Συνέχεια του ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΝΟΣ ΚΟΖΑΝΙΤΗ
Η επέτειος των 150 χρόνων από τη γέννηση του βαρόνου Πιέρ Ντε Κουμπερτέν (1863) δίνει την ευκαιρία για μια αναθεωρημένη εκτίμηση του σπουδαίου έργου του σε σύγκριση με το ολυμπιακό σήμερα. Η απάντηση απαιτεί, βεβαίως, ολόκληρο βιβλίο καθώς η προεδρική θητεία του από το 1896 μέχρι την απομάκρυνσή του από τον προεδρικό Θώκο (1925) διερευνάται συγκριτικά και αναπτύσσεται σε πλείστα όσα επίπεδα: την ¨Ολυμπιακή ιδεολογία¨ στο πλαίσιο της παγκοσμιότητας όπως την καλλιέργησε αρκετά πριν από το διεθνές συνέδριο στην παρισινή Σορβόνη (1894) την θεμελίωση των Ολυμπιακών στα τέλη του 19ου αιώνα και στην πρώτη εικοσαετία του 20ου αιώνα που έρχεται σε πλήρη αντίθεση σε πλείστα όσα ουσιώδη στοιχεία του σήμερα. το Ολυμπιακό κίνημα στην εποχή μας κάθε συχνή προσφυγή στο Ολυμπιακό πνεύμα εμπεριέχει κάποια βολική, κατά περίπτωση, υποκρισία. Σήμερα οι Ολυμπιακοί αγώνες είναι ένας τεράστιος οργανισμός με πλείστα όσα κεντρικά δρώμενα και πολλές παραμέτρους. Φυσικά ο οικονομικός παράγοντας που έχει βασικότατο συστηματικό ρόλο δεν είναι το μόνο διαφορετικό σε σχέση με όσα συγκροτούσαν την ιδεολογία, το όραμα, την φιλοσοφία, όπως θέλετε πείτε, στη διαδρομή ενός από τους κορυφαίους ανθρώπους των τελευταίων δεκαετιών του 19ου και της πρώτης εικοσιπενταετίας του 20ου αιώνα. Ακόμη ο γιγαντισμός των πάντων, η εμπορευματοποίηση και βέβαια το “καθεστώς” του ντόπιγκ!Ένα ερώτημα αφορά στον φιλελληνισμό του Κουμπερτέν. θαυμαστής του αρχαιοελληνικού πολιτισμού. Ασφαλώς. Αλλά όχι και της σύγχρονης του Ελλάδας. Το θέμα δεν βαρύνει μόνο τον ¨Μεγάλο Πέτρο¨ της άθλησης. Οδηγός για ικανοποιητικό συμπέρασμα θα είναι, από ιστορική επιταγή, και οι διακυμάνσεις των σχέσεων του με τον μεγάλο Έλληνα της Ευρώπης και πρώτο πρόεδρο της ΔΟΕ Δημήτριο Βικελά. Προσεχώς… Ως επίμετρο διαπιστώνουμε ότι η διαστρωμάτωση του επί μια 35ετία έργου του Κουμπερτέν έχει μια θαυμαστή πολυμορφία. Από τις υψιπετείς ιδέες, τα ονειροπολήματα, την παγκόσμια θεώρηση ενός τέτοιου μεγέθους εγχείρημα και άλλων πολλών και διαφόρων μέχρι την εφευρετικότητα συμβόλων και συμβολισμών (πέντε κύκλοι-όρκος) ακόμη τη σύζευξη του πολιτισμού με τον αθλητισμό, τις αστοχίες και τις αποτυχίες του, το ¨εγώ¨ υπό την επιρροή του μονοπωλιακού προεδρικού θώκου μέχρι την βιολογική και ψυχική κατάρρευση. Η ανένδοτη αρνητική στάση του Κουμπερτέν ως προς την συμμετοχή γυναικών στα αθλήματα στίβου του προσεπόρισε την ιδιότητα του αντιφεμινιστή και μισόγυμνη. Η εκτίμηση αυτή είναι μάλλον λανθασμένη γιατί ως προς τον στίβο ο ολυμπιάρχης βαρόνος είχε επηρεασθεί από τηνν ιατρική της εποχής γνώμη ότι τα αγωνίσματα του στίβου θα προκαλούσαν σωματική προβλήματα υγείας ακόμη και παρεμπόδιση της τεκνοποιίας. Η εισαγωγή τους στον ολυμπιακό νυμφώνα έγινε 32 χρόνια μετά τους πρώτους ολυμπιακούς αγώνες της Αθήνας, το 1928, στο Άμστερνταμ της Ολλανδίας όταν ο Κουμπερτέν δεν ήταν πια πρόεδρος της ΔΟΕ. Είχε θριαμβεύσει μια φεμινίστρια, εξόχως δυναμική, συμπατριώτισσά του, Γαλλίδα, η μαντάμ Μιγιά που από το 1920 έκανε δύσκολη τη ζωή του. Η