Έπεσε στα χέρια μου εψές ο Φιλοπαίγμων Μύθος της Δημουλά. Παιχνιδιάρικος μύθος, δεν αντιλέγω αλλα ολιγον τι στοιχειωμένος για τις δικές μου πεζές προτιμήσεις. Γιαυτό και τις προηγούμενες τέσσερις ή πέντε φορές που έτυχε να το ξαναζήσω αυτό, το πιάσιμο δηλαδή απ΄ την αρχή του μύθου, πάντα κάτι τύχαινε- το κάτι ας εκληφθεί ως άλλοθι για την προτίμηση μου στου πράττω τα έργα έναντι του ποιώ- και τα χέρια μου παρατούσαν την προσπάθεια στην μέση. Όχι φυσικά χωρίς το νεύμα συγκατάβασης του νού. Αυτός άλλωστε ως ηνίοχος του πλατωνικού άρματος σε πάει όπου του κατέβει. Λογαριασμό δεν δίνει σε κανέναν. Αυτός αποφασίζει. Ξεδιαλέγει. Απορρίπτει. Παραδίνεται και ελευθερώνει. Ε λοιπόν ,εψές πήρε απόφαση να ελευθερώσει και την αφεντιά μου από κάτι δουλείες του παρελθόντος. Από κάτι επαχθή χρέη του χθές. Πήρε λοιπόν στα χέρια του τον παιχνιδιάρικο μύθο της ποιήτριας και το έργο της ελευθέρωσης άρχισε να ξετυλιγεται αργά εντός μου. Οι λέξεις εναλάσσονταν με καταιγιστικούς ρυθμούς, τα νοήματα ορθώνονταν απειλητικά μπροστά μου και το συγκείμενο έδειχνε ανήμπορο να κλέψει έστω και λίγο από την δόξα του αστραφτερού προκείμενου. Κάθε λέξη έστεκε εκεί μονάχη. Δίχως την ανάγκη των υπολοίπων για να κομίσει νόημα….
Ο αόριστος σαν χρόνος δεν μου πάει. Γυρνώ λοιπόν στον ενεστώτα και ας θεωρηθεί η αυθαίρετη αυτή ρηγμάτωση του λογισμού μου απλή βαρεμάρα να ξαναγράψω σε χρόνο ενεστώτα το πιάσιμο του Μύθου στα χέρια μου απ” την αρχή…
Γυρνώντας τις σελίδες σκοντάφτω, σίγουρα όχι από απροσεξία του μυαλού, μάλλον από ενδόμυχη ανάγκη να σταθώ εκεί, στην φράση: «γράφουμε για ένα ίσως. Για να τιμήσουμε αυτή την αμερόληπτη λέξη, που κρατάει τις ίδιες αποστάσεις από το ναι όσο και από το όχι». Αφήνω την Δημουλά στο πλάι, κλείνω τα μάτια μου και συλλογίζομαι. Αν με ρωτούσες θα σου απαντούσα το ακριβώς αντίθετο. Ότι τα ναι και τα όχι πρέπει να τιμάς γιατί χωρίς αυτά δεν μπορείς να προχωρήσεις. Το ίσως το έβλεπα πάντα του δειλό, λιγόψυχο και μαλθακό, με σκυμμένο τον αυχένα. Ανήμπορο να προσελκύσει θεατές και να χαρίσει χειροκρότημα, επευφημίες και λοιπές ζητωκραυγές απ΄ το συγκεντρωμένο πλήθος . Αταίριαστο ακόμα και για εκείνες τις πολυτελείς τις σατραπείες του Αρταξέρξη όπου η βαθειά υπόκλιση και η δουλοπρέπεια λογίζονται απαράβατοι κανόνες . Το ίσως δεν ήταν ποτέ του αμερόληπτο. Μιας και το «α» το στερητικό πάντα μεροληπτεί υπερ μιας βολικής αφαίρεσης. Και το ίσως ήταν για μένα μια βολική αφαίρεση ξεκάθαρων λογαριασμών.
