«Θα καεί το πελεκούδι απόψε»
λέει κάποιος σε μια παρέα εννοώντας ότι θα ανάψει πολύ γρήγορα το κέφι. Το πελεκούδι είναι ένα τρίμμα ξύλου, το οποίο μόλις πεταχτεί στη φωτιά καίγεται αμέσως.
«Έβγαλε τη μπέμπελη» είναι η φράση που χρησιμοποιείται για έναν άνθρωπο που ζεσταίνεται και ιδρώνει επειδή φορά πολλά ρούχα. Η μπέμπελη είναι η αρρώστια ιλαρά, η οποία για να γιατρευτεί έπρεπε κάποιος να φορά πολλά ρούχα για να ζεσταθεί και να ιδρώσει ώστε να «βγάλει» από πάνω του την αρρώστια.
«Έφαγε τον αγλέουρα» λέμε για κάποιον, ο οποίος έφαγε πολύ και νιώθει δυσφορία. Ο αγλέουρας είναι ένα φυτό με θεραπευτικές ικανότητες , το οποίο, όμως, δημιουργεί δυσφορία σε όποιον το χρησιμοποιεί.
«Αυτός χρωστάει της Μιχαλούς» λέμε για έναν άνθρωπο, ο οποίος χρωστάει σε πολύ κόσμο. Η φράση προέκυψε από μια γυναίκα του Ναυπλίου, τη Μιχαλού, η οποία ήταν ιδιοκτήτρια μιας ταβέρνας. Η Μιχαλού είχε το προτέρημα να δίνει «βερεσέ» αλλά με κάποια προθεσμία. Αν δεν την εξοφλούσαν σε αυτήν την προθεσμία, η Μιχαλού στόλιζε με πολλά κοσμητικά επίθετα τους οφειλέτες της και όσοι την άκουγαν καταλάβαιναν ότι κάποιος της χρωστούσε.
«Να μένει το βύσσινο» η φράση αυτή προέκυψε σε ένα καφενείο γύρω στο 1900. Ένας ψηφοφόρος έχοντος κατά νου να ζητήσει μια χάρη, ένα ρουσφέτι από ένα βουλευτή, που είχε πάει εκεί θέλησε να τον κεράσει ένα γλυκό βύσσινο. Ο βουλευτής, όμως, ο οποίος ήταν ακέραιος και δεν έκανε χάρες του απάντησε με τη φράση «να μένει το βύσσινο».
«Δεν μύρισα τα νύχια μου» χρησιμοποιούμε αυτή τη φράση για να δείξουμε ότι αγνοούμε εντελώς ένα θέμα για το οποίο μας ρωτάει κάποιος. Η φράση αυτή προέκυψε κατά την αρχαιότητα, όπου κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων, οι πολίτες στοιχημάτιζαν για τον νικητή. Για να είναι σίγουροι για το αποτέλεσμα επισκέπτονταν τα κατά τόπους μαντεία και ζητούσαν από τους μάντεις απαντήσεις. Οι μάντεις βουτούσαν το χέρι τους μέσα σε δαφνέλαιο και το έφερναν στη μύτη τους. Έπειτα έπεφταν σε καταληψία και προφήτευαν τον νικητή του αγώνα
«Έφαγα χυλόπιτα» Γύρω στα 1815 υπήρχε κάποιος κομπογιαννίτης, ο Παρθένης Νένιμος, ο οποίος ισχυριζόταν πως είχε βρει το φάρμακο για τους βαρύτατα ερωτευμένους. Επρόκειτο για ένα παρασκεύασμα από σιταρένιο χυλό ψημένο στο φούρνο. Όσοι λοιπόν αγαπούσαν χωρίς ανταπόκριση, θα έλυναν το πρόβλημά τους τρώγοντας αυτή τη θαυματουργή πίτα – και μάλιστα επί τρεις ημέρες, κάθε πρωί, τελείως νηστικοί.
Δέσποινα Αβραμίδου Β1