Του Μιχάλη Πιτένη
Το μήνυμα της Ευρώπης, πρωτίστως, προς την Ελλάδα σταθερό, μονότονο και επαναλαμβανόμενο. Πληρώστε.
Σωστό και λογικό. Όποιος χρωστά πρέπει να πληρώσει. Ειδικά όταν πρόκειται για το «κακό» ή το «άμυαλο», αν προτιμάτε, παιδί της μεγάλης οικογένειας που ονομάζεται Ενωμένη Ευρώπη. Εκεί όμως που αρχίζει να χαλά το πράμα είναι όταν παρεισφρέουν τα ερωτήματα «πώς», «για πόσο» και «με τι».
Ερωτήματα που όσο απασχολούν ένα πιστωτικό ίδρυμα όταν ζητά πίσω τα λεφτά του, άλλο τόσο απασχολούν και την Ευρώπη. Καθόλου.
Μόνο που η Ευρώπη δεν είναι απλώς ένα πιστωτικό ίδρυμα σήμερα και ας ξεκίνησε ως Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (Ε.Ο.Κ.). Είναι κυρίως ένα πολιτικό μόρφωμα, τουλάχιστον έτσι ειπώθηκε και τονίστηκε κατά καιρούς και κατά κόρον, το οποίο μάλιστα κάποτε είδε τον εαυτό του και ως την «τρίτη μεγάλη δύναμη» του κόσμου. Κάποτε, όταν η πάλαι ποτέ Σοβιετική Αυτοκρατορία ήταν ακόμα δύναμη.
Ένα πολιτικό μόρφωμα όμως δεν μπορεί μόνο να καταφεύγει στο προφανές ή την εύκολη λύση, αλλά οφείλει να βρίσκει και τον τρόπο για να το πετύχει, υπηρετώντας αυτό που ονομάζεται συλλογικό όραμα. Και σ΄ ένα συλλογικό όραμα οι διαφορετικές ταχύτητες και δυνατότητες όσων συμμετέχουν σ΄ αυτό λειτουργούν όπως οι βραδυφλεγείς βόμβες. Μπορεί να αργήσουν να σκάσουν αλλά κάποια στιγμή θα σκάσουν.
Το ότι η κρίση δεν είναι μόνο ελληνικό «προνόμιο» έχει ξεκαθαριστεί εδώ και καιρό, όπως έχει ξεκαθαριστεί και ότι σήμερα στην Ευρώπη δεν υπάρχει ένα όραμα που να δικαιούται το χαρακτηρισμό του ενιαίου.
Το δόγμα «ανήκουμε στη Δύση» δεν έχει μετατραπεί μόνο για μας τους Έλληνες στο «ανήκουμε στους δανειστές μας», αλλά αφορά εξίσου και τους Πορτογάλους, τους Ιρλανδούς, τους Ισπανούς, τους Ιταλούς και δεν ξέρουμε ποιους άλλους ακόμα.
Αν όμως κάποτε η έννοια της Δύσης ήταν συγκεκριμένη και, περίπου, οριοθετημένη, στις μέρες μας δεν ξέρουμε ποιοι ακριβώς είναι αυτοί οι δανειστές μας. Αν κρίνουμε απ΄ την τακτική τους, είναι κάτι σαν τους αδίστακτους τοκογλύφους που πασχίζουν με κάθε τρόπο να διασφαλίσουν τις υπέρογκες και παράλογες απαιτήσεις τους, διογκωμένες στο πολλαπλάσιο απ΄ το αρχικό κεφάλαιο που διέθεσαν, αδιαφορώντας αν κάποιος πηδήξει απ΄ το μπαλκόνι. Ξέρουν πως θα πληρώσει ο επόμενος, ή ο μεθεπόμενος. Κάποιος τέλος πάντων θα βρεθεί να ξεπληρώσει ακόμα και αν περάσουν εκατό χρόνια. Γιατί η ιστορία με τα δάνεια αυτό δείχνει. Πέρα απ΄ το ότι γίνεσαι δούλος του δανειστή, ακόμα και με τους ευνοϊκότερους όρους να σου παρασχεθεί το δάνειο, θα το αποπληρώσεις μετά από πολλά χρόνια και στο πολλαπλάσιο.
Πρακτικά, η Ελλάδα δεν θα ξεχρεώσει ποτέ. Χρωστά από τότε που δημιουργήθηκε ως κράτος.
Το θέμα όμως είναι γιατί συμμετέχει στην Ενωμένη Ευρώπη. Για να έχει έναν οργανισμό να δανείζεται, ή για να είναι συμμέτοχος και συνδιαμορφωτής ενός κοινού οράματος;
Τα σημερινά δεδομένα δείχνουν πως δεν μπορεί να πετύχει το πρώτο και το δεύτερο έχει χαθεί εδώ και καιρό.
Η αποχώρηση απ΄ το ευρώ, ή αλλιώς απ΄ τον ονομαζόμενο «σκληρό πυρήνα» της Ευρώπης, προκαλεί σε πολλούς τρόμο και πυροδοτεί εφιαλτικά σενάρια.
Το ερώτημα «μένω σ΄ ένα σύστημα σκληρού νομίσματος, φτωχός και ανήμπορος, βασιζόμενος στη φιλανθρωπία των άλλων, ή ξαναγυρνώ στη δραχμή, πάλι φτωχός και ανήμπορος αλλά βασιζόμενος αποκλειστικά στα δικά μου χέρια;», αρχίζει να τίθεται όλο και πιο εμφαντικά, αλλά και πιο δύσκολα απαντιέται καθώς πλέον δεν μιλάμε για έναν κόσμο του 1980, αλλά για μια παγκοσμιοποιημένη κοινωνία και οικονομία, με πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά.
Μια κοινωνία που περισσότερο από ποτέ χρειάζεται ένα κοινό όραμα που δυστυχώς, η Ευρώπη δεν το έχει και δεν δείχνει ικανή να το δημιουργήσει. Γιατί πολύ απλά δεν λειτουργεί με τους όρους μιας πολιτικής δύναμης, αλλά ως ένα απρόσωπο και άτεγκτο πιστωτικό ίδρυμα που ενδιαφέρεται μόνο να σώσει τους μετόχους του.