Και τώρα έρχεται αυτή, η διακονιάρισα του λόγου, η αλωνίστρα του μυαλού για να χλευάσει τις ηλίθιες βεβαιότητές μου. Ερχεται με όλα τα προικιά του πνεύματος της, μου τα αραδιάζει κατάχαμα και καθηλώνοντας πάνω μου εκείνο το φλογισμένο βλέμμα της σιγουριάς μου ψιθυρίζει: «διάλεξε και πάρε». Και εγώ κατάχλωμος και ντροπιασμένος απ΄ την τιμή που μου κάνει το ευστροφον να αποτυπωθεί σε λίγες σελίδες χαρτί και έναντι να μου χαριστεί, δεν μπορώ παρα ασυναίσθητα να δείξω κάπου και να ανταποδώσω τον ψίθυρο: «αυτό εκεί». Η ανταλλαγή ψιθύρων σφραγίζει το λαβείν το δικό μου. Για το δούναι, το δικό της, ρωτήστε την εκείνη. Διάλεξα λοιπόν και πήρα ένα ίσως. Το άρπαξα με τα ιδρωμένα απ΄ την ντροπή χέρια μου, το έβαλα υπο μάλης και με σκυμμένο το κεφάλι επέστρεψα στις ένοχές μου σκέψεις. Γιατί έμαθα πάντα να μιλάω με ευγενικά ναι και αγενέστατα όχι. Γιατί με αυτά κουλάντρισα εως τώρα την ζωή μου. Και αυτή μου τα ξεσκόνισε χωρίς καν να με ρωτήσει….
Με ναι και όχι πορεύτηκα ίσαμε εδώ. Φτωχό το ρεπερτόριο, θα μου πεις αλλά ετσι με μάθανε να σκέφτομαι και να απαντώ οι λατρεμένοι μου γονείς, οι αυστηροί μου δάσκαλοι και αυτή η ρημάδα η συφοριασμένη Ιστορία. Σελίδα της γυρνάς και πέφτεις πάνω στις ίδιες και απαράλλαχτες διαιρέσεις. Τρικουπικοί-δηλιγιαννικοι, βενιζελικοι-αντιβενιζελικοί, εθνικοφρονες- κομμουνιστές, βασιλόφρονες- δημοκράτες, καραμανλικοι-αντικαραμανλικοι, δεξιοι- αριστεροί, επιστάτες- αποστάτες,ευένδοτοι-ανένδοτοι και πάει λέγοντας. Γεννήματα και αυτές ενός ναι και ενός όμοιου του όχι. Αλλά και σήμερα πάλι με τον ίδιο τρόπο δεν μας καλούνε να αποκριθούμε στις προκλήσεις των καιρών; Εχουμε οχυρωθεί όλοι μας πίσω από τα ναι και τα όχι του Μνημονίου και διαλεγόμαστε επι παντός επιστητού. Όλα τα σφάζω και όλα τα μαχαιρώνω με το λεπίδι του μυαλού μου. Εγώ που με βλέπεις έχω ίντερνετ και διαβάζω και κάθε Κυριακή Βήμα και Καθημερινή. Οπότε δικαιούμαι δια να ομιλώ. Εκτός από……είμαι και οικονομολόγος, διαφημιστής, τερματοφυλακας, ποδοσφαιριστης, προπονητής, κοινωνιολογος, πολιτειολογος, μαστερ και τοπ σεφ, κριτης σε καλλιστεία, διαγωνισμούς τραγουδιού και χορού, ιστορικός, πανεπιστημιακος, γιατρος, ειδικος επι των υγειονομικων ζητηματων, στρατηγος, διοικητής και ότι άλλο του καρφωθεί του καθενός. Όλοι σε αυτή τη χώρα κραδαίνουν ένα ναι και ένα όχι και περιφέρουν το τσαντίρι τους από περιοχή σε περιοχή του επιστητού. Ανακύπτει θέμα για τα νοσοκομεία; Ει ψιτ κύριος, εδώ. Περιφερειακός σύμβουλος. Η Δ.Μακεδονία χρειάζεται… Προκύπτει θέμα για τους ταρίφες; Να συστηθώ. Κος Παπαρούπας, έγκριτος παπαρολόγος . Το κλειστό επάγγελμα των ταξιτζήδων πρέπει…Τίθεται θέμα ενεργειακής απελευθέρωσης και στροφής σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας; Εδώ εδώ κύριε Υπουργέ. Στα αριστερά σας. Άεργος συνδικαλιστής. Λοιπόν έχουμε και λέμε. Ο λιγνίτης πρέπει…
