Του Μιχάλη Πιτένη
Να καταργηθεί ή όχι η ενιαία τιμή βιβλίου; Προς το παρόν καταργήθηκε πρόσφατα το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου (Ε.ΚΕ.ΒΙ.). Τυπικά, γιατί ουσιαστικά είχε καταργηθεί εδώ και καιρό.
Τι ήταν το Ε.ΚΕ.ΒΙ.; «Οργανισμός που υπάγεται στο Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού επιδιώκει, μέσα από πολλές πρωτοβουλίες, θεσμικές παρεμβάσεις και ειδικά προγράμματα, να ενισχύσει συνολικά το βιβλίο και ειδικότερα όλους εκείνους τους απαραίτητους κρίκους της αλυσίδας που συμβάλλουν στη δημιουργία του: συγγραφείς, μεταφραστές, εικονογράφους, επιμελητές, εκδότες, τυπογράφους, βιβλιοπώλες, βιβλιοθηκονόμους, λογοτεχνικούς πράκτορες, κριτικούς και βεβαίως, τους αναγνώστες», σύμφωνα με το σκεπτικό της ίδρυσης του.
Τι έκανε το Ε.ΚΕ.ΒΙ.; Για άλλους πολλά, για άλλους ελάχιστα. Το σίγουρο είναι πως έκανε αισθητή την παρουσία του όταν το διεύθυνε η κ. Μυρσίνη Ζορμπά, στα πρώτα βήματα του, χάρη στην οποία επιβεβαιώθηκε για μια ακόμα φορά πως οι άνθρωποι καταξιώνουν τους θεσμούς και όχι το αντίθετο.
Έκτοτε, ακολούθησε τη μοίρα των θεσμών του πολιτισμού στη χώρα μας. Δημιουργούνται για να πιστοποιήσουν το ενδιαφέρον των πολιτικών για τον πολιτισμό και επί της ουσίας αποτελούν το άλλοθι για να μην κάνουν τίποτα το ουσιαστικό που θα τον προάγει και θα τον αναδείξει.
Το Ε.ΚΕ.ΒΙ. βέβαια προσπάθησε και αφήνει πίσω του κάποιο έργο, αλλά όσα και αν έκανε εκείνο που έχει πρωτεύουσα σημασία είναι να υπάρχει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για την προώθηση της ανάγνωσης και του βιβλίου και πολύ επιμονή και υπομονή. Κανένα, δυστυχώς, απ΄ τα τρία αυτά στοιχεία δεν υπήρξε ποτέ στη χώρα μας και όχι μόνο στο χώρο του βιβλίου.
Κι η ενιαία τιμή βιβλίου; Χρειάζεται ή όχι. Κατ΄ αρχήν χρειάζονται αναγνώστες και όσοι αγωνιούν για το μέλλον του βιβλίου στην Ελλάδα ίσως θα έπρεπε να ξεκινήσουν από εκεί. Όχι μετρώντας, απλώς, το πόσα βιβλία πωλούνται ετησίως, αλλά αξιολογώντας νούμερα, αναγνωστικές προτιμήσεις και επιλογές, ποιοι τα αγοράζουν κ.α.
Το να ισχυρίζεσαι πως η ενιαία τιμή σώζει το καλό και ποιητικό βιβλίο είναι άδικο για το ίδιο το βιβλίο, το οποίο κανονικά θα έπρεπε να σωθεί καθώς το αξίζει πραγματικά. Δεν είναι βέβαια καινοφανής, ούτε πρωτότυπη η άποψη αυτή. Κινείται στην ίδια λογική του διαχωρισμού που ισχύει εδώ και χρόνια ανάμεσα σε εμπορικό και ποιητικό βιβλίο, με τους εκπροσώπους του δεύτερου να πυροβολούν το πρώτο και τους εκπροσώπους του πρώτου να θέτουν, δικαίως, το ερώτημα «μα γιατί; Αν δεν πωλούνταν τα δικά μας που φέρνουν έσοδα, πώς θα εκδίδονταν τα δικά σας που μαζεύουν σκόνη στα ράφια;».
Ενιαία ή όχι η τιμή του βιβλίου, το σημαντικότερο είναι το βιβλίο να ξαναβρεί τη χαμένη τιμή του. Να γίνει σημείο αναφοράς όχι μόνο για ένα μικρό και διαρκώς συρρικνούμενο σύνολο ανθρώπων, αλλά για περισσότερους.
Πώς θα το πετύχει αυτό; Ξεκινώντας απ΄ την εκπόνηση του σχεδίου που ως βασικό μοχλό υλοποίησης του θα έχει το εκπαιδευτικό μας σύστημα και θα φτάνει μέχρι τους παραγωγούς του βιβλίου που κάποια στιγμή πρέπει να αποτολμήσουν να εκφράσουν πραγματικά την κοινωνία στην οποία απευθύνονται και όχι απλώς τα εσώψυχα, τις ανασφάλειες και τα απωθημένα τους.