Ένας από τους πολλούς Ρώσο-Τουρκικούς πολέμους του 17ου αιώνα είχε ως κατάληξη την υπογραφή της συνθήκης του Κιουτσούκ Καϊναρτζή στις 10-7-1774 με όρο μεταξύ άλλων στον οποίο η Ρωσία δεν έχει το δικαίωμα να χαρίσει την Κριμαία σε άλλο κράτος. Διαφορετικά η Τουρκία (Τάταροι πλέον του 10%) είχε το δικαίωμα να την διεκδικήσει και πάλι.
Η Δυτική Ουκρανία που ενσωματώθηκε στην ΕΣΣΔ λίγο πριν και μετά τον Β΄Π.Π. αποτελούσε στο παρελθόν μέρος της Αυστρο-Ουγγρικής Αυτοκρατορίας, με Ουκρανική γλώσσα, θρησκεία τον Ουνιτισμό και ιδιαίτερα πολιτιστικά χαρακτηρίστηκα, στοιχεία που την κρατούσαν πάντα μακριά από την Μόσχα. Αποτελούσε ανέκαθεν την κοιτίδα του Ουκρανικού εθνικισμού και μάλιστα κατά την διάρκεια του Β΄Π.Π. συνεργάσθηκε με τους ΝΑΖΙ. <<Η Ουκρανία ανήκει στους Ουκρανούς έξω όλοι οι ξένοι>> διακηρύσσουν και σήμερα Νεοναζί, Δεξιός Τομέας, ελεύθεροι σκοπευτές, κλπ.
Ο Ν. Χρουτσόφ το 1954 έδωσε ως προσωπικό δώρο την Κριμαία στην Ουκρανία, για τα 300 χρόνια προσάρτησής της στην Τσαρική Ρωσία (συμφωνία του Περεγιεσλάβ 1656), στα πλαίσια όμως ενός ενιαίου κράτους, της πανίσχυρης τότε ΕΣΣΔ. Μετά την διάλυση της ΕΣΣΔ και τη δημιουργία 15 ανεξάρτητων κρατών, η Ουκρανία το 1991 με δημοψήφισμα κηρύσσει επίσημα την ανεξαρτησία της.
Ως παρεμβαλλόμενη χώρα ανάμεσα στην Κεντρο-Ανατολική Ευρώπη και τη Ρωσία και λόγω διαμελισμού, παρά την μακροχρόνια ιστορία της, ποτέ δεν είχε εθνική ιδεολογία. Η Ουκρανία είναι κράτος και όχι έθνος. Η μεγαλύτερη απειλή για την ανεξαρτησία της ανομοιογενούς αυτής χώρας σήμερα, είναι η συνεχιζόμενη ενεργειακή και οικονομική εξάρτηση από την Ρωσία. Λόγω αδυναμίας της να αποπληρώσει το χρέος προς Τουρκμενιστάν σταμάτησε οριστικά η τροφοδοσία Φ.Α. την οποία ανέλαβε εξ ολοκλήρου η Ρωσία. Το χρέος (70 δις Δολ.) ανάγκασε την Ουκρανία το 1994 να παραχωρήσει στη Ρωσία με συμφωνία το 80% του στόλου της Μαύρης Θάλασσας.
Τα γεγονότα στην Ουκρανία αποτελούν έναν κρίκο στην αλυσίδα των διεθνών συμφωνιών που όμως είναι έτοιμη να διαρραγεί, ανατρέποντας την παγκόσμια ισορροπία. Η ίδια η συμφωνία στην Γιάλτα της Κριμαίας που υπεγράφη μετά την ήττα του Χίτλερ και του Γ΄ Ράιχ στις 4 Φεβρουαρίου 1945 από τους νικητές των συμμαχικών δυνάμεων Τσόρτσιλ-Ρούσβελτ & Στάλιν ‘’ψυχορραγεί’’ εξ αιτίας ανακατάταξης των δυνάμεων.
Τα γεωπολιτικά στρατηγικά νοητά σύνορα από την Σκανδιναβία μέχρι την Ινδία, την Κορέα και την Ιαπωνία, το ονομαζόμενο και Rimband (πνευματικό δημιούργημα του Αμερικανό-Ολλανδού Ν. Σπάικμαν), κρατά ακόμα μαζί με το ΝΑΤΟ ζωντανά τα Αμερικανικά συμφέροντα, με την προϋπόθεση όμως αποκλεισμού της Ρωσίας και την Γερμανία υπό επιτήρηση.
Η Ρωσία ανέκαμψε γεωστρατηγικά, κυρίως μετά την εκλογή του Βλ. Πούτιν το 2000 στην προεδρία. Επιπλέον προσπαθεί να αποκτήσει νέες ναυτικές και στρατιωτικές βάσεις σε όλα τα πλάτη και τα μήκη του πλανήτη και όχι να απολέσει (Κριμαία) έστω και μέρος των διαθέσιμων.
Η Γερμανία από ηττημένη του Β΄Π.Π. μετά την ενοποίησή της (1989) και την κρίση χρέους στην Ευρωζώνη, αναδύεται σε μια νέα δύναμη, σκληρός ανταγωνιστής και όχι σύμμαχος της Δύσης. Η εθνική της πολιτική διαφοροποιεί την Ευρωπαϊκή προοπτική την οποία καθιστά Γερμανοκρατούμενη, συνδεδεμένη άρρηκτα με το επεκτατικό παρελθόν της. Η σιωπηρή ανοχή των ΗΠΑ καθιστά την Γερμανία βασικό παίχτη της διεθνούς σκακιέρας, ισότιμο συνομιλητή ως’’ Ευρώπη’’ πλέον, κυρίως με την Ρωσία αλλά και τις άλλες δυνάμεις.
Την ανακατανομή των σφαιρών επιρροής αναζητά και η νέο-οθωμανική Τουρκία, προσεγγίζοντας ενίοτε την Ρωσία, οι ελπίδες της όμως ψαλιδίζονται όταν δεν φοράει τη στολή του χωροφύλακα του ΝΑΤΟ στην περιοχή, με κίνδυνο μάλιστα τον εδαφικό της διαμελισμό.
Η Ελληνική διπλωματία πως αντιμετωπίζει τη σοβαρή αυτή κατάσταση; Γίνεται επικίνδυνη για τα εθνικά μας συμφέροντα όταν καθοδηγείται από ΥΠ.ΕΞ. που συνομιλούν για πρώτη φορά με εκπροσώπους της Τουρκοκρατούμενης Β. Κύπρου αναγνωρίζοντας έτσι τον Αττίλα. Καθίσταται περιγέλαστη όταν ο κ Βενιζέλος είναι ο πρώτος επισκέπτης, ξένης χώρας χαιρετίζοντας θερμά τον εγκάθετο Νεοναζί πρωθυπουργό Γιατσένιουκ της Ουκρανίας.
Σε ένα πιθανό νέο γεωστρατηγικό σχεδιασμό η Ελλάδα μαζί με την Κύπρο οφείλουν να δώσουν έξυπνο και τολμηρό διπλωματικό παρών. Ο Ελληνισμός παρακάμπτοντας την απομακρυσμένη από το Ισραήλ Τουρκία και επωμιζόμενος την ευθύνη του σταθερού και αξιόπιστου παράγοντα στην περιοχή, έχει την ευκαιρία αλλά και το χρέος, να διαφυλάξει τα ισχύοντα και να υπηρετήσει το εθνικό συμφέρον.
Πτολεμαίδα 8-3-2014