συνταύτιση του Κουμπερτέν με την ιστορική εκτίμηση της εποχής έχει μερική σημασία καθώς από το 1900 στο Παρίσι έκαναν την πρώτη ολυμπιακή εμφάνιση γυναίκες σε δύο, πιθανόν και τρία, αγωνίσματα όπου οι άνδρες είχαν μακρά παράδοση. Στην αντισφαίριση με νικήτρια την Βρετανίδα Σαρλότ Κούπερ η οποία μάλλον λανθασμένα θεωρείται ως πρώτη γυναίκα ολυμπιονίκης. Τούτο γιατί η ολυμπιονίκης στο άλλο άθλημα γυναικών, το γκόλφ, του οποίου η τέλεση χρονικά προηγείτο στο πρόγραμμα ήταν η Αμερικανίδα Μάργκαρετ Άμποτ (πιθανολογείται ότι αγωνίσθηκε στην ιστοπλοοία μια κοπέλα από την Ελβετία, η Χίλνες ντε Πουνταλέ). Εν πάσει περιπτώσει προκαλεί ευνόητη περιέργεια ότι ο Κουμπερτέν δέχθηκε το 1912 στην Στοκχόλμη την συμμετοχή κολυμβητριών με πλήρη επικράτηση Αυστραλέζων με τα μαύρα ολόσωμα μαγιό της εποχής και με αρκετά περίσια κιλά… Άρα ο Κουμπερτέν δεν ήταν και τόσο σεμνότυφος όσο, μεταξύ άλλων, του καταλογίζονται στο πεισματικό στιβικό ¨βέτο¨. Υπό την ασφυκτική πίεση των ολυμπιακών οικονομικών αναγκών αλλά και του κυνηγητού χρήματος και επισκεπτών ανέχθηκε την εμπορευματοποίηση των ολυμπιακών αγώνων των δεύτερων του 1900 στο Παρίσι και των τρίτων στο Σεν Λούις των ΗΠΑ. Στις διοργανώσεις αυτές που είχαν πολλά άλλα τρωτά (π.χ. στο Σεν Λούις δέσποζε ο ρατσισμός απέναντι ερυθροδέρμων πόσο μάλλον μαύρων) τα αγωνίσματα ήσαν σε δεύτερη μοίρα καθώς το πρωτεύον και λίαν ελκυστικό οικονομικό στοιχείο ήταν η ταυτόχρονη διεξαγωγή παγκοσμίων εμπορικών εκθέσεων. Το προβάδισμα του εμπορικού στοιχείου ήταν τέτοιο ώστε στις αφίσσες των διοργανώσεων ουδεμία συγκεκριμένη προβολή και παροχή κινήτρου ολυμπιακής συμμετοχής θεατών υπήρχε. Οι αγώνες αυτοί ήσαν φιάσκο. Ο Κουμπερτέν είχε αντιληφθεί το έδαφος του νεόκοπου θεσμού να σείεται. Ευτυχώς-όσο και αν επιδίωξε την αποτυχία τους-ήρθαν οι ¨Β’ εν Αθήναις ολυμπιακοί αγώνες¨ του 1906 και στη συνέχεια το μετρημένο Λονδίνο και η πολύ καλή Στοκχόλμη(1908-1912).
Ο ΦΙΛΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΟΥΜΠΕΡΤΕΝ
Φιλέλληνας πόσο και πως και που ο Κουμπερτέν; Η απάντηση δεν μπορεί να είναι κατηγορηματική καθώς το ερώτημα έχει δύο όψεις όπως και το κάθε νόμισμα. Στη μία η δεδομένη αρχαιολατρεία του η οποία άλλωστε ήταν κυρίαρχη στον συναισθηματικό κόσμο των περισσότερων, αν όχι όλων, συνέδρων στην Σορβόννη του 1894 όταν αποφασίσθηκε η αναβίωση (ανασύσταση) των ολυμπιακών αγώνων και η επιλογή της Αθήνας ως οργανωτικής αφετηρίας με αποκλειστικά προσωπική πρόταση- παράτολμη ίσως και αποκοτιά- του Έλληνα αντιπροσώπου του πανελληνίου Γ.Σ. και κατ’ ουσίαν όλου του ελληνικού αθλητισμού, Δημήτριο Βικελά. Η αρχαιολατρεία ήταν διάχυτη στην εναρκτήρια συνεδρίαση του συνεδρίου εμπλουτισμένη με πλείστα όσα δείγματα με ¨με κορωνίδα τον Ύμνο του Απόλλωνος¨ το μόνον αρχαίον μουσικόν τεμάχιον το οποίον έχει περισωθεί- σχεδόν άθικτον- σημειώνει ο μεγάλος ταγός της φυσικής αγωγής Ιωάννης Χρυσάφης ( Οι σύχρονοι διεθνείς ολυμπιακοί αγώνες). Την εκλογήν των Αθηνών επρότεινεν ο Έλλην αντιπρόσωπος (γράγει ο Χρυσάφης) την υπεστήριξαν δε θερμότατα οι κ.