Επιμέλεια: Θεόδωρος Κ. Πασσαλίδης
Ο Ιωάννης Μπουμπαράς γεννήθηκε στη Βλάστη. Έλαβε ενεργό μέρος στο Μακεδονικό Αγώνα. Όντας γηγενής και γνωρίζοντας πολύ καλά τις περιοχές των ορεινών όγκων Ασκίου και Μουρικίου, πρόσφερε τις υπηρεσίες του ως οδηγός και ανιχνευτής στα σώματα του Παύλου Γύπαρη, του Πέτρου Μάνου και του Ρούβα. Μετά τη νικηφόρα για τα ελληνικά όπλα μάχη του Μουρικίου στις 21 Απριλίου του 1905, υπέδειξε στα αντάρτικα σώματα ασφαλή οδό διαφυγής και κίνησε για τη Βλάστη προκειμένου να παραδώσει εμπιστευτική επιστολή στην Επιτροπή του Αγώνα. Στο δρόμο συνελήφθη από οθωμανικό περίπολο πρόλαβε όμως να καταστρέψει την επιστολή. Οι Τούρκοι τον βασάνισαν προκειμένου να φανερώσει το περιεχόμενο της καθώς και το μονοπάτι από το οποίο διέφυγαν οι Έλληνες αντάρτες βλέποντας όμως ότι παρέμενε αλύγιστος, προχώρησαν στη δολοφονία του.
Η προτομή του ήρωα βρίσκεται στο παλαιό πάρκο της Πτολεμαΐδας. Είναι κατασκευασμένη από ορείχαλκο. Ο Μπουμπαράς απεικονίζεται σε νεαρή ηλικία έχοντας κοντά μαλλιά και μουστάκι. Φοράει τη στολή του Μακεδονομάχου. Στην πρόσοψη του βάθρου αναγράφονται τα λόγια:
ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΠΟΥΜΠΑΡΑΣ
ΕΘΝΟΜΑΡΤΥΡΑΣ ΜΑΚΕΔΟΝΟΜΑΧΟΣ
ΑΠΟ ΤΗ ΒΛΑΣΤΗ
ΚΑΤΑΚΡΕΟΥΡΓΗΘΗΚΕ
ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΤΟΥΡΚΟΥΣ
ΤΟ 1905
Η προτομή είναι δημιουργία του γλύπτη Χρήστου Σαμάρα του οποίου την υπογραφή εντοπίζουμε πάνω στο έργο:
ΧΡ. Γ. ΣΑΜΑΡΑΣ
Αντίγραφο της προτομής έχει τοποθετηθεί στη γενέτειρα του αγωνιστή (στο παρεκκλήσι του αγίου Κοσμά και αγίου Χρυσόστομου, στην είσοδο του χωριού πάνω στο δρόμο που οδηγεί στην Πτολεμαΐδα).
Ο συναγωνιστής του Παύλος Γύπαρης έγραψε για τον Μπουμπαρά τα παρακάτω λόγια τα οποία αξίζει να παραθέσουμε:
«Τη μάχη αυτή του Μουρικιού, πλήρωσεν ο Μπουμπάρας
Δια να μετριάσουνε της μάχης την τρομάρα.
Τον είχαμε οδηγό, γιατί ήταν αντρειωμένος
Μα από τους Βούλγαρους ασφαλώς ήτανε προδωμένος,
Έγινεν εθνομάρτυρας ως ήρωας μεγάλος
Γιατί είχεν πατριωτισμό και στην ψυχή του κάλος.
Εγώ που τον εγνώρισα θα τον ετραγουδήσω:
Πάνω στο Μπλάτσι στο βουνό στου Μουρικιού το βράχο
Να στήσετε την προτομή σ’ αυτόν τον πολεμάχο.
Σύντροφος ήταν αχώριστος στη δράσι μας την πρώτη.
Κλάψετε την παλληκαριά την όμορφη τη νιότη
Που πάλαιψεν ο θάνατος τόσες φορές μαζί του
Στήθος με στήθος, μα ποτέ δεν δείλιασε η ψυχή του».