Για να μην παρεξηγηθώ βέβαια, δεν εννοώ πως άποψη πρέπει να εκφέρουν μόνο οι ειδικοί πανεπιστήμονες και πως εμείς οι υπόλοιποι, οι ανειδίκευτοι εργάτες του πνεύματος, πρέπει να λουφάζουμε στο λάθε βιώσας του Επίκουρου.Ούτε επίσης πως τον δημόσιο διάλογο πρέπει να τον μονοπωλούν οι φανταχτεροί ημίβλακες των μέσων. Αυτοί είναι οι χειρότεροι καθώς όπως μας πληροφορεί ο Τσάτσος: «με το ένδυμα της σοβαροφάνειας, με την επιβλητική ορολογία που προμηθεύει η επιστήμη σε άξιους και ανάξιους, και που θαμπώνει τους αφελείς, απαγγέλουν οι ημίβλακες διανοούμενοι άλλοτε με στόμφο και άλλοτε με παρθενική αιδημοσύνη ότι τους υποβάλλουν οι πονηροί υποβολείς τους» .Το αντίθετο μάλιστα. Αλλά υπάρχουν ζητήματα βρε αδερφέ που εκ των πραγμάτων απαιτούν γνώσεις και πληροφόρηση που δεν κατέχουμε όλοι μας. Υπάρχουν θέματα που άπτονται ενός νού περισσότερο αναλυτικού και εμβριθή καθώς και θέματα τα οποία ο αρχοντοχωριατισμός του πνεύματος δεν μπορεί ούτε καν να τα αγγίξει . Η αν θέλετε υπάρχουν ζητήματα για τα οποία επιβάλλεται μια διαβάθμιση άποψης. Οκ πάρε και εσύ τον λόγο και πες μας τι νομίζεις αλλά μέχρι εκεί. Αν θέλουμε να γίνουμε κάποτε μια ευνομούμενη και σύγχρονη πολιτεία με σοβαρούς θεσμούς και υπεύθυνους αιρετούς άρχοντες θα πρέπει- με κόλλησες γαμώτο- εννοώ, κατά την ταπεινή μου άποψη ίσως πρέπει να επιτρέψουμε σε ανθρώπους που έχουν εντρυφήσει σε ένα αντικειμένο να βγούν μπροστά και να μιλήσουν ,τουλάχιστον, πρώτοι. Εδώ με το που ποστάρεται το θέμα στην δημόσια ατζέντα ξεπεταγόμαστε μια χιλιάδα σίγουρα ανέξοδοι λογάδες, αντάμα με τους απαραίτητους θεσμικούς φορείς της κάθε πόλης- φορείς ημιμάθειας τις περισσότερες φορές- και αρχίζουμε να λέμε το κοντό μας και το μακρύ μας. Αρτσι μπούρτσι και λουλάς είναι αυτός. Καμία σχέση με πλουραλισμό και ελευθερία λόγου. Στον διάλογο πάς με ένα ίσως στο χέρι, με την αμφιβολία στο μυαλό για αυτά που σκοπεύεις να πείς, με την συστολή στη γλώσσα για αυτά που θα εκστομίσεις και κυρίως με την ακοή σου διάπλατα ανοιχτή για αυτά που πρόκειται να πεί ο άλλος. Δεν πάς κραδαίνοντας απειλητικά ένα ναι ή ένα όχι.
Ένα ίσως χρειαζόμαστε λοιπόν. Ένα ίσως που θα ξεβολέψει το μυαλό απ΄ της ισχυρογνωμοσύνης το στασίδι και σαν σταθεί όρθιο απέναντι στον διπλανό θα του ψελίσει: ίσως έχεις δίκιο. Ένα ίσως που θα ανοίξει λίγο χώρο στην συνωστισμένη μας καρδιά για να χωρέσει ο διπλανός μας και κοιτώντας τον στα μάτια θα του πεί: ίσως χρειαστώ τη βοήθειά σου. Ένα ίσως που θα αρπάξει την μεγάλη ιδέα που έχουμε για τον εαυτό μας απ΄ το χερί και οδηγώντας την πάνω στις κορφές της πραγματικής αξίας, εκεί από όπου οι περισσότερες ζωές παίρνουν τις πραγματικές τους διαστάσεις , θα την αναγκάσει να ξεστομίσει το λυτρωτικό: Ίσως είσαι καλύτερος μου. Και τότε, ίσως, όλα πάρουν άλλη στράτα. Βαρέθηκα άλλωστε να μου λές συνέχεια πως για αυτό που ζούμε ευθύνονται κάποιοι άλλοι. Όπως επίσης βαρέθηκα και την δική μου εμμονή να σου λέω συνεχώς πως για το κατάντημα μας ευθύνεσαι εσύ ο ίδιος. Συζήτηση του ναι και του όχι είναι και αυτή. Και είπαμε. Με τα ναι και με τα όχι φτάσαμε εδώ που φτάσαμε. Καιρός να πούμε και ένα ίσως…
Ο Τάσος Φούντογλου
ειναι ειδικεύομενος
νεφρολόγος στο Μποδοσάκειο Νοσοκομείο Πτολεμαϊδας