Γράφει ο Στέλιος Γερβασίου Φελέκης
Εις την Καινήν Διαθήκην έχομεν την πλήρη αποκάλυψιν του χαρακτήρος του Θεού, του οποίου ουσία είναι η Αγάπη. Ο Θεός του Ευαγγελίου είναι ο Θεός της Αγάπης και πηγή πάσης αγάπης. Η αιώνια αγάπη του πατρός εξεδηλώθη διά του ενανθρωπήσαντος Υιού του.
Η ζωή του Χριστού ήτο πλέον πτωχή και ταπεινή επί της γης. Ούτε μίαν μόνον ώραν καθ’ όλην την επίγειον ζωήν του δεν έζησε χωρίς να διδάσκη, χωρίς να ευεργετή, αλλά και χωρίς να αισθάνεται την οδύνην και την περιφρόνησιν των ανθρώπων. Ήτο ζωή σταυρού και μαρτυρίου την οποίαν υφίστατο προς χάριν των ανθρώπων.
Η αγάπη του τον έκανε να θυσιάση το παν διά τον άνθρωπον και να υποβληθή και εις αυτήν την σταυρικήν θυσίαν.
Έκτοτε πλέον ο Σταυρός υψούται ως σύμβολον της απείρου αγάπης του Θεού διά τον άνθρωπον. Η αιώνια αγάπη του Θεού είναι η αιώνια πηγή της ζωής μας.
Η αγάπη αυτή διέπει το σχέδιον της απολυτρώσεως από της πτώσεως του ανθρώπου εν τη ΕΔΕΜ μέχρι του Σταυρικού Θανάτου και της Αναστάσεως του Ιησού Χριστού μας.
Μέσα εις τον Ζόφον που επηκολούθησε μετά το προπατορικόν αμάρτημα, έχομεν την πρώτην αναλαμπήν της Θείας αγάπης το λεγόμενον “πρωτοευαγγέλιον”. Όταν το ζεύγος των πρωτοπλάστων εζήτει καταφύγιον και εκρύβη οπίσω από τα δένδρα του κήπου της ΕΔΕΜ, τότε ηκούσθη η φωνή του Θεού: «Αδάμ που είσαι;», και η θεία αυτή επίσκεψις συνοδεύετο από την υπόσχεσιν ότι το σπέρμα της γυναικός θα συνέτριβε την κεφαλήν του όφεως. Πράγματι εις την ΝΕΑΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΝ της βασιλείας του Θεού διά του Χριστού, η ευλογία διαδέχεται την κατάραν και καλούμεθα να λάβωμεν την υιοθεσίαν διά της χάριτος και να γίνωμεν μέτοχοι ζωής αιωνίου.
Η Ζωή της χάριτος σημαίνει συμμετοχήν εις την θείαν ζωήν, διότι “ούτω ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόλλυται, αλλ’ έχει ζωήν αιώνιον” (Ιω. 3,16-17).
Επίσης εις την Α’ καθολικήν του επιστολήν ο Ιωάννης μας δίδει ένα αρμονικόν σύμπλεγμα πίστεως και αγάπης: Και ημείς τεαθάμεθα και μαρτυρούμεν ότι ο πατήρ απέστειλε τον υιόν σωτήρα του κόσμου. Ος αν ομολογήση ότι Ιησούς εστίν ο Υιός του Θεού, ο Θεός εν αυτώ μένει και αυτός εν τω Θεώ, και ημείς εγνώκαμεν και πεπιστεύκαμεν την αγάπην ην έχει ο Θεός εν ημίν.
Ο Θεός αγάπη εστί, και ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ.
Είναι δυνατόν να λεχθή ότι τα άνω αποτελούν επιτομήν της διδασκαλίας του Ευαγγελίου.
Οι αθεϊσμοί, οι σκεπτικισμοί, οι μηδενισμοί και αι απαισιόδοξοι φιλοσοφικαί θεωρίαι καίονται και διαλύονται, ως πυροτεχνήματα ενώπιον του Θείου μεγαλείου της αποκαλύψεως, ότι ο Θεός είναι Αιώνια αγάπη και ότι η δημιουργία και η λύτρωσις αποτελούν εκδήλωσιν της αγάπης αυτής.
Η θεία αγάπη είναι διάχυτος εις την δημιουργίαν και όλα τα υλικά και πνευματικά αγαθά είναι δώρα της αγαθότητος. “Πάσα δόσις αγαθή και παν δώρημα τέλειον άνωθεν εστί καταβαίνον από του πατρός των φώτων” (Ιακ. 1,17).
Από την πηγή του Θεού ρέει ο ποταμός της ευτυχίας. Η ευτυχία είναι πνευματική, διότι ο Θεός είναι αγάπη και συνεπώς πηγή πάσης πραγματικής ευτυχίας.
Την πατρικήν του στοργήν μας περιγράφουν αι παραβολαί των Ευαγγελίων, μάλιστα δε η τόσον συγκινητική εκείνη παραβολή του ασώτου Υιού, που είναι αγάπη προς τον Αποστάτην και αμαρτωλόν.
Εις την επί του Όρους ομιλίαν συνιστά την αγάπην και αυτών των εχθρών μας, διότι κατ’ αυτόν τον τρόπον γινώμεθα υιοί του πατρός, ο οποίος ανατέλλει τον ήλιον του και δια τους πονηρούς και διά τους αγαθούς και βρέχει διά τους δικαίους και αδίκους. (Ματθ. 5, 44 – 45) και χρηστός επί τους αχαρίστους και πονηρούς.
Εκτός της καθολικής αγάπης του Θεού, η οποία αγκαλιάζει όλα τα πλάσματά του, έχομεν και τας ιδιαιτέρας εκδηλώσεις της διά τα λογικά πλάσματα.
Είναι η χάρις απολυτρώσεως τα πνευματικά χαρίσματα και είναι η ευδοκία του Θεού πατρός να ομοιάσουν κατά το δυνατόν οι πιστοί του με την ιδικήν του αγαθότητα!
“Έσεσθε ουν και υμείς τέλειοι, ώσπερ ο πατήρ υμών ο εν τοις ουρανοίς τέλειος εστίν και γίνεσθε οικτίρμονες καθώς υμών οικτίρμων εστί”. Ο Μεγάλος πνευματικός ο Κίρκεγκωρ κάμνει μίαν εικονικήν παρομοίωσιν της χριστιανικής αγάπης: Μας λέει: “Η αγάπη του Θεού και η αγάπη του πλησίον είναι όπως δύο θύραι που ανοίγουν και κλείνουν ταυτοχρόνως. Ο Χριστός μας εταύτισε τον εαυτόν του με τον πλησίον”.
“Εφόσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων εμοί εποιήσατε”.