κ. Κουμπερτέν, Σλόαν Γκοντινέ, Ντε Βιλέρ. Αλλά το πλέον αμάχητο στοιχείο περί της προσωπικήςπρότασης του Βικέλα προσφέρει ο ίδιος ο Κουμπερτέν στο κείμενο το οποίο δημοσιεύθηκε σε τρείς γλώσσες στο σπουδαίο βιβλίο του Καρόλου Μπέκ. Εκδόθηκε αμέσως μετά τους Ολυμπιακούς αγώνες του 1896.¨Η ανασύστασις των Ολυμπιακών αγώνων απεφασίσθη ομοφώνως. Σκοπόν δε είχομεν να τας εγκαινιάσωμεν αυτούς τω 1900(Παρίσι) αλλ’ ακρίθη προτιμότερον να τελεσθώσιν ενωρίτερον τω 1896 τη προτάσσει δε και του κ. Βικέλα ωρίσθησαν αι Αθήναι ως ο τόπος της πρώτης τελέσεως των αγώνων¨. Στη ροή του χρόνου και την παραμονή του Κουμπερτέν στον προεδρικό θώκο της ΔΟΕ επί 29 χρόνια η πρωτοβουλία του Βικέλα ξεχάσθηκε και δημιουργήθηκε η εντύπωση στον πολύ κόσμο, στην Ελλάδα, ότι η επιλογή της Αθήνας ήταν ¨δώρο¨ του ολυμπιάρχη βαρόνου. Μέχρι την διεξαγωγή των Ολυμπιακών του 1896 οι σχέσεις Κουμπερτέν- Βικέλα ήσαν εγκάρδιες αλλά διαταράχθηκαν, εξ’ αιτίας του παραγκωνισμού του Κουμπερτέν από τις μεγάλες τελετές και εκδηλώσεις (Παρασημοφορίες). Η διακοπή των σχέσεων επήλθε λίγο αργότερα όταν από ελληνικής πλευράς- μέσα στον ενθουσιώδη λαικό οργασμό από τους Ομυμπιακούς- ετέθη θέμα μόνιμης τέλεσης των αγώνων στο Παναθηναικό στάδιο! Επίσης ο Κουμπερτέν αρνήθηκε (σωστά) να φέρει την ελληνική πρόταση στο συνέδριο της ΔΟΕ στην Χάβρη, το 1897. Μέγας αναβρασμός στην Αθήνα με την επιθετικότητα κατά του Κουμπερτέν (τα σκάγια, προς στιγμήν πήραν και τον Βικέλα). Σε απάντηση των δημοσιευμάτων κατά του Κουμπερτέν ο πρόεδρος της ΔΟΕ έδωσε (Παρίσι) στην δημοσιότητα κείμενο του όπου τονιζόταν ότι ¨εις αυτόν – τον Κουμπερτέν – οφείλεται η ανασύστασις των αγώνων και η επιτυχία των και δεν εννοεί να επιτρέψει εις τους Αθηναίους να καρπώνονται διαρκώς τας ωφελείας του έργου του¨.ο βιογράφος, ανηψιός του και πνευματικό ππαιδί του, Αλ.Οικονόμου, καταγράφει και επιστολή του Κουμπερτέν προς τον Βικέλα (Μάιος 1896): “Ουδόλως μ’ ενδιαφέρουν τι λέγουν αι ελληνικαί εφημερίδα, δι εμέ. η Ελλάς κατέχει ασφαλώς τα πρωτεία εις την αχαριστίαν. πρέπει κανείς να είναι πολύ ερωτευμένος μαζί της δια να εξακολουθεί να την αγαπά μετά τοιαύτην δοκιμασίαν”.Κουμπερτέν – Βικέλας δεν ξανασυναντήθηκαν. άλλωστε οο Βικέλας μέχρι το θάνατό του (1908), δημιούργησε μεγάλα έργα Παιδείας, Κοιννωικής Μέριμνας, Ποοιτισμού κ.α. (Σύλλογος προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων, Οίκος Τυφλών, Α’ Εκπαιδευτικό Συνέδριο, Εκπαιδευτικό Μουσείο, Παιδαγωγική Βιβλιοθήκη, Περιοδικό “Μελέτη”, Σεβαστοπούλειος Τεχνική – Εργατική Τεχνική Σχολή).Ο Κουμπερτέν όταν ο Βικέλας έφυγε για το άλλο ημισφαίριο της ζωής, (1908), έγραψε μεταξύ πολλών άλλων:“Κατά τη διάρκεια της μακράς υπάρξεώς του δεν σταμάτησεν ούτε μια στιγμή να τοποθετεί επάνω από κάθε φροντίδα του εκείνη των εθνικών συμδερόντων. είχε πάθος πραγματικό για την πατρίδα του και επειδή ήταν υπερβολικά μετριόφρων και συγκρατημένος ίσως η πατρίδα του δεν μπόρεσε να συνειδητοποιήσει αρκετά, όσο αυτός ζούσε, την πολύ υψηλή πνευματική και ηθική αξία του. Ποτέ κανείς δεν διέθετε πιο ζεστή καρδιά, προθέσεις πιο γενναιόδωρες, αφοσίωση πιο πιστή. ο Κουμπερτέν ηλικιακά ήταν 28 χρόνια μικρότερος του Βικέλα (1835, 1863).