Στις δύσκολες εποχές της κρίσης που βιώνουμε είναι πιο επιτακτικό από ποτέ να εκμεταλλευτούμε τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που προσφέρει ο τόπος μας ώστε να αξιοποιήσουμε κάθε πιθανή αναπτυξιακή ευκαιρία. Είναι βέβαιο ότι η παραγωγή του λιγνίτη μπορεί να συνεχιστεί μόνο για λίγες δεκαετίες ακόμη. Στη συνέχεια η περιοχή και οι κάτοικοι της θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε το μέλλον μας με κατεστραμμένους τους φυσικούς πόρους. Άραγε όμως υπάρχουν περιθώρια για μια εναλλακτική πρόταση διαχείρισης και αξιοποίησης του γεωπεριβάλλοντος μας;
Ένας ανεκμετάλλευτος μέχρι στιγμής πόρος για τη περιοχή μας είναι η γεωλογική μας κληρονομιά. Ο γεωτουρισμός, μια ειδική μορφή εναλλακτικού τουρισμού, στηρίζεται στην αξιοποίηση των γεωλογικών μνημείων για τη προσέλκυση τουριστών και προωθεί τη διατήρηση τόσο του φυσικού όσο και του πολιτισμικού περιβάλλοντος.
Ως Έλληνες υπερηφανευόμαστε συχνά για τη μακρόχρονη και πλούσια ιστορία της χώρας μας. Η ανάδειξη μάλιστα της αρχαιολογικής μας κληρονομιάς συνεισφέρει καθοριστικά στη προσέλκυση τουριστών από όλο τον κόσμο και προσφέρει χιλιάδες θέσεις εργασίας. Αυτή είναι όμως μόνο η μία όψη του νομίσματος. Διότι πέρα από την Ιστορία της η χώρα μας μπορεί να υπερηφανεύεται και για τη πολύ ιδιαίτερη Προϊστορία της.
Η πλούσια γεωλογική και παλαιοντολογική ιστορία της Δυτικής Μακεδονίας οι προσφέρει το ιδανικό υπόβαθρο για την ανάπτυξη του γεωτουρισμού. Παραδείγματα φυτικών απολιθωμάτων από τη Δυτική Μακεδονία αποτελούν τα απολιθωμένα φύλλα γύρω από τη Βεγορίτιδα καθώς και το Απολιθωμένο Δάσος στο Νόστιμο Καστοριάς. Από τα απολιθώματα των ζώων ξεχωρίζουν οι θέσεις της Μηλιάς Γρεβενών με τους γιγάντιους μαστόδοντες, η Παλαιοντολογική Συλλογή Σιάτιστας και η Εορδαία με τον ελέφαντα του Περδίκα και το Παλαιοντολογικό και Ιστορικό Μουσείο Πτολεμαΐδας. Πολυάριθμες είναι και οι θέσεις στις οποίες βρίσκουμε τα απολιθώματα λιμναίων ή θαλάσσιων μαλακίων. Πέραν όμως των απολιθωμάτων η Δυτική Μακεδονία κρύβει και άλλους ενδιαφέροντες γεωλογικούς σχηματισμούς όπως είναι τα Μπουχάρια στο Μικρόβαλτο Κοζάνης και τα πολυάριθμα σπήλαια της περιοχής (π.χ. το σπήλαιο της Ερμακιάς). Τα πολλά σημεία γεωτουριστικού ενδιαφέροντος τα οποία βρίσκονται σε κοντινή απόσταση μεταξύ τους επιτρέπουν και τη χάραξη γεωτουριστικών διαδρομών.
Αναμφίβολα το πιο επιτυχημένο παράδειγμα γεωτουριστικής αξιοποίησης στην Ελλάδα αφορά στο Απολιθωμένο Δάσος της Λέσβου. Το Απολιθωμένο Δάσος βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του νησιού το οποίο μέχρι πρόσφατα δε θεωρούνταν τουριστικά αξιοποιήσιμο λόγω των δυσκολιών πρόσβασης που παρουσίαζε αλλά και της έλλειψης τουριστικών αξιοθέατων. Η ίδρυση του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Απολιθωμένου Δάσους Λέσβου το 1994 ανέτρεψε τα μέχρι τότε δεδομένα προσελκύοντας δεκάδες χιλιάδες επισκέπτες κάθε χρόνο και δημιουργώντας ένα ρεύμα τουριστών από το ανατολικό μέρος του νησιού προς το δυτικό. Κατάφερε δηλαδή να αλλάξει τις συνήθειες των τουριστών και των τουριστικών πρακτόρων και να τους πείσει να γνωρίσουν μια άλλη πλευρά του νησιού, αναζωογονώντας την επιχειρηματική δραστηριότητα των κατοίκων μέσω του τουρισμού και προωθώντας παράλληλα τα τοπικά παραδοσιακά προϊόντα.
Η δημιουργία ενός δικτύου καλά οργανωμένων παλαιοντολογικών Μουσείων και Γεωπάρκων στη περιφέρεια της Δ. Μακεδονίας θα μπορούσε να αυξήσει το τουριστικό ενδιαφέρον για τη περιοχή μας. Έτσι θα έχουμε πετύχει ένα διπλό στόχο: την αναζωογόνηση της τοπικής οικονομίας καθώς και την αποτελεσματική προστασία της παλαιοντολογικής μας κληρονομιάς. Κάθε στιγμή που περνά νέα ευρήματα έρχονται στο φως αλλά χάνονται χωρίς ποτέ να βρουν το δρόμο τους προς τα Μουσεία λόγω της έλλειψης ενός σχεδίου για τη προστασίας τους. Κάθε σχέδιο όμως προστασίας της φυσικής μας κληρονομιάς χωρίς ταυτόχρονη ανάδειξη και οικονομική εκμετάλλευση είναι καταδικασμένο να αποτύχει. Η Πτολεμαΐδα μπορεί και οφείλει να παίξει καθοριστικό ρόλο σε αυτή τη προσπάθεια αφού οι εγκαταστάσεις του Παλαιοντολογικού και Ιστορικού Μουσείου Πτολεμαΐδας είναι μεγαλύτερες και αρτιότερες κάθε άλλο παλαιοντολογικό μουσείο στη Δ. Μακεδονία.
Κλείνοντας θα πρέπει να τονίσουμε ότι η ανάγκη για τη προστασία της παλαιοντολογικής μας κληρονομιάς είναι εξαιρετικά επείγουσα. Ζητούμενο πρέπει να είναι η χάραξη στρατηγικής, και τόσο σε εθνικό όσο και τοπικό επίπεδο, σχετικά με τη προστασία και την ανάδειξη του ιδιαίτερο αυτού «ορυκτού πλούτου» που κρύβει η χώρα μας και η χρησιμοποίησή του προς όφελος της κοινωνίας. Μόνο με στενή συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων όπως των τοπικών αρχών –Δήμων, Περιφέρειας- των βουλευτών, ομάδων πολιτών και με την καθοδήγηση ειδικών επιστημόνων θα μπορέσουμε να εκμεταλλευτούμε τις ευκαιρίες που προκύπτουν.
Χαράλαμπος Κεβρεκίδης
Βιολόγος,
επιστημονικός συνεργάτης
του Παλαιοντολογικού και Ιστορικού Μουσείου Πτολεμαΐδας