμμίζεται στο παρόν βιβλίο, περνάει κρίση. Η κρίση αυτή είναι κρίση των ανθρωπιστικών αξιών. Όπως είχα την ευκαιρία να τονίσω σε ομιλία μου στην Ακαδημία Αθηνών (20ή Οκτωβρίου 2009, Πρακτικά, τ. 84 Γ’ {2009], σελ. 93 επ.), η διαχρονικότητα του ελληνικού πολιτισμού σίγουρα δεν είναι άμοιρη αντιθέσεων και αντιφάσεων, ρήξεων και ρωγμών μα είναι παρά ταύτα δεδομένη. Ο τονισμός της δεν συνιστά, όπως πιστεύουν μερικοί, εθνικιστική ομφαλοσκόπηση. Κάθε άλλο. Η ανθρωπιστική ουσία του ελληνικού πολιτισμού αποτελεί πολύτιμη περιουσία ολόκληρης της ανθρωπότητας – ιδιαίτερα μάλιστα αυτούς τους δύσκολους καιρούς της λεγόμενης παγκοσμιοποίησης και της διεθνούς κρίσης. Μιας κρίσης, που δίνει σε κάποιους σπεκουλαδόρους και στυλοβάτες του κλονιζόμενου διεθνούς οικονομικού κατεστημένου την καλοδεχούμενη γι’ αυτούς ευκαιρία να συκοφαντούν συλλήβδην τον ελληνικό λαό για δήθεν τεμπελιά και τα παρόμοια.
Κλείνω με θερμότατες ευχαριστίες στον ιστορικό οίκο «Ι. ΣΙΔΕΡΗΣ» και ιδιαίτερα στον αγαπητό φίλο Ανδρέα Ι. Σιδέρη για την αρμονική συνεργασία στην έκδοση κι αυτού του έργου.
Οκτώβριος 2011 Παύλος Ν. Τζερμιάς